- Ο James Bond, όπως πρωτοακούστηκε σε ευτελές ελληνικό τραγούδι των 60's (περιλαμβάνεται στη συλλογή «Φόλα Παρτίδα») 
- Αυτός που είναι εξοπλισμένος με τα ακριβότερα και πιο εξελιγμένα γκάτζετ και τα επιδεικνύει πουλώντας μούρη. 
- Ο ριψοκίνδυνος, αυτός που αντέχει και επιβιώνει και στις πιο αντίξοες συνθήκες, όλως παραδόξως χωρίς καν γρατζουνιά, συχνά συνώνυμο του Ράμπο, ή κομμάντο. 
- ...Τζέμης Μποντ θα γίνω, για να σε αποκτήσω... 
 ...θα γίνω, θα γίνω για σένα Τζέμης Μποντ
- (σε καφενείο χωριού): 
 - Κρύψε ρε Σάκη το άη φον και μας κοιτάει όλο το χωριό!
 - Κάτσε ρε Μπάμπη, εσεμές στέλνω!
 - Στείλε από το δικό μου ρε μαλάκα, θα σε περάσουν για τον Τζέμη Μποντ! Μου έχεις κοτσάρει και το bluetooth στο αυτί, φιρί φιρί το πας να μας την πέσουν!
- - Τα έμαθες για τον Τάσο ρε ψηλέ; 
 - Όχι, τι έκανε πάλι το θηρίο;
 - Ανέβηκε προχτές στην ταράτσα να φτιάξει την κεραία...
 - Και τον χτύπησε το ρεύμα;
 - Όχι, χειρότερα! Έπεσε στο κενό!
 - Τι λε ρε φίλε; Αυτός μένει και σε 5όροφη! Πού νοσηλεύεται να πάω να τον δω; Ή μήπως ήρθαν τα χειρότερα;
 - Εδώ είναι το αστείο! Ούτε γρατζουνιά! Έπεσε πανω σε καρότσα με σεντόνια, είχε λαϊκή από κάτω!
 - Τι λες τώρα ρε φίλε, Τζέμης Μποντ ο δικός σου...
 - Αλλά ο γύφτος τον κατσάδιασε γιατί του γκρέμισε την καρότσα...
 - Πω, απίστευτο, κάτσε λίγο να συνέλθω...

