Χρησιμοποιείται όταν βλέπουμε κάποιον στο δρόμο και δεν έχουμε κατι πρωτότυπο να του πούμε για να τον χαιρετήσουμε. Αυτός ο κάποιος είναι σίγουρα φίλος μας, οπότε έχουμε οικειότητα μαζί του και ρωτώντας τον αν έχει κλάσει, κατευθείαν τον αποστομώνουμε και τον φέρνουμε σε δύσκολη θέση.

Καλύτερη περίπτωση είναι ειδικά όταν έχουμε γυναίκες στην παρέα και ο φίλος εκπλήσσεται εντελώς.

- Πού είσαι ρε, τι κάνεις;
- Έκλασες;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται ως απάντηση στην επιφώνηση «σκατά!» η οποία χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει σκατοκατάσταση.

Η ατάκα πρέπει να είναι άμεση και ευγενική· αν δεν προλάβετε να απαντήσετε άμεσα, μην το επιχειρείτε καθόλου, θα γελάσουν όλοι μαζί σας. Αφήστε το να περάσει και την επόμενη φορά να έχετε το νου σας!

  1. - Όχι, ρε πούστη μου, τρία λιμά σπαθιά σήκωσα. Σκατά!
    - Καλή όρεξη...

  2. - Πήγα να καθαρίσω το registry και μπερδεύτηκαν τα σώβρακα με τις φανέλες. Τα 'κανα σκατά!
    - Καλή όρεξη!

Καλή όρεξη! (από panos1962, 03/11/09)Γερμανικό λουκάνικο με αφρικανικό τυρί. (από panos1962, 21/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντιφώνηση σε αγενές ρέψιμο ή κλανιά κρότου-λάμψης. Λέγεται με ευγενική διάθεση και υποφώσκουσα ειρωνεία, με στόχο να κάνουμε τον «δράστη» να νιώσει άνετα. Υπάρχει και το εναλλακτικό «σαν στο σπίτι σου, ρε βόδι», που όμως δεν είναι τόσο ευγενικό και δείχνει επικριτική διάθεση ή ακόμη και μοχθηρία.

-[Γκράουουου (ρέψιμο)] Σόρι παιδιά.
-Δεν πειράζει, τη δροσιά του να 'χεις!

-[Μπρααααάτς! (κλανιά κρότου-λάμψης)]
-Στην υγειά σου αγόρι μου. Τη δροσιά της να 'χεις!

Τη δροσιά του να \'χεις! (από panos1962, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν βλέπουμε ότι «όλοι» κάνουν κάτι το οποίο, κατά την δική μας λογική ή ένστικτο, είναι από ψιλοχοντρομαλακία έως απόλυτη καταστροφή, ή το οποίο δεν μας αφορά καθόλου και οι Άλλοι το κάνουν για άλλους λόγους... αλλά έχουμε κριτήριο μηδέν -και αυτοπεποίθηση ή θάρρος υπό το μηδέν, οπότε βασιζόμαστε στις επιταγές του συνόλου ώστε να βγάλουμε τον εαυτό μας από το δίλημμα το οποίο, αν δεν το απαντήσουμε σύμφωνα με το σύνολο, θα μας στείλει έξω από το μαντρί και μάλλον θα μας φαν οι λύκοι. Γιατί έξω από τη μάζα κάνει κρύο.

- Πού να πάω για Πρωτοχρονιά, στο Περτούλι, στην Κωνσταντινούπολη, στην Ελβετία ή στο Καϊμακτσαλάν;
- Έλα ρε μαλάκα, και συ Βρούτος, και συ με τον μπουχό;
- Μα είναι πολύ της μοδός τελευταία.
- Ζγα ρε! Χιλιάδες μύγες τρων σκατά, λες να κάνουν λάθος; Θα σιχτιρίσεις από την ταλαιπωρία και θα σου φύγουν ένα κάρο λεφτά! Πήγαινε στην Ίφκινθο καλύτερα, είναι ωραία τον χειμώνα.

(από tasurmata, 28/12/10)(από Galadriel, 29/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Και να, η προαιώνια ανάγκη του σλάνγκου να πρωτοπορήσει ξαναχτυπά. Στο γούγλε το λήμμα δίνει αραβικά χωριά. Όμως, το γλυκύτατο σκατόπαιδο-μανάβης-του-μπι που ουρλιάζει παίζοντας και το ακούει όλη η πόλη παρά τα κλειστά παντζούρια, δηλαδή έλεος, συνέβαλε στη σλανγκική καταγραφή της ενοχλητικής έκφρασης με την οποία μου ζάλιζε τα αυγά ο ξάδερφός μου ο βαγγελάκης στο δημοτικό. Έχουμε και λέμετε):

Τίκρα: Το κερί του αυτιού, η κυψελίδα που λένε οι ωριλάδες, με τις όξινες αντιβακτηριδιακές ιδιότητες που σκοτώνει τα μικρόβια, μας γλυτώνει από ωτίτιδες και αν μαζευτεί στο πτερύγιο του αυτιού αποτελεί αφορμή για χαρακτηρισμό του ενδιαφερόμενου ως μπίχλερμαν. Ομοιοκαταληκτεί με το πίκρα πράγμα λογικό γιατί, όπως κάθε παιδί που αναγνωρίζει τον κόσμο γύρω του ξέρει, η τίκρα είναι πικρή, αντιθέτως με τη μύξα που είναι αλμυρή.

Συναντάται από όσο γνωρίζει η γράφουσα μόνο στην γνωστή παιδική γείωση απάντηση στην ενοχλητική ερώτηση «τι».
-Τι;
-Τίκρα στ' αυτί.

-...αδφαφί (ψιθυριστά)
-Τι είπες;
-σσσκαμαμφχφ (ψιθυριστά)
-ΤΙ;
-ΤΙΚΡΑ ΣΤ' ΑΥΤΙ ΑΑΧΑΧΑΧ
-Θείααααα πάλι με κοροϊδεύει ο Βαγγελάκηςςς
-Με τρελάνατε, να φύγετε, να πάτε αλλού να παίξετε.
-Και δηλαδή τι είναι τώρα η τίκρα ρε, δεν υπάρχει τέτοια λέξη.
-Το κερί στο αυτί είναι, να, να το βλέπεις αυτό; ααχαχαχ
-Θείαααα μου σκούπισε το αυτί στη μπλούζααα
-Έλα εδώ εσύ, στη μάνα σου, εσένα άμα σε περιλάβω...

(από Galadriel, 05/01/12)Δεν κατάλαβες... ΤΩΡΑ είναι σιχαμερό, το κάνω upload και δεν ξανάρχομαι σε αυτό το λήμμα, τέλος. (από Galadriel, 05/01/12)

Αυτιά και λοιπές πάστες: μαρμελάδα, γράσο, παστελάδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified