#1
dryhammer

in καραντί

Εδω το «καραντί» ειναι το swell=αποθαλασσία. Τέτοιο φαινόμενο συναντάται κυρίως σε ωκεανούς, όπου κάπου μακριά υπάρχει θύελλα και ο κυματισμός, μή βρίσκοντας εμπόδιο ξηράς, εξαπλώνεται για πολλά μίλια (εκατοντάδες ή και χιλιάδες άν είναι τυφώνας το αίτιο) μακρύτερα με αποτέλεσμα τον κλυδωνισμό («μπότζι») του σκάφους, μέχρι και να «κουπαστιάζει»(= να ταλαντεύεται πλευρικά σε σημείο που να αγγίζει η κουπαστή τη θάλασσα) ενώ επικρατεί νηνεμία.
Θεωρητικά υπάρχει ένα όριο κλίσης, πέρα από τό οποίο προκαλείται ανατροπή. Βέβαια, η σωστή φόρτωση, ερματισμός κλπ εξασφαλίζει ότι τό κέντρο βάρους του έμφορτου πλοίου θά είναι πάντα κάτω κάτω από το κέντρο άνωσης (όπου αυτό είναι το κέντρο βάρους του νερού που εκτοπίζει τό πλοίο) ώστε να δημιουργείται ροπή επαναφοράς στην όρθια θέση κι έτσι το πλοίο δεν θα «μπατάρει».
Ιδιαίτερα βασανιστικό έως και επικίνδυνο είναι το φαινόμενα να υπάρχει άνεμος από μιά κατεύθυνση και swell από άλλη.
Τα «βρεχάμενα» είναι τα ύφαλα του πλοίου(δηλ. το μέρος του πλοίου κάτω από την επιφάνεια του νερού) τα οποία με τό χρόνο και την θάλασσα μπορούν να σκουριάσουν ευκολότερα, επειδή για να συντηρηθούν πρεπει το πλοίο να βγεί σε «γιάρδα», και ένας τρόπος για να μήν μπάσουν νερά από τις τρύπες πού υπήρχαν, ήταν να ρίχνουν εν πλώ τσιμέντο ταχείας πήξεως στα διαμερίσματα πού έμπαζαν, μια τακτική που σε πολλά πλοία της γραμμής μέχρι και το πρόσφατο παρελθόν ήταν διαδεδομένη, μια και ο θόρυβος της μηχανής κάλυπτε τη μπετονιέρα.
«Μάσκα» είναι το πλαινό μέρος τής πλώρης, το τμήμα του πλοίου που σχηματίζει το κάθε σκέλος του Λ.

#2
dryhammer

in καραγκιοζάκια

Στην Τσιφόρεια σλανγκ, καραγκιοζάκια λέγονταν τα «πειραγμένα» ζάρια.

Και «οπού αργεί ο πραματευτής, σκατά στην πραματειά του»

Τα ανθιδρωτικά-αντιιδρωτικά (antiperspirants) περιέχουν συνήθως κάποια οξείδια αργιλίου (aluminum oxides) ή/και άλλων μετάλλων (στα συστατικά θα δείς διάφορα oxides) που η δουλειά τους είναι να μπουκώνουν - φράζουν τους πόρους απ΄όπου βγαίνει ο ιδρώτας. Αφου ο κατασκευαστής μας λέει ότι πρέπει να ιδρώνουμε, ό,τι εμποδίζει μια φυσιολογική λειτουργία κάνει ζημιά. (Πρβλ κατακράτηση ούρων). Τα αποσμητικά (deodorants) από την άλλη έχουν να κάνουν με την κακοσμία, δηλ. αφού ιδρώσεις, να μή βρομάς. Βοηθάει πολύ τό ξύρισμα. Βέβαια άμα η βρόμα είναι ορμονική κι όχι από απλυσιά δεν γίνεται τίποτα.

#5
dryhammer

in καπνουλού

Το ήξερα ως «καπνουρλού»

#6
dryhammer

in καπλάνι

Στα παιδικάτα μου (my early youth αρχες '70) θυμάμαι να χρησιμοποιείται η λέξη για να δηλώσει κάτι το υπερμεγέθες. -Πού να χωρέσει, ολόκληρο καπλάνι..

#7
dryhammer

in καούκα

Ο πατέρας μου χρησιμοποιούσε την έκφραση «πονάει η καούκα μου» στα '70ς εννοώντας οτι τον πονούσαν οι ρίζες των μαλλιών του, σαν σύμπτωμα γρίπης. Δεν ξέρω άν έβγαινε από την περούκα ή το ανάποδο...

#8
dryhammer

in κάνω Πάσχα

Η γιαγιά μου, όταν είχε πολλά και καλά αποφάγια (ψαροκέφαλα πχ) για τίς γάτες, για να μήν χρησιμοποιήσει τον όρο «κάνω πάσχα» για ζώα, έλεγε «οι γάτες θα κάνουν μπαϊράμι» (που το θεωρούσε μουσουλμανικό πάσχα)

#9
dryhammer

in κάνω κράτει

Το «κράτει» στα βαπορίσια -τα επίσημα- είναι το stop engine κατά τη διάρκεια χειρισμών. Εκεί που το full ahead είναι «πρόσω ολοταχώς»

#10
dryhammer

in κανονικά

Σε χρήση και το « κανονικά και με το νόμο» ιδίως σε περιπτώσεις όπως στο παρ. 2

#11
dryhammer

in κανιά

Και ο έχων μακριά πόδια (συνήθως και άχαρα) - κανιάτσος. Λέγεται μόνον για άνδρες.

#12
dryhammer

in καναδέζα

Τά έχω ακουστά, μα δεν τα πρόλαβα τα τζέιμς. όλις που πρόλαβα ΡΕΟ με βενζίνη, ήδη είχαμε ΡΕΟ με ντήζελ κινητήρα από στάγερ και τζιπ Μερτσέντες.

#13
dryhammer

in καναδέζα

Όταν ήμουν εγώ φαντάρος το '89, υπήρχαν ακόμα μερικές καναδέζες που ήταν αυτές που λέει το λιοντάρι, πιό μεγάλη η μούρη από την καρότσα και στην πίσω πόρτα έγραφε GMC που κάποιος αξιωματικός το μετέφραζε Genaral Motors Canada (ενώ είναι Genaral Motors Company) για να δικαιολογήσει το όνομα καναδέζα...

Γύφτους και ατσίγγανους λέγανε προπολεμικά τους σιδεράδες και (α)τσιγγαναριό το σιδεράδικο.

#15
dryhammer

in καμάντσο

τροποίηση = τροποποίηση

#16
dryhammer

in καμάντσο

Καμάντζο στη σλανγκ των εργαστηρίων λέγαμε εκεί στα '80ζ την «δημιουργική λογιστική» στα αποτελέσματα των πειραμάτων, δηλ. ελαφρά τροποίση των μετρήσεων ώστε «να βγαίνουν τα νούμερα». Καμιά φορά ήθελε πιό πολλή δουλεια από το να ξανακάνεις το πείραμα από την αρχή γιατί δεν έπρεπε να σε πάρουν χαμπάρι οτι το απότέλεσμα ήταν φτιαχτό (υπόψιν οτι οι πιό χάι-τέκ είχαν υπολογιστή Amstrad άρα οι υπολογισμοί κλπ κλπ γινόταν με κανένα «scientific calculator» της Casio)

#17
dryhammer

in καλουμάρω

Το καλουμάρω το ξέρω για χαρταετό, με τη σημασία του Βασίλη -7.
Στον καλουμάρω, στον έβαλα, στον έμπηξα (όχι πάντως με προσοχή και χαλαρά) και μάλλον παραπέμπει στό σήκωμα του χαρτετού.
Καλουμάρω την άγκυρα, δεν το έχω ακούσει στο βαπόρι. Εκεί έπαιζε το αμολάω, φουντάρω - φουντέρνω και η προσταγή μόλα- αμόλα, φούντο

#18
dryhammer

in κουράδα

Υπήρχε κι ένα παιδικό τετράστιχο αίνιγμα: « Φρέσκο μυρίζει, μπαγιάτικο βρωμίζει αλμυρό 'ναι γιά (=ή) γλυκό κανείς δεν το γνωρίζει. Τί είναι;;

H KOYΡΑΔΑ!! (με έμφαση)»

Και ακόμα: « Καλάμια κι αχιν(ι)ούς να χέσεις » ...οδυνηρότατον...

#20
dryhammer

in καϊνάρι

Εφουμέρναμ' ένα βράδυ
(μ') αργιλέ σπαχάνι μαύρη.
Δίχως νά 'χουμε στην πόρτα (δίς)
(βρε) χωρίς νά 'χουμε στην πόρτα
τσιλιαδόρους όπως πρώτα...

σπαχάνι -από τό Ισπαχάν (πέρσικο;;), μυρωδάτο (όπως τα ρόδα του Ισπαχάν;;)
επειδή η λέξη δεν είναι κατανοητή από νεότερους εκτελεστές, έγινε καϊνάρι (ή και μπαχάρι) που το καταλαβαίνουν. Πρβλ τις αυτοσχέδιες λέξεις των εκτελέσεων του Θερμαστή του Μπάτη από όσους δεν ξέρουν τα λιμάνια κλπ που αναφέρονται

#21
dryhammer

in Ίνρι

Δίκαιον έχετε. Όπως έγραφε και γνωστός κλανιάρης «Ο άνθρωπος φτιάχνει το θεό του κατ'εικόνα του και καθ' ομοίωση» και στην Ελλάδα το SEAT Malaga το ονόμασαν Gredos κατόπιν απαίτησης της αντιπροσωπείας.

