αξίζει ναι σημειωθεί ότι αν μια κοπελιά παραστεκούλίζε στους τερσανάδες της έβγαινε αμέσως το όνομα...
vzoom
..ποιο ειδικά είναι τα φαρικά, του καβοδέτη, τα πιλοτικά άν χρειάζεται κοκ...
μην ξεχνάμε και τα αχθοφορικά...
επανακύπτω στο λήμμα ετούτο, γιατί το αυτοψυχοψάξιμο ή ίσως αυτοψυχοβγάλσιμο του παραδέιγματος είναι τόσο ετερόκλητο και ιλιγγιώδες, που καθίσταται - κοινωνικά - Πραγματικό με το που κεφαλαίο...
ωραίον, παραπέμπει και στο Μπαρμπαγιώργο
χότζα, σε κόβω να ξέρεις
- ωραίες ιστορίες γι' αυτά τα αναξιόπλοα που τ΄αμολάνε ακυβέρνητα για στόχους για τα υποβρύχια που όμως δεν την παλέυουνε και τελικά επεμβαίνουν και τα βοβαρδίζουν αεροπλάνα για να τα βουλιάξουν
- αν τελικά αυτός ο Κατάρας ο ναύτης που έκανε 5 χρόνια θητεία και προκάλεσε πετρελαιοκηλίδα ανοίγοντας από φούρκα τη στρόφιγγα του σκυλοπνίχτη στον οποίο υπηρετούσε είναι υπαρκτό πρόσωπο;
τζονμπλακ, οι πηγές οι δικές σου τι λένε;
Στην Κρήτη ως πιτσιρικάδες όταν κάναμε μαλακίες μας φωνάζανε οι ενήλικες «έλα 'πά για θα σε κουλουκουρίσω = θα σε κουρέψω τσάτρα-πάτρα, και στο ίδιο μήκος πνεύμα:
- θα σε κουτσουραδίσω, κοτσοραδίσω ή κοψοραδίσω = θα σου κόψω την ουρά
- θα σε μισερώσω
- θα σε καταλύσω = θα σε δείρω άσκημα
- θα σε τσαλοπατήσω = τσαλαπατήσω -
- θα σε μπουζ(ι)άξω = θα σου δέσω μαζί τα πόδια προκειμένου να σε ακινητοποιήσω όπως το προς κουράν πρόβατο και θα σου κάνω όλα τα παραπάνω...
το αντίστροφο:
- πού 'σαι ρε, πού χάθηκες;
- καλά, εσύ;«
προκαλεί αμηχανία...
πονήρόσκυλο, μεταξύ Ψωλής του Βασιλέως και Πούτσας του Μπάρτον δεν τίθεται ζήτημα επιλογής, απόλυτο σέβας!
είναι και στον άνθρωπο παιδιά, άμα είσαι ψιλονευρόσπαστος σαν και του λόγου μου μισά τα καπνίζεις. σπεκ σου Μύδους.
σχετικά και τα «γαμείς τουλάχιστο;», τα «γαμείς, γαμείς;», τα «δε γαμείς, ε;» που δε μπορούν να ειπωθούν με το «γαμάς» και που όλοι έχουμε ακούσει και ξέρουμε πότε και πώς λέγονται... σπεκ γαϊδουρότσιτα
Σωστός ο Johnblack, εγώ έχω εικοτολογήσει σχετικά με το «γιατί υπάρχουν οι κράχτες;» ως εξής: οι κράχτες (στις ταβέρνες) είναι σημείο που εκτιμάται θετικά από μικρομεσαίου εισοδήματος και μορφωτικού επιπέδου πελατεία, η οποία ασυνείδητα (ή πρακτικά, αν θέλετε) θα εξελάμβανε την απουσία κράχτη ως δυστοκία, έως και παρέκκλιση του καταστήματος από τα μέσα προς άνω στάνταρ (που δεν έχουν να κάνουν με την ποιότητα του φαγητού, αλλά με την κατανάλωση - αποδοχή). Η παρουσία κράχτου ως επιτρεπτό επίπεδο λαϊκουριάς επιβεβαιώνει το πολιτισμικό συμβόλαιο του πελάτη με το μαγαζάτορα και προσφέρεται για μέσου βεληνεκούς επιδεικτική κατανάλωση/συμπεριφορά τύπου οικογενειακή έξοδος.
Επίσης, όντως, οι κράχτες γαμάνε, άλλωστε είναι επαγγελματίες του ψησίματος, τώρα το τι γαμάνε άλλη ιστορία...
σε χαίρομαι βράστα, σε χαίρομαι
ωραίος ο τζον, όλα τα παραπάνω όντως παίζουνε... πιο ιδιότροπο είναι το ρήμα τρώω, λ.χ. για μια που έχουμε γαμήσει λέμε «τό' χω φάει αυτό» ή σπανιότερα «την έχω φάει αυτή», μπορεί ακόμα και να ρωτήσουμε «τι έγινε, τό 'φαγες το καυλάκι;» (!...) αλλά κάπου κολλάμε/δε μας κολλάει να πούμε «το έτρωγα» ή «την έτρωγα»...
επίσης στην Κρήτη «του τον άμπωχνα», αμπώχνω = σπρώχνω
με το ρήμα «(ν)νταχτιρντίζω» τι γίνεται; με το «νταχντιρντί του λέγανε/και μου το παντρεύανε».... ;
μπρίκια κολώ, μπρίκια κολώ.... ακραίο....
άλλιβε, τα αλεφάντεια αξίζουνε καταχώριση....
το σταματάνε το τυπογραφείο έτσι όπως πάνε αυτοί...
