Βλ. και ξεφωνημένη.
κυκλοφορεί και ο Γέρουν Χρεοκοπίσιους
Επίσης το δημοτικό:
«Από τα μπεντένια πέφτω (τζόγια μου αμάν) πέφτω για να σκοτωθώ
κι η αγάπη μου φωνάζει (τζόγια μου αμάν) πιάστε τον για τό Θεό
«Τα μουνόχειλά σου λάμπουν σαν τα λούλουδα του κάμπου.»
Μπορεί να μην τό 'γραψε έτσι ακριβώς ο Μάρκος, αλλά έτσι το βίωσε στο μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του.
Συμφωνώ και επαυξάνω.
Ψευτοαντριλίκια με υποκατάστατα πέους και οργασμού.
Σας την έσκασα: «Όταν οι άλλοι περνούσαν οπτικές ίνες εμείς ενώναμε με κοκορέτσι πόλεις» ;-)
Εφ' όσον πρόκειται περί παλαιοελληνισμού ορθόν είναι να τηρούνται οι γραμματικοί κανόνες, ήτοι ο αναδιπλασιασμός του «ρ». Συνεπώς «πεορράπισμα», όπως «εμπορορράπτης».
Σκαρφαλώνοντας στους τοίχους του σχολείου, οι γονείς αυτοί κρεμασμένοι κυριολεκτικά από τα παράθυρα δίνουν τα σκονάκια στα βλαστάρια τους, ενώ οι αστυνομικοί από κάτω τους παρακολουθούν χωρίς να μπορούν να επέμβουν.
Ο περί πολλών αυνανοτυρβάζων.
Πίπτει χονδρός αυνανοστρόβιλος
Ζουραρικώς: αυνανοστρόβων
εκ του «αυνάν» και του στρόβος, κοινώς σβούρα.
Μπράβο που το ανέβασες! Νομίζω ότι λέγεται πολύ πλέον. Κυκλοφορούν και ατάκες Ραμφοκοέλιο που είναι μισές στυλ Ράμφος και μισές Κοέλιο λ.χ. «άμα θες κάτι πάρα πολύ, όλη η Φιλοκαλία συνωμοτεί για να αποτύχεις». Άν βρω θα επανέλθω.
Βασικό πάντως κομμάτι της βιβλιογραφίας είναι και οι αυθεντικές ατάκες Ράμφου που το luben τις έφτιαξε σαν ατάκες Αβραμίδη, δες εδώ καθότι ο Ραμφοκοελισμός είναι ένας Αβραμιδισμός.
Γελάω με το «έγκριτος συγγραφέας».
Πολύ μου άρεσαν το «Μαία» και το «Δων».
Η χρήση μακρών (διφθόγγου και φωνήεντος αντιστοίχως), γλυκαίνει, έστω και οπτικά (μιάς και ακουστικά δεν υπάρχει πλέον διαφορά στις μέρες μας) τις λέξεις.
Παράλληλα τους δίνει και μιάν άλλη διάσταση:
Η μεν«Μαία» παραπέμπει σε γέννηση (κάποιου καλού θέλω να ελπίζω) ο δε «Δων» σε παλαιά όμορφα πράγματα (βίλλα του Θων).
Ευχαριστώ
Μα τι διατριβή είναι αυτή! Και ευμήδεια!
Να προσθέσω και τον Μακαβριώτατο.
Ξέχασα να παραθέσω επιπλέον την ομοηχία: Ραμφοστέλιο -Ραμφοκοέλιο
Δείτε και το νέο λήμμα «κλαυσαιδοιάζομαι»
Ή αλλιώς, καβουρογαμόψειρες.
Από τον ορισμό σου εμπνεύστηκα τα σόσιαλ μύδια. Ευχαριστώ για την έμπνευση.
Επειδή είμαι σχετικά καινούργιος στο χώρο, ελπίζω να μην ενόχλησα.
Επίσης είναι κοντά στο «φλοκ», το παραπέμπον εις τα παράγωγα της ερωτικής συνευρέσεως (ή και απλής ευρέσεως , οσάκις η διεργασία διεξάγεται κατά μόνας) κοινώς «φλόκια».
Ναι, τότε που τα γυμνάσια δεν ήταν μικτά, μας έπαιρνε
Απαράδεκτο λήμμα διότι είναι βαμμένο με ιδεολιγικάς προκαταλήψεις... Ουυυυ, το αποκυρήσω
Ωραιότατος!
καραουάου!!!
Όντως, έτσι έγινε. Το ταγούδι πρωτοκυκλοφόρησε το 1969 με το στίχο «μια τουρκοπούλα αγκαλιά», αλλά μετά από παρέμβαση της Τουρκικής πρεσβείας αναγκάστηκαν να τον αλλάξουν.
By the way, που θα 'λεγε και ο Κίμων Κουλούρης (πού τον θυμήθηκα τώρα!) παραθέτω μέρος από την μετάφραση που είχα κάνει τότε. Θυμάμαι ακόμα το γέλιο που έπεσε, όταν την απήγγειλα στο κατάστρωμα του πλοίου που μας πήγαινε στη Ζάκυνθο (σχολική εκδρομη 6ης Γυμνασίου, έτος 1970).
Το εικοσιέν
Μοι επανέρχονται εν προς εν έτη δόξης λαμπρά
ας επανήρχετο το εικοσιέν, έστω στιγμιαίως.
Να διατρέχω έφιππος την πλατείαν άλω,
μετά δε του Πρωκτολίθου να έπινον οίνον.
Να μάχομαι καθ' εκάστην εις τας επάλξεις
και το ξίφος μου να ερυθροπυρούται,
κατα τας αστεροέσσας δε νύκτας
να εναγγαλίζομαι οθωμανίδα νεαράν.
... γι' αυτό λέμε περδικλώνομαι και όχι πορδηκλάνομαι.