Further tags

Πανελλήνια Ένωση Ομοφυλόφιλων Συνταξιούχων.

Ουδέν σχόλιον...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκμετάλλευση Πατρικής Περιουσίας. Αγαπημένη ασχολία όσων τα έξυναν στο σχολείο και δεν βρήκαν ακόμα δουλειά.

- Ο Τάκης με τι ασχολείται;
- ΕΚ.ΠΑ.ΠΕ. ρε! Τι περίμενες από αυτό το ρεμάλι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον Πούτσο Μου.

spm re fileee...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλα στ' αρχίδια μας.

- Πάμε σήμερα να τα πιούμε; Με παράτησε η Μαρία...
- Ρε τι στενοχωριέσαι; Τι έχουμε πει, Ο.Σ.Α.Μ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Α.Σ.Μ. αποτελείται από τρεις αριθμούς: ο πρώτος, τριψήφιος, δηλώνει το στρατολογικό γραφείο. Ο δεύτερος τον αύξοντα αριθμό καταχώρισης στο μητρώο αρρένων. Ο τρίτος, την κλάση (έτος γέννησης + 21).

Βρε συ από τη Βέροια είσαι; Μην πειράξει κανείς το ασιμί μου... Την έβαψε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται στο δημοφιλές παιχνίδι - videogame WOW - World of Warcraft.

  1. Ρε παιδιά ξεκολλήστε από το WOW επιτέλους!

  2. Παίζαμε WOW όλη μέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καθηγητής που παραδίδει το μάθημα Σ.Ε.Π. -Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού.

Επίσης: Σεπάς - Σεπατζής

- Ποιον έχουμε τρίτη ώρα;
- Τον Σεπέ μωρέ ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω την εντύπωση ότι το Ε αντιστοιχεί στη λέξη επικίνδυνος, τουτέστιν ΕΛΠΑ = Επικίνδυνος Λόγω Παρατεταμένης Αγαμίας.

- Ωραίο γκομενάκι η Μαιρούλα....
- Τρελάθηκες; Αυτή είναι ΕΛΠΑ, άμα σε βάλει κάτω κάηκες!

(από Hank, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Αρχικά του Εκ Λόγων Παρατεταμένης Αγαμίας. Αναφέρεται σε ιδιότροπη ή νευρωσική συμπεριφορά ατόμων με σεξουαλική αποστέρηση (γεροντοκόρες, άγαμοι κληρικοί κλπ).

- Τα νεύρα σου έχεις σήμερα πάτερ μου.
- Τι να κάνω κι εγώ. Ε.Λ.Π.Α. βλέπεις! (αυτοσαρκασμός!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανάγνωση στα ελληνικά των αρχικών vd απο το Vlaho Deutsch. Χρησιμοποιείται για τους μετανάστες, κυρίως απο την γερμανία, που οταν έρχονται το καλοκαίρι πουλάνε μούρη αλλα στην πραγματικότητα δεν ξέρουν τι τους γίνεται.

Δες τον, τον βουντού! Φοράει το πέδιλο με άσπρες καλτσούλες!!!!

(από Khan, 18/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified