Aυτός που, στις πορείες, τα συλλαλητήρια και κάθε είδους συγκέντρωση διαμαρτυρίας τα δίνει όλα, με τόσο πάθος που νομίζει ότι βρίσκεται στο γήπεδο.

- Πάρε τον τύπο στην πρώτη σειρά με τη σημαία που φωνάζει μόνος του: Η αλληλεγγύη το όπλο των λαών. Τι βλάκας!
- Τον έχω δει ώρα. Ο γηπεδικός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γηπεδική διάλεκτο σημαίνει επεισόδια μεταξύ οπαδών αντίπαλων ομάδων ή οπαδών και αστυνομίας.

-Τι έγινε στο Αρτάκη το Σάββατο ρε ψηλε;
-Παίχτηκε σκηνικό με τις γαβριέλες(=γαύροι).Τους ρίξαμε τρελό τρέξιμο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα επεισόδια που γίνονται σε πορείες ή στα γήπεδα που δεν έχουν κάποιο νόημα ή ιδιαίτερο στόχο και απλά προκαλούν αναστάτωση.

Και ενώ είχε συμφωνηθεί πως η πορεία θα είναι ειρηνική, αρχίζουν κάτι πιτσιρικάδες τα μπάχαλα και σπάνε μια στάση λεωφορείου και κάτι καρτοτηλέφωνα. Ορμήσαν τα ΜΑΤ και πήραν όλη την πορεία στο κυνήγι.

(από Khan, 29/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Στις πορείες:

Μπάχαλος /-οι είναι τα άτομα που συνήθως κατεβαίνουν στις πορείες για τις υλικές ζημιές. Συνήθως δεν πιστεύουν σε κάποια συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία και ούτε έχουν κάποιο συγκεκριμένο (πολιτικό) σκοπό για τις καταστροφές που προκαλούν. Γι αυτό και συνήθως οι στόχοι στους οποίους επιτίθενται δεν είναι συγκεκριμένοι.

β. Στα γήπεδα:

Μπάχαλος /-οι είναι τα άτομα που είναι πολύ φανατισμένα με μια ομάδα και συχνά επιτίθενται κατά άλλων (αστυνομικών, διαιτητών, αντίπαλων ποδοσφαιριστών / οπαδών κτλ). Οι τελευταίοι ονομάζονται επίσης και χούλιγκανς, φανατικοί.

α) Χθες έγινε χαμός στην πορεία. Ξαφνικά κάτι μπάχαλοι την άρχισαν να σπάνε μαγαζιά και μας την πέσανε οι Ματάδες.

β) Κάτι οπαδικοί μπάχαλοι επιτέθηκαν σε οπαδούς της αντίπαλης ομάδας καθώς προσπαθούσαν να βγουν από το γήπεδο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified