Πουνάνι (punany ή poonani) σημαίνει αιδοίο. Είναι λέξη Ινδικής προελεύσεως - απαντάται στην Κάμα Σούτρα - και είναι δημοφιλής στους κύκλους των μαύρων του LA και των Τζαμαικάνων του Λονδίνου.

  1. "You only love me when you want punanι!" (Από άλμπουμ του Τόμμι Λη)

  2. "Hear me now. Riiiiide the punany. Ride the punany" (Ali G)

  3. Do you want to smell my poonani? (Ανωνύμου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουνάνι ονομάζεται κατά πολλούς και μανάρι ή γκομενάκι. Είναι μια ωραία λέξη με την οποία δείχνει κανείς την ερωτική και όχι πνευματική έλξη που του προκαλεί το αντικείμενο στο οποίο αναφέρεται.

Πω πω πω, κοιτά κοιλιακούς / στήθος το πουνάνι ρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified