Επίσης, γενικός μειωτικός χαρακτηρισμός για γυναίκα που είναι άσχημη, ανασούμπαλη και ολίγον τι χαμούρα.

Και τα τσιγάρα μάρκας Camel.

  1. Ακόμη δεν μπορώ να πιστέψω ότι άφησε την Λιάνα για αυτήν την καμήλα.

  2. Καμήλα καπνίζει το φλώρι.

(από σφυρίζων, 30/03/13)Με την καυλή έννοια (από Khan, 30/03/13)Με την καυλή έννοια και πάλι (από Khan, 03/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι χαρακτηρίζουμε τον μνησίκακο, αυτόν που δεν αφήνει να ξεχαστεί τίποτε και κρατάει μανιάτικο με το παραμικρό. Συνήθως αυτά που θυμάται σε βάθος χρόνου και καιροφυλακτεί για να ανταποδώσει, είναι λέξεις ή ενέργειες που θεωρεί ότι τον έθιξαν / προσέβαλαν / μείωσαν, έστω και αν επρόκειτο -τις περισσότερες φορές- για μια αθώα φιλοφρόνηση ή αστεϊσμό. Συνεπώς η ιδιότητα της καμήλας συνοδεύεται και από δυσκοιλιότητα.

Η σύγκριση με το συμπαθές τετράποδο της ερήμου οφείλεται στην ιδιότητα και των δυο να αναμασούν, να μηρυκάζουν, να επαναφέρουν τα ίδια και τα ίδια.

Συνώνυμο της καμήλας είναι η κατσίκα, επίσης κλασικό μηρυκαστικό του ζωικού βασιλείου.

Η νουβέλα «Το μπουκάλι του Αμοντιλιάδο» του Ε. Α. Πόε, αναφέρεται ακριβώς στην εκδίκηση που σερβίρει ως κρύο πιάτο ο (αντι-)ήρωας - καμήλα, που δεν άφησε να πάει χαμένη μια προσβολή που του είχε γίνει πριν 20 χρόνια και έχτισε τον εχθρό του στο υπόγειο του σπιτιού του, αφού τον κατέβασε εκεί με πρόσχημα ότι θα του χάριζε ένα κάλι με σπάνιο κρασί.

(από electron, 13/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified