#1
vikar

in τσιμπουκολελέτα

Κλικάρεις στην ταμπέλα «Αναφορά» κάτω απ' τον ορισμό, και ενημερώνεις τους συντονιστές για ν' αναλάβουν.

#2
vikar

in ένα πέο κάτουρο

Ωραίος, κρατούμενο.

[«ήντα» όταν λέμε;.. τριήντα;... σαρήντα;...]

#3
vikar

in ένα πέο κάτουρο

Βγάζει νόημα αυτό που λές, αλλα μήπως έχεις και κάνα (παλιό) κείμενο υπόψη με την έκφραση όπως τη λές; Δέν τό 'χω ξανακούσει αυτό.

#4
vikar

in συναχωμένος

Το οποίο σινάχης; Τούρκικο;...

#5
vikar

in σύρε γαμήσου

Το οποίο εμπίπτει στην περίπτωση 7.iii στον ορισμό του πάτσι.

#6
vikar

in γερολαία

Νομίζω ότι ο vikar καίτοι προβληματικός βρήκε την λύση! sfyrizon Έχω λύση και για την περίπτωσή σου. Πές μου ποιό μοντέλο έχεις και θα σου πώ πως να την βγάλεις, έλα, αφού του λόγου σου απο αυτοδιόρθωση ιδέα.

#7
vikar

in γερολαία

πάντως εγώ έχω το πρβλμ με φάιρφοξ σούλτο Σ' αυτήν την περίπτωση, προσπάθησες να πιάσεις το πεδίο (που είναι να γράψεις τον ορισμό) απο τη γωνία κάτω δεξιά, και να το σύρεις προς τ' αριστερά μπάς και φανερωθούν τα κουμπάκια; (Στο κρόουμ πάντως αυτό δέν μου δούλεψε.)

#8
vikar

in γερολαία

Όντως, μόλις δοκίμασα με κρόουμ και τα κουμπάκια δέ φαίνονται. Μπάγκ... Συνεπώς, είτε βάζουμε τα γούταγκ με το χέρι, είτε παίζουμε με άλλους μπράουζερ για την ώρα.

#9
vikar

in γερολαία

Χάν, όταν λές «όταν γράφω μέσω Γκούγκλ» εννοείς τον κρόουμ ή κάτι άλλο;

(Παρεμπιπτόντως, εγώ που χρησιμοποιώ φάιρφοξ δέν έχω αυτό το πρόβλημα.)

#10
vikar

in σπατσάρω

...

Σωστός. Απ' ότι καταλαβαίνω άρα, πρόκειται πιθανότατα για προσαρμογή της παροιμίας απ' το Μάρκαρη.

#12
vikar

in σπατσάρω

«Θα μπορούσα, βέβαια, ν' ανοίξω τον τραπεζικό λογαριασμό της ομάδας, αλλα θα μου πάρει χρόνο. Γι' αυτό θέλω τη βοήθειά σου.» [...] «Παιχνιδάκι, κ. αστυνόμε. Σε μισή ώρα θά 'χουμε σπατσάρει

(Π. Μάρκαρης «Άμυνα ζώνης», 2001, Γαβριηλίδης)

#13
vikar

in αλβανιάζω

Σώπα ρε φίλε, κάναν τέτοιο πράμα και οι αλβανοί;... Εγώ ξέρω μόνο 'τι το κάνανε οι έλληνες στους αλβανούς. Είχα και «φίλο» που μιά φορά άρχισε να κομπάζει περι αυτού, πώς μαζεύτηκαν μπουλούκι και την πέσανε σε αλβανό που 'χαν σταμπάρει, στη Σαλονίκη, και του πήρανε το κινητό (τάλε κουάλε δηλαδή το τελευταίο σου παράδειγμα).

Να πώ, μία και μίλησα, οτι το ρήμα μ' αυτήν τη σημασία του «χρυσαυγιτίζω» δέν το έχω ακούσει.

#14
vikar

in τρελοκαμπέρω

Ναί, τα λέει και ο κυρ-σαράντ εδώ.

#15
vikar

in ταραφιντάν

Καλά τα λές. Αυτόν έπρεπε να του βάζαμε λουρί απο μικρό, τώρα πάει.

#16
vikar

in ταραφιντάν

Έλα, όκέι, επιτέλους σε πιάνω (που θά 'πρεπε και πιό νωρίς, καθότι λουντεμοπαθής). Όντως, θα μπορούσε νά 'ναι ο παπάς στο σχολείο του Μέλιου, αλλα για έγκριτες λεπτομέρειες θά 'πρεπε να ρωτήσουμε κάποιον που να ξέρει ανακατωτά τέτοιες εκφράσεις χαμινίων.

