Τσαλακώνομαι όμως, στην αργκό των ηθοποιών, σημαίνει την ερμηνεία μη κολακευτικών ρόλων (π.χ. μια ομορφούλα, που παίζει συνήθως τη μπεμπέκα, να παίξει ρόλο κακιάς ή θείτσας κλπ ή κανας μορφονιός με μούσκουλα να κάνει τον καθυστερημένο ή τον λούζερ κλπ).
Χαρακτηριστικό των Ελλήνων ιχθυοποιών, είναι οτι στην συντριπτική τους πλειοψηφία δεν έχουν καμία διάθεση (ούτε τ' αρχίδια-ούτε και το χιούμορ) να τσαλακωθούν...
Άλλο πράγμα το βιδάνιο των χαρτοπαιγνίων, πορνείας, ναρκωτικών κλπ εκνόμων δραστηριοτήτων = πόντοι, ρέφες, που παίρνει ο τσιρίμπασης και άλλο πράγμα το κρυμμένο πίσω απ' τον πάγκο βαρέλι με τα βιδάνια = αποπιώματα όλων των ποτών (ρακί, ούζο, κρασί κλπ), απ' όπου ο κάπελας κερνούσε που-και-που κανα φουκαρά πελάτη του, για να του σχωρνάει τα ποθαμένα.
Τέτοιου είδους βαρέλια (με την επιγραφή All Sorts), υπήρχαν και εν Αλβιόνι προ αιώνος, μόνο που εκεί χρέωναν τον εξαθλιωμένο πότη κατιτίς λιγότερο απ' το κανονικό ποτήρι.
Και γαμώ!!!
Έτσι μπράβο, οικειότητα.
Ο Μάκαρος, ο Βαρδινογιάνναρος, η Παγκαλάρα, ο Αντρίκος, ο Κωστάκης, ο Γιάννος κλπ.
Γιατί «μαζί τα φάγατε»...
Ματζέστικ και Κεντρικόν στη Μητροπόλεως! Τιπεστώρα! Τάβλι (με χρονοχρέωση) και των γονέων! Έρμα μου νιάτα, που τσαλακωθήκατε...
Τρομερό!
Τσέκα και σκαρίφημα χαρακτήρα του «Αδιάκριτου» σε Α. Λασκαράτου «Ιδού ο Άνθρωπος» (Ημερολόγιον Σκόκκου 1886, Πάπυρος 1969, Ερμής 1970).
[I]Όταν κρυώνω κι αρρωσταίνω ψάχνω εσένα
Θα 'θελα να 'μουν ο πιο κακός σου γιος
Να σου γκρινιάζω πως εδώ δε ζεί κανένας
Να σ' αγκαλιάζω κι ύστερα να σου ζητώ
Στο δρόμο να με βγάλεις που Ολι-σθαίνει
για τη δικιά σου κοντινή Αργεντινή
Μ' ένα κλειδί κι ένα περίστροφο στην τσέπη
θέλω να τρέξω κατά εκεί
Όταν ξυπνάω τρομαγμένος, βλέπω εσένα
μια γνώριμη σκιά στον ουρανό
Με πλησιάζεις με λόγια ιδρωμένα
με νανουρίζεις, μα εγώ κλαίω και σου ζητώ
Στο δρόμο να με βγάλεις που Ολι-σθαίνει
για τη δικιά σου κοντινή Αργεντινή
Μ' ένα κλειδί κι ένα περίστροφο στην τσέπη
θέλω να τρέξω κατά εκεί
[/I]
Αγγλιστί: Δεν έχω το ομιχλωδέστερο.
:-Ρ
Πολύ καλό!
Είναι μπανάλ να θεωρείται μπανάλ αυτή η έκφραση.
Θνξ Βράστα.
Σουπώ, το βραβείο δίνει μαζί και κανά χρηματικό έπαθλο προίκα (να δούμε τί θα γίνουμε) ή μόνο τίποτα χαρτιά-μετάλλια-κύπελλα και τα τοιαύτα;
:-Ρ
Μια ιστοριούλα της πούτσης:
Το 1903 στην Γκίζα της Αιγύπτου, η αρχαιολογική σκαπάνη του βρετανού επιστήμονα Dr. C.O. Cupp, έφερε στο φώς τη μούμια του Φαραώ Πουταγαμών του Οίκου των Αχαμενιδών (1350 π.Χ.-;). Το εξόγκωμα που προέβαλε απο το μπανταρισμένο εύρημα, αποκόπηκε απο τον κορμό, κατά την μεταφορά του στο Μουσείο Αιγυπτιολογίας του Λονδίνου, λόγω ατζαμοσύνης των εργατών.
Η Κατάρα της Τσαπούς του Φαραώ (όπως ονομάστηκε), ενέσκηψε. Ο Δόκτωρ το έριξε στο πιοτί, πέρασε στην αφάνεια και δεν άφησε απογόνους (ούτε κι οι εργάτες). Το Μουσείο τυλίχθηκε στις φλόγες κατά τους βομβαρδισμούς των ναζί το 1940 και καταστράφηκε ολοσχερώς. Σήμερα έχει γίνει πάρκινγκ.
Λέγεται οτι ο Αλκιβιάδης κι η τσακαλοπαρέα του, τσάκισαν τις κεραμικές ψωλές απο τις Ερμές, για να σπάσουν πλάκα μετά απο ένα γερό γλεντοκόπι ένα βράδυ στην Αθήνα περί τα 415 π.Χ.
Φυσικά, στα ηθικότατα σχολεία μας, διδαχθήκαμε οτι «ο Αλκιβιάδης κατηγορήθηκε οτι κατέστρεψε τα αγάλματα του Ερμή στην Αθήνα», χωρίς ν’ αναφερθούν ποτέ, ούτε στο επίμαχο σημείο των ερμαϊκών στηλών, ούτε στο τί ήταν οι Ερμές και γιατί τις έβαζαν εκεί που τις έβαζαν (οδοδείκτες).
Οι Αθηναίοι, τον καταδίκασε ερήμην (είχε πάρει πούλο), αναθέτοντας την στρατηγία της Σικελικής εκστρατείας στο Νικία (μετά τον θάνατο του Λαμάχου).
Την συνέχεια, όλοι την ξέρουμε (οι Αθηναίοι τον ήπιαν).
Η δίγλωσση επιγραφή Non Phallum Fringere στα παλαιοσικανικά και Ου Φαλλόν Κατάξης στα ελληνικά, ήταν αναρτημένη στις εισόδους των λατομείων της Σικελίας, προς γνώσιν και συμμόρφωσιν των Αθηναίων P.O.W., εν είδει Arbeit Macht Frei, ώστε να θυμούνται την αιτία των δεινών που τους βρήκαν.
Εξ ου και η σικελιώτικη (σικανική) έκφραση non mi rompere il cazzo = μη μου σπάς τον πούτσο, που την μάθαμε μέσω Αμερικής απο τα ιταλο-αμερικάνικα μαφιόζικα φίλμς στην αρχιδένια της βερσιόν (don’t bust my balls = μη μου σπάς τ’ αρχίδια).
Το σπάσιμο των πούτσων και των αρχιδιών, συνεχίσθηκε μετά ζήλου απο τους Βυζαντινούς εντεταλμένους απο τον αυτοκράτορα, φαλλοκλάστες (legio cazzinostri) και ορχεοκλάστες (ordo spassoclabanioris) αντιστοίχως, μετά την άνοδο στον θρόνο του Μεγάλου Κωσταντίνου (272-337 μ.Χ.), που δε σήκωνε πολλά-πολλά. Όμως πέθανε απο οξεία επιδιδυμίτιδα.
Η Σύνοδος του Τρέντο (1545-1563), μεταξύ άλλων, αποφάσισε την κάλυψη των γεννητικών οργάνων στα έργα εικαστικών τεχνών, με φύλλα συκής (μαρμάρινα, μεταλλικά κλπ) ή να βάφονται-στιγματίζονται με βαθυκύανο χρωστήρα, ως ένδειξη περιφρόνησης (βλ. σημερινή έκφραση πούτσες μπλέ), προκειμένου αφ’ ενός να μην σκανδαλίζονται τα ήθη, αφ’ ετέρου να μην καταστρέφεται εντελώς το έργο,. Ήταν μια πρόοδος, πλην όμως άπαντα τα μέλη της Συνόδου, κατηγορήθηκαν μεταγενέστερα ως αιρετικοί και κάηκαν στην πυρρά (μαζί με τ’ αρχίδια τους).
Η Αυτοκράτειρα Βικτώρια της Αγγλίας (1819-1901), είχε κι αυτή το κουσούρι να καλύπτει με μεταλλικά φύλλα συκής τα γκογκόβια των γυμνών αγαλμάτων, που της θύμιζαν τί έχασε όταν απόθανε ο σύζυγός της ο Αλβέρτος (αν και οι φαρμακομύτες της Αυλής έλεγαν οτι τηνε καλαφάτιζε ένας Σκωτσέζος παρατρεχάμενος νταγλαράς). Ο εγγονός της ο Κάιζερ Βίλχελμ, στράφηκε κατά της Βρετανίας και ματοκύλισε την Ευρώπη δεκατρία χρόνια αργότερα.
Η εγγόνα της η Αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα πασών των Ρωσιών, λέγεται οτι έδρεψε και ταρίχευσε την υπερμεγέθη τσαπού του αγαπητικού της ιερομόναχου Ρασπούτιν όταν τον φάγανε μπαμπέσικα (1916), εις ανάμνησιν των όμορφων στιγμών, που πέρασαν μαζί. Λίγο μετά, ξέσπασε η Επανάσταση (όχι «ποιά;»-μια είναι).
Το 1993 στην Βιργινία (Μητέρα των Προέδρων) των Η.Π.Α. η Λωρήνα Μπόμπιτ, έκοψε την απαυτή του συζύγου της, διότι την κεράτωνε με διάφορες σουρλουλούδες. Μετά την αποφυλάκισή της, κατήντησε μπαίγνιο στο ρηάλιτυ της Όπρα Γουίνφρι.
Συμπέρασμα: Αφήστε τις πούτσες εκεί που είναι και μην τις πειράζετε...
Ωραίος.
Χωρίς να έχω οποιαδήποτε άμεση επαφή μ' αυτά που περιγράφει ο αποπάνω, απ' ό,τι λέγανε κάτι παλιόπαιδα απο διαλυμένες οικογένειες στην Σιβηρία προ 50ετίας, το ψημένο μαύρο πλάθονταν λιανό και στενόμακρο, ώστε να μοιάζει με ποντικοκούραδο ή όντως σύρμα ή σπίρτο.
Καίτοι μου φαίνεται κομμάτι τραβηγμένη ερμηνεία, εν τούτοις είναι γαμώ τους ευφάνταστους συνειρμούς.
Btw, σημειωτέον οτι το χωρικό στοιχείο προσωπικού disassociation στα disclaimers των Ελλήνων, δέον να μην περιλαμβάνει πλέον την Αυστραλία, αφού τη σήμερον ημέρα βρίσκεται κοντινότερα απο ποτέ...
Όχι, ΠΑΣΟΚ λέγεται.
:-Ρ
Υπάρχει και ως γερο-ταρνανάς.
Περί του δεξιο-τέχνη Ζαμπέτα, όποιος θέλει ας διαβάσει β΄τόμο της αυτοβιογραφίας του (swinging 60'ς και ένθεν - ο α΄τόμος έχει ωραιότατες περιγραφές της Κατοχής).
Πρόκειται περί εμετικής γλιμούτσας εγκωμίων των σ/χηδων (αποκαλεί τον καράβλαχο τον Ζωιτάκη μάγκα!), χοντρής κονόμας, ανερυθρίαστης φοροδιαφυγής, νεοπλουτέ επίδειξης και μπαμπέσικου ονομαστικού καρφώματος συναδέλφων του, που τα 'καναν πλακάκια με τη Χούντα (οτι, δεν ήμουνα μόνο εγώ, να, ήταν κι άλλοι).
Ο καημένος ο Βαμβακάρης σε πολύ δυσκολότερες εποχές, καίτοι αγράμματος, καίτοι του την πέφταν οι αριστεροί για τη μουσική του (λούμπεν, ηττοπαθής στάση κλπ μαλακίες), καίτοι του κολλούσαν οι παρακρατικοί να πάει μαζί τους (τα ρεμπέτικα άρεσαν στον υπόκοσμο) να γλιτώσει το μαγαζάκι του, υπήρξε σεμνότερος...
Περίμενα να πείς οτι η γενικότητα έφαγε το σκύλο.
:-Ρ
Ωραία ερώτηση, αλλά νομίζω οτι δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα:
Ούτε όλοι κοροϊδεύουν τους μορφωμένους, ούτε οι μορφωμένοι είναι τίποτις καλόπαιδα, ούτε η μόρφωση είναι ενιαία αξία, ούτε πάντα ταυτίζεται με την μαλθακότητα, ούτε και είναι ελληνικό προνόμιο η απαξίωσή της.
Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις (μου αρέσει αυτό-το βάζω παντού).
Άλλο πράγμα η παιδεία, άλλο η μόρφωση, άλλο η εκπαίδευση, άλλο η κατάρτιση κλπ-κλπ.
Η μόρφωση, είναι η διδακτή (και πληρωτέα ως τέτοια) σιμουλασιόν παιδεία, δεδομένου οτι η τελευταία είναι άπιαστο πουλί και δεν μπορεί να φυλακιστεί στα εκπαιδευτήρια.
Η παιδεία, είναι η συνεπίγνωση των διαφορών μεταξύ του σημαντικού και του ασήμαντου, του ωραίου και του άσχημου, του παροδικού και του διαρκούς.
Αν κάποιος τα κατέχει αυτά, μπουσουλάει στα σίγουρα, διαθέτοντας κριτήρια επιλογών κι έτσι κόβει δρόμο, ανάμεσα στα καθημερινά σκατά.
Ένας τέτοιος άνθρωπος, είναι επικίνδυνος, διότι μπορεί (αν θελήσει) να κυριαρχήσει επί των πολλών, που χάνονται ανάμεσα στις έσω εκκρίσεις και στις έξωθεν παραστάσεις.
Οπότε σο λέει-δηλαδή μο λέει (βλ. Ζήκος), μέχρι να βρούμε το γιατρικό, που βάζει την παιδεία σε κουτάκια, ας δούμε τί θα κάνουμε με τη μόρφωση, που είναι the next best thing…
Η μόρφωση ήταν και είναι commodity.
Εν τη παλάμη και ούτω διδάξωμεν έλεγε ο Σταγειρίτης.
Η πχιότητα του εμπορεύματος, έχει κι αυτή τις διαβαθμίσεις της (μαζική στο δημόσιο-πολλαπλών ταχυτήτων στα ιδιωτικά), αναλόγως του βαλαντίου των γονέων.
Ο λαμβάνων σπέσιαλ μόρφωση, είναι κονομημένος.
Εκτός της εκ περιστάσεως ατομικής ζήλειας-ψώρας ή mimicry-mockery ντισπλέη, η στάση αυτή έχει και βαθύτερα αίτια.
Δεν είναι ξέρεις-δεν ξέρω, είναι έχεις-δεν έχω.
Η διαμάχη αυτή δεν είναι μόνον ελληνικό φαινόμενο.
Ταξική πάλη το λένε και είναι απλό.
Στη Βρετανία π.χ. η λαϊκούρα σκώπτει το «public school boy» [παιδί που πάει σε ιδιωτικό σχολείο] ως μπουχέσα, ακριβώς χαρακτηριζόμενο απο το είδος (και το ύψος των διδάκτρων) του σχολείου του. Αυτός με την σειρά του, όταν βρεθεί κάποτε σε θέση ισχύος, θα εκδικηθεί κ.ο.κ.
Αν, ισχύει το κοινώς λεγόμενο για το μπλούτο οτι, η 1η γενιά μαζεύει, η 2η συντηρεί κι η 3η τον σκορπάει, είναι προφανές, οτι στην συνείδηση του λαού, η επί μακρόν συσσώρευση πλούτου, προκαλεί μοιραία μαλθακότητα στις (γεννημένες και μεγαλωμένες στην τρυφηλότητα) γενεές, ελλείψει της αναγκαστικής εγρήγορσης των προγόνων τους.
Τα summer jobs των γόνων αστικών οικογενειών, υποκαθιστούν την ανάγκη για εργασία, όσο και το bungee jumping την εμπειρία του αυτόχειρα.
Η καλοπέραση αμβλύνει τα αντανακλαστικά (βλ. σημερινές προσφιλείς στους φλώρους εκφράσεις χαλαρά-κουλάρω). Κάτι ανάλογο έλεγαν και οι Ρωμαίοι, κατά την περίοδο της παρακμής της Δημοκρατίας τους. Η εξαιρετική εγκλέζικη σειρά Blackadder, στην ουσία περιγράφει την ιστορία της Μεσαίας Τάξης στην Βρετανία, που αγωνίζονταν με πανούργα μέσα να επιβιώσει, συμπιεζόμενη ανάμεσα στα αποπροσανατολισμένα ζωντόβολα της Εργατικής Τάξης και τους ηλιθίους (κουρασμένους απο το καθισιό ή τζαζεμένους λόγω αιμομιξιών) της Αριστοκρατίας.
Οι παππούδες μας, έκαναν το σκατό τους παξιμάδι και πάλεψαν για περισσότερη Δικαιοσύνη. Οι γονείς μας, κοίταξαν την πάρτη τους. Η γενιά μας, μεγάλωσε με τη φραπεδούμπα. Το μηδενίσαμε το μηχάνημα, αλλά δεν δίνει άλλο κανονάκι. Πρέπει ξανά-μανά ν’ ανατρέψουμε το Βαριεστημένο.
Παρ’ ημίν, τα πράγματα ίσως είναι πιο σύνθετα. Οι μπαρουτοκαπνισμένοι οπλαρχηγοί του ’κοσιένα (καλά κουμάσια και δαύτοι) αποκαλούσαν με θυμηδία «καλαμαράδες» τους μορφωμένους Φαναριώτες (χρόοοοονια στο κουρμπέτι), διότι οι τελευταίοι έπαιζαν στα δάχτυλα περίτεχνες μεθόδους διοίκησης τύπου Sir Humphrey Appleby (βλ. «Yes Minister») και φοβούνταν δικαιολογημένα, οτι θα παραγκωνισθούν απο την Εξουσία.
Το μοτίβο συνέχισαν οι αγράμματοι κοτζαμπασ-αίοι και το παπαδαριό, πάλι για τον ίδιο λόγο, λοιδορώντας συλλήβδην την Επιστήμη και κάθε καινοτομία της Εσπερίας, που ξεμπρόστιαζε τα μαλακισμένα θέσφατά τους στα μάτια του λαουτζίκου.
Η φάπα έπεφτε εν είδει αντεπιχειρήματος.
Έπειτα, η μόρφωση σε ανώτατα (και μη) εκπαιδευτήρια όπως την ξέρουμε σήμερα, δεν φύτρωσε εδώ.
Έτσι, η εκλέπτυνση των προτιμήσεων και η τυπικότητα της συμπεριφοράς (απρόσωπος κανόνας), που χαρακτηρίζει (συνήθως) έναν μορφωμένον άνθρωπο, δεδομένου οτι πρόκειται για εισαγόμενο φρούτο, ξενίζει τους κοινωνούς της σκληρής νεοελληνικής πραγματικότητας (συνηθισμένης στο μοντέλο της διαπροσωπικά συμψηφιστικής συναλλαγής-προσαρμογής αναλόγως των περιστάσεων), με αποτέλεσμα να θεωρείται ο άνθρωπος, όχι μόνον μαλθακός, αλλά και «ξιπασμένος», μέχρι και αδερφή!
Ποιός πτυχιούχος δεν θυμάται το μένος του μονιμά βαθμοφόρου, έναντι των «σπουδαγμένων» στο στρατό;
q.e.d.
Hélas n' existe pas sans crétois...
Παλιά κρεαταγορά του Πειραιά ήταν η Πλατεία Αλεξάνδρας τις Κυριακάδες.
Τα θήλεα περατζάριζαν, με κρυφό καημό την μόνιμον αποκατάστασίν των και οι άρρενες την προσωρινήν...
;-)
Σπεκ.
Βλ. και πρβλ. βρεταννικό (πιθανόν νορμανδικής<λατινικής προελεύσεως mongere) suffix -monger = έμπορας.
Έτσι έχουμε κυριολ. fishmonger = ιχθυοπώλης, costermonger ή coster (βικτωριανό = υπαίθριος μανάβης π.χ. λαϊκές σε λονδρέζικα Spitalfields, Covent garden etc) και μτφ. shitmonger (μεταξύ άλλων = παραμυθάς, σκατέμπορας / full of shit).
Στην ελισσαβετιανή Αγγλία, υπήρχε η αργκοτική έκφραση mutton-monger = νταβατζής (δηλ. οτι πουλούσε αρνάκι του γαλάτου / σάρκα), το οποίο χρησιμοποίησε με μαεστρία σε κάποιο λογοπαίγνιό του ο Σάκης και ο Σπύρος.
Οι Εγκλέζοι που δεν πολυψήνονταν, να μπούν στον ΒΒ ΙΙ (αφού είχε καεί η γούνα τους απ' τα χαρακώματα του ΒΒ Ι), αποκαλούσαν τον Τσώρτσιλ (sic) warmonger (φιλοπόλεμο, έμπορα του πολέμου).
Ευτούνα.
Ίσως πάλι όντως να είναι στοιχείο της ηλεκτροχημικής σειράς των αμετάλλων (οι σημερινές μπόμπες κυκλοφορούν και σε βιδανόλη, βιδένιο, βιδίνιο κλπ-κλπ)
:-Ρ