Ο γελοίος και σιχαμένος καραγκιόζης, ο μαλάκας, ο νταλάρας. Κατά το αγγλοσαξωνικό asshole.

«Τα κωλοτρυπίδια να βαράνε τις σάλπιγγες
Και τα μυγοχέσματα να δίνουν εντολές
Να ρυθμίζουν με σφυρίχτρα το εν-δυο οι μικροτσούτσουνοι
Το πόδι να βαράνε οι το στανιό μου μέσα»
Υβρεοπομπή, Φοίβος Δεληβοριάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά μεθυσμένος.

- Τι να σου πω ρε 'συ; Τίποτα δεν θυμάμαι από χτες το βράδυ. Κατά τις 2 είχα γίνει κωλοτρυπίδι. Π;vς κατέληξα γυμνός στο ψαροκάικο και να με παίρνει το ρεύμα στα ανοιχτά, ούτε που ξέρω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified