Το άπλωμα από παχιά, μαζικά και απολαυστικά φλόκια σε επιφάνεια κατά προτίμηση γυναικείας, λείας και νεανικής επιδερμίδας.

- Και πάνω στο καυλύτερο, λοιπόν, της χαρίζω μια πέρλα, όχι, τι λέω, τι πέρλα, ολάκερη φλοκάτη ήτανε...

Got a better definition? Add it!

Published

Το δασύτριχο στέρνο του Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ. Οπωσδήποτε το πουκαμισάκι είναι ανοιχτό ώστε να δείχνει το ερωτικό χαλί σε όλη του την δόξα. Κι οπωσδήποτε κοσμείται απ' τον χρυσό βαπτιστικό σταυρό.

Η έκφραση έχει καθιερωθεί λυρικά απ' τον Χάρρυ Κλυνν:

«Με το σταυρουδάκι να χάνεται στην φλοκάτη!»

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Περίπλοκη πατέντα με την οποία φαλακροί, κυρίως τύπου τάργκα, επιχειρούν να συγκαλύψουν το ένοχο μυστικό τους.

  2. Ιλαροτραγικά καταφανής περούκα που φέρουν πανσέληνοι (και μη) φαλακροί, επιχειρώντας να συγκαλύψουν το ένοχο μυστικό τους.

Δέον να σημειωθεί ότι και οι δύο ποικιλίες φλοκάτης σπάνια ανθίστανται στον αέρα και την βροχή. Με σπάνιες εξαιρέσεις ανθρώπων με διάθεση χιούμορ και αυτοσαρκασμού, οι περισσότεροι φορείς φλοκάτης είναι κομπλεξικοί. Πολλοί ακομπλεξάριστοι άλλωστε φαλακροί επιλέγουν την λύση του ξυρίσματος, η οποία κατά κοινή ομολογία προσδίδει και σεξαπίλ.

Ειρήσθω εν παρόδω, η λέξη φαλακρός υπήρξε σλανγκ κατά την αρχαιότητα (εκ του φαλλού άκρη, αγγλιστί dickhead)

- Ποιον πας να κοροϊδέψεις βρε καράφλα με την φλοκάτη σου; Ουστ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified