Συνεχίζω και εγώ να ψάχνω την ταινία με τον Τέλη Σταλόνε στο ρόλο του Dredd.
Δες επίσης και το λήμμα τσαμπουνάω και τα σχετικά μήδια.
Αν το βλέπετε μαύρο το πρώτο μήδι είναι επειδή έχει γίνει το σκηνικό. Κάντε κλικ και θα δείτε.
Τέτοια παρέλαση γίνεται και στην Αθήνα από το 2005. Δες και το λήμμα ΛΟΑΤ.
Ή, μήπως είναι από το soigné=περιποιημένος, τακτικός; Κλίνω μάλλον υπέρ αυτού διότι το σένιος είναι σχετικά παλιά λέξη και λεγόταν πριν γίνουν της μοδός εν Ελλάδι τα σινιέ ρούχα
Σχετικό, νομίζω, και το θα σου χέσω το λιβανιστήρι. Βεβαίως και υπάρχει και η έκδοση που να σου χέσω το λιβανιστήρι ...
Μια αναφορά στο fuck buddy υπάρχει και στο λήμμα πουτσοδότης.
Προεξεγλώντας ότι οι mods θα εισακούσουν την αίτηση του vrasta ... κατά το τσιμπούκια ο τίγρης σχηματίζεται και το κλαρίνα η πεσκαντρίτσα ... που δεν είναι τόσο τραβηγμένο όσο φαίνεται αν σκεφθεί κανείς ότι η πεσκαντρίτσα είναι η μεσογειακή έκδοση του monkfish ... όπερ καθ'ημάς μεθερμηνευόμενον το ψάρι του καυλόγερου ...
Εδώ το είχες δει, hank: καικαλούας/-ού
Pε πστ, δεν θέλω να γίνομαι κακός αλλά από τους εν ενεργεία δημοσιογράφους - όχι πόσοι θα μπορούσαν να την γράψουν, αλλά πόσοι έστω θα την καταλάβαιναν αυτή την ατάκα;
Δες και αυτό: νταξναούμ
Τhanks Hank!
Δεν επιμένω. Συμφωνούμε τουλάχιστον ότι οι καπότες πέφτουν μέσα από τον κώλο του έτσι;
stretta=στενή, σφιχτή, όχι χαλαρή. Πώς λεμε εσπρέσσο στρέτο και ριστρέτο;
Γράφεται και fica (το συνηθέστερο) αλλά και figa (όπως στον στίχο των Gem Boy πιο πάνω). Σύμφωνα με το λινκ που δίνει ο vikar, το figa είναι πιο διαδεδομένο στη Σαρδηνία, την Βόρεια Ιταλία και την Ιταλόφωνη Ελβετία. Μάλιστα.
َΑν μου επιτρέπεται, να αποπειραθώ μια κάπως διαφορετική ερμηνεία που πιστεύω ότι κάνει τα πράγματα πιο σαφή και συγκεκριμένα. Νομίζω, λοιπόν, ότι εν προκειμένω κολόνα είναι η πούτσα επί της οποίας ο ομιλών παροτρύνει τον άλλον νάρθει και να χτυπήσει τον κώλο του. Και, με το χτύπημα, το τράνταγμα, θα πέσουν από τον κώλο του τελειωμένου οι καπότες (χρησιμοποιημένες και έμπλεες σπέρματος, εννοείται) που έχουν μείνει μέσα στον κώλο της αδέρφως από τις προηγούμενες φάσεις που τον είχε φάει. Ευχαριστώ.
Από το Ιταλικό il culo è la fica del futuro, πολιτικό (!!!) σύνθημα των αρχών της δεκαετίας του '70 - μετρικά λειτουργεί, δοκιμάστε το. Και όπως έχει πει πιο πρόσφατα και το σωστό γκρουπ Gem Boy στον κλασικό στίχο: «Vieni qui, il mio amore è puro e il culo credo sia la figa del futuro!» --> «Έλα δώ, ο έρωτας μου είναι αγνός και ο κώλος, πιστεύω, θα είναι το μουνί του μέλλοντος».
To '81. Επί ΠΑΣΟΚ ήταν.
Δες και τσάρλης
Όχι πώς έχει μεγάλη σημασία, όπως είπε κι ένας άλλος χρήστης για ένα άλλο λάθος σου εδώ, αλλά η λέξη σκαμπίλι δεν είναι τούρκικης προέλευσης. Είναι γαλλικής προέλευσης και συγκεκριμένα προέρχεται από το brusquembille που είναι, βέβαια, ένα παιχνίδι στα χαρτιά - και το σκαμπίλι, άλλωστε, ένα παιχνίδι στα χαρτιά σήμαινε κατ'αρχάς στα Ελληνικά. Οι γαλλομαθείς θα αναγνωρίσουν ότι τo brusquembille είναι παραφθορά του brusque en bille, αργκό έκφρασης που σημαίνει ακριβώς απότομη σφαλιάρα στη μάπα.
Ίσως σχετικό με το τούρκικο bitiş=τέλος. Ο βλάκας, δηλαδή, όπως λέμε και ο τελευταίος.
Δεν ξέρω αν η αναφορά είναι στο Μέτσοβο ή στο Λέχοβο. Πιθανώς, συνδυασμός.
Μοναχόπολη - Βαλτοπαίδι edition
Γίνεται και αυτή η αντιδιαστολή: Χονολουλού και Ταγκανίκα.
Μια παρατήρηση, αν μου επιτρέπεται. Η εκδοχή ότι τα μελιτζανιά αναφέρονται στα εσώρουχα που φορούσαν οι πόρνες είναι μία από πολλές και δεν είμαι βέβαιος ότι αυτήν είχε κατά νου ο ποιητής εν προκειμένω. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι τα μελιτζανιά είναι τα πένθιμα σκούρα ρούχα - και με τη σημασία αυτή συναντούμε τη λέξη σε δυο παραδοσιακά τραγούδια, ένα που λέγεται «Μελιτζανιά» και στο «Κυρ Κωστάκη έλα κοντά» που έχει τραγουδήσει και ο Νταλάρας (περισσότερα στο stixoi.info). Ίσως να εύχεται ο ποιητής δηλαδή να μην ξαναπενθήσει η μάνα του. Αλλά, μελιτζανιά έλεγαν λόγω του χαρακτηριστικού τους χρώματος και τα ρούχα των φυλακισμένων, τη στολή της φυλακής, και με τη σημασία αυτή, νομίζω, χρησιμοποιείται η λέξη στο «Δεν ξανακάνω φυλακή». Ο συγκεκριμένος στίχος υπάρχει και ως «τα μελιτζανιά να μην τα βάλ-ω πια», το ρήμα σε πρώτο πρόσωπο, και έτσι βγάζει νόημα κατευθείαν - δεν ξανακάνω φυλακή, δεν ξαναφοράω τη στολή της φυλακής.
Όλα αυτά, βέβαια, δεν αφαιρούν τίποτε από την εμπεριστατωμένη ανάλυση του κυρίως λήμματος, της ντούγκλας.
Σωστόστ. Αλλά, γιατί πούστη και γιατί παράγκα; Υπάρχει κάτι πιο συγκεκριμένο από πίσω; Γιατί όχι, φιριπείν, όξω ρουφιάνε απ'το ρετιρέ; Λέμε τώρα.
Εεεε ... όχι. Η λέξη είναι απείρως παλαιότερη από τη δεκαετία του '50 και η προέλευση της είναι από το τούρκικο caba που σημαίνει ακριβώς το ίδιο.
Αρχηγέ, μεγάλη πληγή άνοιξες. Ναι μεν έχεις δίκιο ότι είναι έννοιες διακριτές όπου παποκαισαρισμός=ο πάπας είναι αρχηγός του κράτους και καισαροπαπισμός=ο αυτοκράτορας είναι αρχηγός της εκκλησίας, αλλά στην πράξη οι διάφοροι αγριοχριστιανοί χρησιμοποιούν τους όρους αδιάκριτα. Χαλάλι σου, πάντως, μ'έστειλες μετά από πάρα πολλά χρόνια να ανατρέξω στον Berdyaev. Αν το θέμα παραμένει ανοιχτό μπορούμε να αποταθούμε και στον Γιανναρά - βέβαια, αν το google κάνει τη δουλειά του θάρθει να μας βρει μόνος του.
Ζαγοράκης. Αλλά, ρε πστ, πόσοι είστε εσείς οι Hank και προλαβαίνετε και γράφετε τόσα; Τι πίνετε και δε(ν) δίνετε;