#17
vikar

in ταραφιντάν

Έχει τέτοιο κείμενο ο Λουντέμης όντως;! ποιό ρε; (εγώ νόμιζα απλά οτι εσύ εκανες πλάκα, ήξερα οτι ο Λουντέμης υποστήριζε τα ιδιώματα έμπρακτα, αλα Παπαδιαμάντης και δημοτική, όχι όμως οτι έχει γράψει και περί αυτού)

#18
vikar

in μπούμα

Σε κάτι πιπεράτες, με παρανόμι «ο μπούμαν»... χέχ... χέχ-χέχ...

#19
vikar

in μπούμα

Παρεμπιπτόντως, σύσταση προς επίδοξους ερασιτέχνες κινηματογραφιστές: εάν χρειάζεστε αξιόπιστο αλλα μή επαγγελματία μπούμαν, απευθυνθείτε στον πλησιέστερο φίλο σας δάσκαλο ή δασκάλα· η εξάσκησή τους στο γράψιμο στον πίνακα, είναι ότι πρέπει για το μπουμανλίκι (όπως ακριβώς και η εξάσκηση του Ντάνιελ-σαν στο βάψιμο του φράχτη του Μιγιάγκι ήταν ότι πρέπει για το καράτε).

#20
vikar

in μπούμα

(ά, για τον μπούμαν το λές ήδη στην πρώτη φωτό, σόρι)

#21
vikar

in μπούμα

Οι δύο ετυμολογίες φαίνεται να σχετίζονται.

Ο Μπάμπης στο λήμμα μπούμα (που δίνει μόνο τη σημασία «πανί πλοίου σχήματος τραπεζίου, το τελευταίο προς τη μεριά της πρύμνης»), ετυμολογεί ως εξής:

μπούμα < ιταλ. boma < μέσ. γαλλ. bôme < παλ. ολλ. gikböm «κατάρτι» (πβ. γερμ. Baum «δέντρο»)

Το δέ Μέριαμ-Γουέμπστερ δίνει σε μία απ' τις σημασίες του boom (ως ουσιαστικού) την ερμηνεία «a long more or less horizontal supporting arm or brace (as for holding a microphone)» και το ετυμολογεί ως εξής:

Dutch, tree, beam; akin to Old High German boum tree

Να πούμε επίσης οτι η μπούμα του λήμματος είναι βέβαια ομόρριζη με τον προσφιλή γνωστό άγνωστο κινηματογραφικό μπούμαν (< αγγλ. boom man), τον ταλαίπωρο που κρατάει το ματσούκι του μικροφώνου, δηλαδή τη μπούμα, σε διάφορες λήψεις, και τρώει και το βρίσιμο και τη χλεύη του κοινού οταν το μικρόφωνο προβάλλει δειλά-δειλά απο πάνω στο κάδρο καθότι του καημένου του μπούμαν τα χέρια δέ στηρίζονται σε άλλες μπούμες και μας χαλάει το μέικ-μπιλίβ να πούμε (αλλα «μπούμαν»!... εγώ τουλάχιστον ακόμα γελάω μ' αυτή τη λέξη όταν πέφτουν οι τίτλοι στις ταινίες).

#22
vikar

in παίζω

Μπράβο ρε πάτσι. Πώς μας είχε ξεφύγει αυτό;

Θα μπορούσαμε να πούμε, κάπως αφηρημένα, οτι το παίζω έχει σημασίες που αφορούν γενικά την ύπαρξη: «υπάρχει», «υπάρχει μεταξύ κάποιων τιμών», «ενδέχεται, υπάρχει ως ενδεχόμενο, ώς δυνατότητα», «συμβαίνει».

#23
vikar

in σκαγιάζω

Ναί, μετάφερε τώρα τη σύγχυσή σου σε αιώνες στιβαρής φιλολογικής έρευνας, έτσι μπράβο, δάτς δε σπίριτ...

(αχέμ... όντως οι διαφορές αυτών των όρων είναι σπαστικές)

Το αργκοτικό εδωπέρα είν' απλά η σλανγιωτατική χρήση του τυπικού κλισέ γνωρίζω στιγμές δόξας.

#25
vikar

in ταραφιντάν

Σαλονικιός, αλλα δέν την έχω ακούσει τη λέξη. Πού τη λέει ο Λουντέμης, θυμάσαι;

#26
vikar

in ότι

@Galadriel, patsis: Μια πάπια, μα ποιά πά πιά.

#27
vikar

in ότι

@patsis: Ο τζίζας δέν είναι εγκυρότατη πηγή πιά.

#28
vikar

in πάπαλα

Το πάπαλα, λέν Τριαντάφυλλος (εδώ) και Μπάμπης (κλεψιμέικα λίνκ δέ βάζω, το Μπάμπη μου τον πλήρωσα!), είναι παιδική, νηπιακή λέξη. Ενδέχεται όμως, λέω, να είναι παρόμοια περίπτωση με το φίκι-φίκι, και να σχετίζεται με το νοτιογερμανικό babbela (εδώ πιχί), που υπέπεσε στην αντίληψή μου πολυπρόσφατα.

Η σημασία του babbela είναι τάλε κουάλε η δικιά μας. Ονλάιν βρίσκω αυτό εδώ, που γράφει ας πούμε στο τέλος τα εξής:> Dies sagt man den Kindern oder diese sagen es mit zunehmender Sprachfähigkeit selbst, wenn nichts mehr in der Schüssel, im Teller, aber auch im Schobbåle ist. Und den folgenden Spruch werden manche Mütter gebrauchen oder sich noch daran erinnern: «Babbåla, neks meh da!» Παναπεί: «Το λέμε στα παιδιά ή το λέν και μόνα τους όταν αρχίζουν να μιλάνε, όταν πλέον είναι το μπολάκι, το πιάτο ή το μπιμπερό άδειο. Πολλές μανάδες θα πούν ή θα θυμηθούν τις εξής κουβέντες: ''Πάπαλα, δέν έχει άλλο!''»

Η λέξη στα γερμανικά ανήκει τουλάχιστον στη σουηβική διάλεκτο και στο ίδιο κείμενο γίνεται μιά απόπειρα να αναχθεί στο παλιότερο Bäpp/Papp που καταγράφεται στο λεξικό των αδελφών Γκρίμ με τη σημασία «χυλός, παιδικό φαγητό». Ενδιαφέρον επίσης, άν και δέν αναφέρεται στο κείμενο, είναι οτι στα γερμανικά το alle σημαίνει επίσης «τέλειωσε, τέρμα, πάπαλα», και ίσως να υπήρξε σχετική έλξη (όχι οτι το alle είναι συστατικό του babbela: το -le στα σουηβέζικα είναι τυπικό υποκοριστικό επίθημα).

Δέν είμαι σίγουρος, πιθανό να πρόκειται γι' απλή σύμπτωση το όλο, αλλα η σημασιολογική σύμπτωση μαζί με την ηχητική (υπόψιν οτι αυτά τα b προφέρονται εντελώς σχεδόν σαν π, έτσι άλλωστε και το έπιασα) βάζουν σε σκέψεις. Ας πούμε, μία πρώτη, αναμενόμενη ερώτηση: πόσο παλιά είναι η λέξη στα ελληνικά;...

#29
vikar

in μινέτο

Και νά και το κείμενο του Χριστιανόπουλου (κόψε-ράψε απο 'δώ), που αναφέρει ο ξηροσφύρης:

[I]Το ’50 τό λέγαν μινέτο. Ήταν μιά λέξη που έφερνε στο νού παραλυσίες ευρωπαϊκού τύπου. Η ηθική μου φρικιούσε και μόνο στο άκουσμά της. Οι παθητικοί το απέφευγαν γιατί το έβρισκαν λίγο εξευτελιστικό· οι ενεργητικοί το αποστρέφονταν γιατί υπέσκαπτε τον αντρισμό τους. Κυριαρχούσε ακόμη ο βιασμός.

Το ’60 τό λέγαν τσιμπούκι —μιά παραπειστική επιστροφή σε οθωμανικές ακολασίες. Οι αδερφές άρχισαν να το δέχονται σαν ένα νόστιμο μεζελίκι, και τα τεκνά ένιωθαν πιό πολύ άντρες όταν κανείς γονάτιζε μπροστά τους. Το χάλασμα είχε αρχίσει, μόνο που δε φαινόταν ακόμα.

Το ’70 τό λέγαν πίπα. Αν το τσιμπούκι γινόταν απ’ το περίσσευμα, η πίπα πλέον βόλευε το υστέρημα. Χάθηκαν οι κολομπαράδες, χιλιάδες μπάμιες μπέρδεψαν με το αλληλογλείψιμο τους ρόλους.

Ποιος ξέρει τί θ’ ακούσουμε ακόμα, τί νέα ονόματα θα υποδυθεί η αναπηρία.[/I]

#30
vikar

in -άγκουα

Περνιέται όμως για σλανγιωτατισμός, θα έλεγα.