Το συγκεκριμένο όχημα της φωτο είναι Vauxhall Astra Mk2 αυτό που εμείς το ξέραμε σαν Opel Κadette «E» άλλο από το Opel Astra

#23
dryhammer

in καβουρδιστήρι

Το καβουρδιστήρι του μήδίου 2 είναι το επαγγελματικό και δέν κάνει θόρυβο. Στο μήδι 1 είναι μύλος, όχι του καφέ γιατί μετα δεν θα ξεμύριζε ποτέ, αλλά κλασικός χερόμυλος για στάρι. Το οικιακό καβουρντιστήρι περιγράφεται στο παράδειγμα 1. Φαντάσου ένα κονσερβοκούτι περασμένο σε σούβλα μισο γεμάτο με κόκκουε καφέ να γυρίζει για να καταλάβεις το θόρυβο που έκανε και παράβαλέ τον με παλιά ραδιόφωνα στα μεσαία που βούιζαν και σφύριζαν. Από κεί κάθε θορυβώδης (και ευτελής) κατασκευή ονομαζόταν καβουρντιστήρι.

#24
dryhammer

in κάβος

Το σουλάτσο το ξέρω στό βαπόρι ως σφιλάτσο ή σφυλάτσο και είναι κάτι σαν κορδόνι που φτιάχνεται από ξεπλεγμα σκοινιού ή και κάβου. Χρησιμοποιείται για την στερέωση ενός άλλου σκοινιού ή κάβου (για να μην γλιστρήσει μέχρι να στερεωθεί)

#25
dryhammer

in καβλοράπανο

Αντλώντας από το μαμαδίστικο «είναι μια ραπάνα (αυτή)...» για κοριτσάκια (ηλικίας κάτω των 10) με χαρακτηριστικό θράσος και επιμονή, με τσαμπουκά μπορώ να πω, το καυλοράπανο με παραπέμπει μάλλον σε θρασεία έφηβη, εκεί που τό θράσος σκεπάζει την άγνοια, παρά σε κάτι το πιό σεξουαλικό, παρόλο που μιά έφηβη με θράσος είναι σεξουαλικότατη από μόνη της ανεξαρτήτως κατασκευής.

Πιστεύω οτι η λέξη καβατζάρω και από αυτήν και η καβά(ν)τζα - και όχι ανάποδα προέρχεται απο ναυτική ορολογία. Κάβος είναι το ακρωτήρι (Σούνιο= καβο-κολώνες, καβο-Μλιάς κλπ), το οποίο καβα(ν)τζάρουμε (=παρακάμπτουμε, προσπερνάμε) όπως περίπου το θέτει ο άνωθεν θεάνθρωπος. Το πίσω από τον κάβο «κρυμμένο» σημείο που το περνάμε συνήθως απαρατήρητο γιατί μέχρι εκεί δεν φαίνεται και μετά πρέπει να κοιτάξεις προς τα πίσω για να το δείς είναι «καβατζωμένο», είναι δηλαδή «καβάτζα».
Οπότε προκύπτουν όλες οι έννοιες της καβά(ν)τζας (κρύπτη, αποθήκη, απόθεμα, παράκαμψη, κρησφύγετο κλπ) και του καβατζώματος -- καβατζώνω = βάζω στην καβά(ν)τζα.

#27
dryhammer

in Ίνρι

Θα πεθάνω με την απορία: Αφού ο ΙΝΡΗΣ ήτανε από την Παλαιστίνη (γεωγραφικά μιλώντας) γιατί ποτέ δεν τον είδα -ούτε σε βιβλίο, ούτε σε πίνακα ούτε πουθενά- να μοιάζει με εβραίο, παλαιστίνιο, έστω με κάτι μεσογειακό τέλος πάντων.
Και όπως πάω θα έχω την απορία και μετά θανατον...

#28
dryhammer

in θερμοκήπιο

Έτρωγα στη λέσχη '82- '87. Τίς Δευτέρες κάναμε υπολογισμό πως θα γίνει να μας βάλουν φασολάδα από τη μέση του καζανιού - η κορυφή ήταν νερό και ο πάτος είχε πετραδάκια και σόδα. Το ψωμί free... Ξανακάνε με εικοσάρη κι ας είμαι μ' ένα πόδι. Όχι για τη φυσική κατάσταση, για το στο μπούτσο μου τα πάντα όλα...

Κι εγώ με τη λέξη αγγειό ξέρω το καθίκι κι όχι τη γλάστρα, και το δίστιχο « μες στ' αγγειό 'ν' η βιόλα και μυρίζει απ' όλα»

Ο κώλος είναι κόλαση και το μουνί πηγάδι
κι όποιος τον κώλο δεν γαμεί
στραβός πάει στον Άδη