Νεόκοπο επιφώνημα-πάσα που φοριέται πολύ στο φουμπού, σε τσίου, ή σε λοιπά νήματα σε φάσεις «τόσο εγώ όσο και οι μουσικοί τώρα σηκώνουμε τα χέρια, ας το σχολιάσει το κοινό». Έτσι καταλήγουν πολλές σουρεάλ, ειρωνικές, κουλές, η τουκανισικές, ή ό,τι να 'ναι αφηγήσεις.

  1. - Όχι δεν είναι χιουμοριστικό βίντεο. Είναι σουηδικό ΠΑΙΔΙΚΟ ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ βίντεοπου προβλήθηκε στην ΠΑΙΔΙΚΗ τηλεόραση στην Σουηδία για παιδάκια ΚΑΤΩ από έξι ετών.... δικό σας

  2. - Πυρκαυλέ. Τα μαύρα νύχια σου όταν τα βλέπω... [δικό σας]

  3. - Δικό σας: [Το ’χει πει εδώ και χρόνια με μια φράση ο Σταμάτης Γονίδης: Εμάς τους Έλληνες πρέπει να μας πληρώνουν μόνο και μόνο που υπάρχουμε.]

  4. - Είναι και κάποιοι που οδύρονται για τους φόρους και κηρύσσουν ανένδοτο αγώνα για την κατάργησή τους, απαιτώντας συγχρόνως να επαναπροσληφθούν οι καθαρίστριες, οι υπεράριθμοι του Δημοσίου που απομυζούν αυτούς τους φόρους. Δικό σας.

(παπαραδείγματα και μύδια, όλα από το φατσομπούκι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. κάνω download, βλ. και κατεβαστήρι. Αντίθετο: ανεβάζω.
    Από τις λίγες μεταφράσεις ξένων όρων της τεχνολογίας, οι οποίες έγιναν αβίαστα και προτιμήθηκαν από τις ξένες ή τεσπα χρησιμοποιούνται εξίσου.

  2. πίνω / τρώω τον άμπακο, χλαπακιάζω.

  3. χώνω μπουνιά: κατεβάζω / μου κατεβάζουν ένα μπουκέτο

  4. ρήμα πασπαρτού ως πρώτο συνθετικό εκφράσεων: κατεβάζω μούτρα, κατεβάζω ασφάλειες, γατοκέφαλα, καντήλια, παροχή, ρολά, τη μάπα κάποιου, τον γενικό.

  1. Τι θα γίνει ρε Στέλιο, κόφ' το να κατεβάζεις, σέρνεται το γαμίδι, δε μπορώ να κάνω τη δουλειά μου.

  2. - Τόφαλος έγινε πάλι ο Νώντας.
    - Εμ δεν είδε χθες τι κατέβασε το άτομο; Αν τρώει κάθε μέρα έτσι...

  3. Μουνάς, γελάκι; Θα σου κατεβάσω καμία και θα δούμε αν θα γελάς μετά.

(από Khan, 14/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified