Από τα αρχικά «Away From Keyboard». Το αναφέρουμε για συντομία την ώρα του chat, όταν πρέπει να απομακρυνθούμε από το PC για λόγους ανάγκης (βλέπε τουαλέτα, φαγητό, νερό, τηλέφωνο, πόρτα κι όλα τα συναφή που μας σπάνε τις μπάλες).

(Στο Facebook:)
- Έλα man, είσαι εκεί να σου πω κάτι;
- Ναι ρε, απλά μισό να πάω afk 2 λεπτά να ρίξω ένα κατούρημα κι έρχομαι.

(από HardcoreGR, 30/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Blue Screen Of Death ή αλλιώς το μπλε ρέκβιεμ της δουλειάς σας ή της διασκέδασής σας στον υπολογιστή.

Πολύ σύνηθες στα XP, όχι ότι διορθώθηκε στα επόμενα...

Και εκεί που ήμουν έτοιμος να πατήσω σαβέ όλα γίναν τόσο μπλε... BSOD πάλι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία των αγγλικών λέξεων «bye bye». Αναλογεί προς τα ελληνικά: «αντίο», «τα λέμε».

Χρησιμοποιείται κατά κόρον στο τέλος της γραπτής κυρίως διαδικτυακής επικοινωνίας των νέων (μέσω msn, facebook, my space, skype κ.ο.κ.) ως αποχαιρετισμός. Επιπλέον, εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό και στην προφορική τους (είτε άμεση/ απευθείας είτε μέσω βιντεολήσεων) επικοινωνία.

Στην Αγγλική αποτελεί συντομογραφία πάμπολλων λέξεων, φράσεων ή λεκτικών φράσεων˙ π.χ. baby (κυρίως στο διαδίκτυο), best buddy, bachelor of business, ball bearing, base on balls, blue book, B'nai B'rith κ.ά.

Συνώνυμη (ως προς τη σημασία και την συγκειμενική της χρήση) αποτελεί η σλανγκική συντομογραφία (της Αγγλικής) cya [< see you· αντικατάσταση της λέξης «see» με το ομόφωνο γράμμα της αγγλικής αλαφαβήτου «c» + τον αγγλικό σλανγκικό τύπο της λέξης «you»: «ya»).

Νίκος: Αντέ, τα λέμε Γιωργάρα!
Γιώργος: ΒΒ μεγάλε!

Δες και έλα (κλισέ σλανγκ χαιρετούρες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό rofl ξαναχτυπά, αλλά πιο ελληνικό, πιο βλάχικο, πιο αντρικό να πούμε...

- ela re karagiozh 1v1 kai abuffaristos s exw!
- EROUOFL

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«For the win», στα αγγλικάνικα. Αποτελεί τρόπο επαίνου ή ανάδειξης ενός προσώπου ή πράγματος, ακολουθώντας μέσα στη πρόταση το εν λόγω ουσιαστικό ή κύριο όνομα, ακριβώς όπως το παλιό, καλό κι ελληνικό «και πάσης Ελλάδος».

Συναντάται κυρίως στον ιντερνετικό γραπτό λόγο (fora, blogs, IRC κ.ο.κ.)

sakis4evah89: Sakis kai pashs ellados re, gamw ta spitakia sas kai th Gyrovision sas koloevropeh

Ronaldinho91: lol what;

3sakis4evah89: Sakis ftw re, ante gamithite

Ronaldinho91: Oh, ok then

Sit on it and rotate ! (από spydel, 20/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της αγγλικής φράσης good game (= καλό παιχνίδι).

  1. Μια ευγενική παρατήρηση που εκφέρεται μετά το τέλος ενός γύρου / αγώνα ή μετά το τέλος ενός παιχνιδιού (διαδικτυακού, όπου μετέχουν συνήθως πολλοί παίκτες, multiplayer game), για να δείξει ότι ένας αγώνας ήταν δίκαιος και ευχάριστος.

α) Συνήθως εκφέρεται συλλογικά από όλους τους συμμετέχοντες του παιχνιδιού, ως επίδειξη καλής αθλητικής συμπεριφοράς.

β) Μερικές φορές μπορεί να έχει και ειρωνικό, περιπαικτικό ή προσβλητικό (υπο)νόημα.

  1. Ως συγκαταβατικό σχόλιο, συχνά εκφερόμενο από κάποιον που δε γνωρίζει την παραπάνω (1.) σημασία, και απλώς επαναλαμβάνει αυτό που οι άλλοι έχουν πει.

  2. Ορισμένες φορές χρησιμοποιείται ως συνώνυμο της φράσης: «μια χαρά».

Στην Αγγλική αποτελεί το αντίθετο του BG (bad game).

  1. Η Κόκκινη όμαδα κέρδισε, 50 - 47
    Κόκκινη ομάδα: GG
    Μπλε ομάδα: GG

  2. Στο τέλος ενός γύρου (λ.χ. στο διαδικτυακό παιχνίδι Dota):
    [Volmarias] gg
    [JikYo] gg
    [Tripitos] gg
    [Trelo
    Kokori] gg
    [Tardias] gg

  3. Η Μπλε όμαδα κέρδισε, 60 - 5
    Μπλε ομάδα: GG, κόκκινη ομάδα!
    Κόκκινη ομάδα: Άντε γαμήσου!

  4. Α: Πώς είσαι; Β: GG.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της φράσης Για τον πούτσο (Gia Ton Poutso).

Σχετικά λήμματα: GTB

- Μη του δίνεις σημασία ρε, το άτομο είναι GTP.

- A... καλά, αυτό το αμάξι που λες είναι GTP και ο άλλος το παίζει και μούρη.

(από GATZMAN, 17/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Chat-αρκτικόλεξο του Laughing My Fucking Ass Off, ήτοι «γελάω μέχρι ξεσκίσματος και συνεχίζω να γελάω».

Χρησιμοποιείται για να δείξει ο chatter το πόσο ασύλληπτα τρομερά κι ανεκδιήγητα αστείο του φαίνεται κάτι, δηλαδή μέχρι απιστεύτου.

Επειδή όλα αυτά τα αρκτικόλεξα που αφορούν το πόσο γελάει κάποιος σε ένα chat είναι καμπόσα, λέω να τα βάλω με σειρά προτεραιότητας, από το πιο λίγο αστείο (ανθυπομειδίαμα - χαχα) μέχρι το πιο πολύ αστείο (ξεκωλωτικό - χαχαχαχαχαχαχα) και τις αντίστοιχες κεντρικές ιδέες / ελεύθερες μεταφράσεις, έτσι για ενδεικτική αναφορά.

  • LOL (Laughing Out Loud - γελάω δυνατά) ή LOL (β' εκδοχή: Lots Of Laughs - πολλά γέλια),
  • LOLZ (το ίδιο με πριν, αλλά στον πληθυντικό, δηλαδή πάρα πολλά γέλια),
  • LMAO (Laughing My Ass Off - ξεκωλώθηκα στο γέλιο),
  • LMFAO (Laughing My Fucking Ass Off - ξεκωλώθηκα εντελώς και συνεχίζω να γελάω),
  • ROFL (Rolling on Floor Laughing - κυλιέμαι στο πάτωμα από τα γέλια),
  • ROFLMAO (Rolling on Floor Laughing My Ass Off - κυλιέμαι στο πάτωμα ξεκωλωμένος από τα γέλια) και πάει λέγοντας.

Επίσης βιβλιογραφική αναφορά στα:

  • rotf-lol λήμμα από το οποίο εμπνεύστηκε το παρόν,
  • lol-some,
  • lolen.

    Aν ξέχασα κανένα σχωράτε με.

Πάει έχει χαθεί το μέτρο του γέλιου στο chat, πετρέλεος! Δηλαδή πάω στοίχημα ότι μέχρι να ανεβάσω τον ορισμό θα χουν ανακαλύψει κι άλλες εκατό αρκτικόμπουρδες, ώστε το γέλιο να πιάνει δυο - τρεις σειρές στα room για να φαίνεται τέλος πάντων πόσο διασκεδάζει ο κόσμος όταν κάποιος γράφει μια ανοησία.

maria99: - geia sou saki lol

sakis: - ep maria edw kai sy; lolz
mikripetalouditsa: ti 8a gini re maria 8a mas afisis kana gomeno LMAO!!!!!1111

maria99: - LMFAO

sakis: - min xtipieste koritsia gia oles exei o mpakses ROFL

maria99: - ti le re saki pou xtipiomaste gia parti sou ROFLMAO!!!!!!!1111111

(*σ.σ.: καλά συγνώμη τώρα, σας φάνηκε ο,τιδήποτε από τα παραπάνω να δικαιολογεί ακόμα και το lol; πρόκειται για φιλοσοφικό ζήτημα με μεγάλες προεκτάσεις, το κόβω εδώ και επιφυλάσσομαι - LOL).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία του Parents Over Shoulder (=οι γονείς μου είναι πάνω απ' το κεφάλι μου και μου τα σπάνε).

Κομπιουτερίστικη έκφραση κυρίως της νεολαίας.

- POS.
- Μάνα είσαι μεγάλη κατίνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξενόφερτο ιτερνετικό αρκτικόλεξο, εκ του «pissing myself laughing».

Ελληνιστί: ΕκΣτοΓέ (έκλασα στο γέλιο).

PMSL stop nit!!!

(από Vrastaman, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified