Από το ιδιόλεκτο των τατουατζήδων (tatto artists).

Είναι -σχεδόν- συνώνυμο με το χτυπάω (ένα τατού). Υπάρχουν όμως μερικές σημαντικές διαφορούλες.

  1. Το χτυπάω ένα τατού δεν χρήζει αυτοτελούς καταχώρισης καθότι περιπτωσιολογικού χαρακτήρα. Το χτυπάω διαθέτει ευρύτατες εφαρμογές (π.χ. χτυπάω ένα σάντουιτς, χτυπάω καινούριο μηχανάκι, χτυπάω γκόμενα, χτυπάω οχταράκι στα Λατινικά, χτυπάω υποτροφία κ.ο.κ) και του αρμόζει ένα κατά το δυνατόν εξαντλητικό λήμμα-ομπρέλα.

  2. Όταν πας να κάνεις ένα καινούριο τατού, λες «πάω να χτυπήσω» ή «πάω να βαρέσω». Όχι «πάω να πατήσω».

  3. Όταν όμως έχεις:

α) ένα παλιό τατού που έχει ξεθωριάσει (πρασινίσει) από τον ήλιο, τη μη χρήση προφυλάξεων ή απλώς τον πανδαμάτορα χρόνο,
β) ένα ημιτελές τατού που χρήζει συμπλήρωσης,
τότε λες «θα πάω να το ξαναπατήσω» ή «θα πάω να το πατήσω».

  1. Πατημένο είναι το μέρος εκείνο που έχεις χτυπήσει τατού.

- Και το μπράτσο πατημένο το 'χει, και τους ώμους και τη πλάτη και την κοιλιά και όλα. Εφημερίδα σκέτη σου λέω ο τύπος. Μόνο τα πόδια έχει αφήσει λέει γιατί και καλά έχουν πολλές νευρικές απολήξεις και πονάει.

  1. Γενικά, το πατάω χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε ένα συγκεκριμένο κομμάτι δέρματος.

- Την πλάτη δε στην πατάω που να χτυπιέσαι... είσαι τίγκα στις κρεατοελιές και μπορεί να γίνει καμιά μαλακία.

  1. Όταν δεν μας ενδιαφέρει να εξειδικεύσουμε το πού γίνεται το τατού, χρησιμοποιούμε πάντα τα βαράω και χτυπάω.

[I]- Που είναι ο μαλάκας ο Αμπού; Τον ζητάει μια γκόμενα στο τηλέφωνο..
- Μέσα είναι και βαράει σ' ένα παλικάρι, πάω να τον φωνάξω[/I].

  1. - Μπόιζ καλησπέρα..
    - Βρε καλώς το παιδί...
    - Έχετε δουλίτσα ή να σας πω μισό λεπτάκι;
    - Πες μου.
    - Είχαμε κάνει εδώ στον ώμο, πρόπερσι, αυτό το τραϊμπαλάκι αλλά έχει πάρει λίγο στις άκρες κι έλεγα να το πατήσουμε απο πάνω λίγο να έρθει...
    - Όταν σου 'λεγα να του βάζεις αντιηλιακό εσύ προφανώς μ' έγραφες στ' αρχίδια σου. Αυτό μόνο;
    - Αυτό και θα χτυπήσουμε κι ένα καινούριο στα πλευρά, έναν κινέζικο δράκο, έχω το σχεδιάκι έτοιμο.
    - Για να δω πότε θα σε βάλω τώρα...

  2. - Ουάου, γαμάτο ρε φίλε το τράϊμπαλ στον ώμο! Σε ποιον το χτύπησες;
    - Είναι ένα φιλαράκι που τα κάνει στο σπίτι του, με τα μισά λεφτά. Και μην το βλέπεις έτσι, το σχέδιο δεν έχει τελειώσει ακόμα, θα το ξαναπατήσω μόλις βρω κάνα φράγκο...

(από alamo, 05/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρεις ακόμα σημασίες, πέραν αυτών που έχουν ήδη λεξικογραφηθεί:

1) Κάνω γκράφιτι πάνω σε υπάρχον γκράφιτι, το «καταπατώ». Καθώς το πάτημα συνεπάγεται την μερική ή ολική διαγραφή του προϋφιστάμενου γκράφιτι, η πρακτική θεωρείται τουλάχιστον προβληματική, αν όχι «επιθετική». Περαιτέρω, επειδή τα έργα γκράφιτι συνήθως έχουν υπογραφή του ανθρώπου ή του crew (ομάδας) που τα δημιούργησε, το «πατάω» συχνά χρησιμοποιείται ως μεταβατικό με αντικείμενο τον «πατημένο» γκραφιτά.

o tsiko thelei na pei an katalava kala oti otan se patane me kati kalutero prepei merikes fores na to dexese.oi pse as poume kanoun megala kommatia pou gia na ginoun polles fores einai logiko na pathsoun kapoion allo mexri twra patane katotera kommatia,,afiste na pathsoun kati kalo k tous krazoume meta.

Από εδώ

2) Βρίσκω επιχείρημα, πρόφαση, διαπραγματευτικό ατού («πάτημα») για να προωθήσω μια επιδίωξή μου. Συντάσσεται με τοπικό προσδιορισμό, χρησιμοποιούμενο ως αμετάβατο.

Και οι «Καπανιτζήδες» κ οι της γειτονιάς αγοράζουν απο τον χονδρέμπορο γύρω στα 4 ευρό (εκτιμώ) κ οι μέν πουλάνε 6,5 οι δε 10. Αυτό πιστεύω λέγεται αφ' ενός αισχροκέρδεια, αφ' ετέρου ως πελάτες δεν την ψάχνουμε κ εκεί πατάνε οι της γειτονιάς.

Από εδώ

3) Στηρίζομαι (μτφ). Και αυτό αμετάβατο, συντάσσεται με τοπικό προσδιορισμό.

Μόνο που αντίθετα με τα μονοσήμαντα πρόσφατα σενάρια του εθνικού μας χορογράφου, το «Δεκαήμερο» προσφέρει άγρια συγκίνηση ακριβώς γιατί πατάει πάνω στο διαχρονικό αριστούργημα του Βοκκάκιου και δεν αναλώνεται πλήρως στην εικονοκλασία και τις γυμναστικές επιδείξεις.

Από εδώ

Το λήμμα, ιδίως με τις δύο τελευταίες σημασίες, δεν είναι ιδιαίτερα σλανγκ αλλά κάπως αδόκιμη λέξη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified