Ο γενναίος, ο ηρωικός, τουρκικής προέλευσης λέξη.

Ήταν ντελιφισέκης, έκανε όλο επανάστασες και αυτοί ήταν νοικοκυραίοι. (Νίκος Καζαντζάκης, Ο Ανήφορος, Διόπτρα, Αθήνα 2022, σ. 60).

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποικιλία της Κρήτης είναι το καφενείο, ενώ σε άλλες ποικιλίες είναι το μαγαζί ή το μικρό συνοικιακό παντοπωλείο, < τούρκικό dükkân = μικρό μαγαζί. (Δες).

Σωστά το λέει η παραμιά απού’χει κώλο κλάνει, μα να’ν αυτός κι ο κώλος του και όχι στο ντουκιάνι. (Παλιά σκωπτική μαντινάδα του Εμμανουήλ Λουλάκη από Εθιά).

Got a better definition? Add it!

Published