ε ναι τι έχουμε να χωρίσουμε;
ναι, ναι, αλλά η μεταφορά μπάζει από παντού: η μομφή προς το νεροκουβαλητή είναι ότι συμβάλλει στο υφιστάμενο γύρισμα του μύλου (αθέλητα ή ηθελημένα) γι΄αυτό και η φράση μπορεί να ειπωθεί και για ιδεολογικά παπαγαλάκια και για τους αλλοπρόσαλλους που λες εσύ), μομφή ανόητη, γιατί α) δεν συμβάλει στο γύρισμα ενός μύλου ο κάθε μεμονωμένος κουβάς β) ακόμα κι αν συνέβαλλε, το κουβάλημα νερού με τους κουβάδες ως δημόσια πράξη θα απαξίωνε τον ίδιο το μύλο γ) αν μιλάμε για ένα μύλο που πράγματι τροφοδοτείται ενεργειακά από πολλούς μεμονωμένους κουβάδες τότε δεν έχει νόημα η μομφή, γιατί τότε δεν υπάρχει ανεξάρτητη, μαζική ροή που ενισχύεται από τους κουβάδες, αλλά οι κουβάδες δημιουργούν τη ροή (μια «αντισυστημική» ροή, ας πούμε), γεγονός που καθιστά την πράξη του κουβαλήματος νερού με τον κουβά πράξη δημιουργική και όχι ιδεολογική.
αγαπητέ μήτσο, αν και αντιλαμβάνομαι τη χρήση που κάνεις της φράσης για να κατακεραυνώνεις τους απολιτίκ μπουρμπουραγάδες αυτού του κόσμου, δε μπορώ παρά να ομολογήσω την τεράστια αντιπάθεια μου γι΄αυτήν την αγγλοσαξονική (;) παροιμία/δημοσιογραφικό κλισέ περί νερού και μύλου που στερείται απολύτως νοήματος, εφόσον το να κουβαλάς νερό με τους κουβάδες για να κινήσεις ένα νερόμυλο από άποψη ενεργειακή είναι εξαιρετικά ηλίθιο.
καλοβυρνέφωνο: 1. το τηλέφωνημα που δέχεσαι από τον Λίο ενώ είσαι στο slang.gr, ότι το λήμμα που μόλις ανέβασες είναι δικό του 2. το τηλέφωνο που παίρνει ο ομοφοβικός μπαμπάς ενώ εσύ τρίβεις τη ράχη του Λίο Καλοβύρνα 3. ο χρήστης φερέφωνο του Λίο Καλοβύρνα.
και πιο λεσβιακά «κουταλάκι»
βλ. και σχιζοφρένεια, πάτα κιούτα ντάνσινγκ
ρε κοπέλια και κοπελιές, τι έχασα... άντε κι ένα από μένα
Κείνη την ώρα, με τον ήλιο να δίνει στο κούτελό του, ο αρκούδαρος ανηφόριζε να γυρέψει τον ίσκιο στο μετόχι του, να βρει τόπο κάτω απ' τους γεροντόπευκους να κατεβάσει τις βράκες του, να ξαλαφρώσει, κι όσο εξαλάφρωνε τόσ' άνοιγε τις ρουθούνες του να μυριστεί την πλάση του Θεού και την εδική του, τα δημιουργήματα και τα κρίματά του, που τ'αγάπα το ίδιο, και ν' αγναντέψει από κάτω το Μεγάλο Κάστρο, πού' τανε γι' αυτόν σεϊρι ισόβιο.
ναι ρε πάτσις, νομίζω έχει να κάνει με την απενοχοποίηση (γιατί περί αυτού πρόκειται) της εξειδίκευσης στην Ελλάδα... όλοι σήμερα διεκδικούν ένα μερίδιο στην αυθεντία επί τινός επιστητού (από την τεχνολογία μέχρι τις διανθρώπινες σχέσεις), και πλέον δεν έχουν πρόβλημα να το δηλώσουν, ενώ πιο παλιά αυτό, εκτός ορισμένων τομέων (μαστοριλίκια, ιατρικά θέματα κλπ) ίσως επέσυρε ντομάτες και το «καλά, εσύ θα μου πεις ρε τι/πως/που/ποιος....;» Σήμερα - εδώ και κάποια χρόνια, σχηματικά από τα μέσα 90s - έχουμε κατά κανόνα ένα αμοιβαίο τουμπεκί ψιλοκομμένο, μες στην αγωνία μήπως ο άλλος ξέρει καλύτερα, μήπως να κάνω κι άλλο έρευνα γνώμης.... +φυσικά το ιντερνετικό περιβάλλον, που ευνοεί την αναζήτηση πληροφορίας επί παντός επιστητού με περίπου προφορικό τρόπο....
εγώ πάλι βλέπω τον ψευδοσχολαστικισμό με τον οποίο αντιμετωπίζουμε το αντικείμενο μας - τη σλάνγκ, μη μπερδεύόμαστε) - (ψευδο- με την έννοια ότι το κάνουμε εκτός ακαδημίας) ως αυτό που μας καθιστά κατά durkheim/μπουρντιέ, ενα πλεονασμό στον πλεονασμό που το λόγιο σύμπαν ήδη είναι ως προς τον... κόσμο...
έχει και καλά πόδια η αστική δικτατορία
όπως έλεγε κι ο Βαμβακάρης «Η ανάγκη δε µ' άφησε να µάθω γράµµατα, αλλά κι αυτοί που τα 'µαθαν
τζούρα μαχαλάς κι αέρας πελεκούδια είναι».