Στα καλιαρντά είναι ο καυλιάρης, για την ακρίβεια αυτός που έχει γεμάτα τα αρχίδια του, τα μπελερίνια του, τα (μ)πελέ του (εκ της ρομανί). Το πλένο- ο Ηλίας Πετρόπουλος το ετυμολογεί από το ισπανικό pleno για το γεμάτο, ενώ ανάλογα έχουμε σε όλες τις λατινογενείς γλώσσες.

- Μωρὴ Γεωργία ποιό τεκνὸ βουέλεις κατετζόρνα; % - Τὸ Μανωλιὸ τὸν πλενομπελέ, ποὺ ἀβέλει μποὺτ πακέ.
- Ἀχούύύύ! Τί ἀθοριτομπενάβεις μωρὴ τζασλή; Τοῦ ἄβελα κοντιερὴ γιὰ νὰ φασωθοῦμε στῆς Μπέτης τῆς χοντρῆς καὶ μᾶς βγῆκε φιόγκος!! (Παράδειγμα Αἴαντος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
jesus

έχουν επαφές τα καλιαρντά με τα ισπανικά; θέλω να πω, αφού στα γαλλικά το γεμάτος είναι plein (στα ιταλικά έχει i αντί για l), υπάρχει λόγος να αναζητήσει τη ρίζα στα ισπανικά κ όχι τα γαλλικά;

#2
σφυρίζων

Δυστυχώς ο Η. Πετρόπουλος δεν είναι πια μαζί μας για να μας πει γιατί προέκρινε το Ισπανικό καίτη γαλλικής παιδείας.

#3
donmhtsos

Πιστεύω ότι ο jesus, μάλλον έχει δίκιο.

Στα ισπανικά το pleno έχει μιά ελαφρώς διαφορετική έννοια από το γεμάτο.

Π.χ. a pleno día: in broad daylight (εν πλήρει μεσημβρία),

de pleno derecho: within (your) full rights (εν πλήρει δικαίω) εδώ.

Γιά το γεμάτο χρησιμοποιείται το lleno.

#4
jesus

μάιστα. το a pleno día = en plein jour στα γαλλικά, οπότε το plein χρησιμοποιείται καί με αυτήν την έννοια, αλλά δεν νομίζω να υπάρχει διάκριση αντίστοιχη του lleno-pleno(-meno-deno :p ).

θενξ.

#5
donmhtsos

Θα μπορούσαμε ν'αποδώσουμε στα ελληνικά το μεν pleno ως πλήρης, ολόκληρος, το δε lleno ως γεμάτος.

#6
vikar

Άσχετο: ξέρετε κανείς μονολεκτική απόδοση του "όχι άδειος"; Το μόνο κοντινό που μού 'ρχεται είναι μισογεμάτος, αλλα υπάρχει τίποτα καλύτερο;