Λέξη με την οποία θέλουμε να δείξουμε την απόλυτη αραγματική κατάσταση.

Λείπει η καργιόλα η υπεύθυνη στη δουλεία και όλοι είμαστε αρντάν πουτσεκλαντάν.Άραγμααααααααα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρατσούκλι της χούφτας (παλάμη) το οποίο παραπέμπει σε γυναικείο όνομα. Σχήμα λόγου για να χαρακτηρίσουμε την φανταστική γκόμενα του απόλυτου μαλάκα η αγάμητου άντρα.

-Τελικά ο Γιωργάκης βρήκε γκόμενα;
-Ναι γαμάει τη Χουφτάλω κάθε μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πεινασμένος η αλλιώς φτωχομπινές. Η κατάληξη του Έλληνα σήμερα.

Καταντήσανε τον Έλληνα ψωμόλυσσα φίλε. Δεν υπάρχει φράγκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός στην ανωτάτη ξυλοδαρτική ο οποίος μας δέιχνει το υπερβολικό ξύλο που μάζεψε κάποιος εξού και η λέξη τσάντα!

Του έπρηζε τα παπάρια. Ε είναι και δύο μέτρα γορίλας ο άλλος τον έκανε τσάντα τελικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη βλάχικη που χαρακτηρίζει κάποιον που επιδεικνύεται, που επιδιώκει δημοσιότητα, που κάνει λεζάντα, που αυτοπροβάλλεται. Συνήθως την ακούμε στα ορεινά μέρη των Τρικάλων και πιο σπάνια στην υπόλοιπη Θεσσαλία.

Κοίτα πως ντύνονται μέρα μεσημέρια τα γκαφάλια. Όλα για το φατσιμάρε να πούμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο θρυλικός ρόλος του Καφετζόπουλου στο σίριαλ 'Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή'.Συνήθως απο τότε ακάλυπτος είναι συνώνυμο του λαμόγιο!

Μεγάλο λαμόγιο ο φίλος...Ούτε ο Καφετζόπουλος στο σίριαλ τέτοιο πράγμα..

ΑΚΑΛΥΠΤΟΣ ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ χοντρή γκόμενα!Συνήθως έτσι αποκαλούνται απο τους θηρευτές οι οποίοι έχουν το συγκεκριμένο φετίχ να έρχονται σε ερωτική επαφή με υπέρβαρες γυναίκες.

Θα βγώ με κάτι σώβρακα σήμερα όλο τρέλα.Και ξέρεις ε οι χοντρές είναι έτοιμες για όλα ανα πάσα στιγμή!

Ορισμός

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που την λέμε συνήθως στον άχρηστο τύπο ο οποίος παριστάνει τον γνωστικό! Η παρακίνηση ενός αρσενικού να αφήσει οτιδήποτε κάνει και να ασχοληθεί με τρίχες δηλαδή ένα θηλυπρεπές και όχι σκληρό επάγγελμα! Η συνέχεια για τον υπεράμπαλο είναι "και άμα δε μπορείς καθόλου, γίνε κομμωτής του κώλου"!

Ρε αγόρι μου άσε τις πολεμικές τέχνες! Άμα δε μπορείς γίνε κομμωτής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχήμα λόγου για τον τύπο που αυνανίζεται υπερβολικά (πάνω από 5 ημερησίως).

Καλά εσύ φίλε από μαλακία άλλο τίποτα ε; Τον έχεις κάνει λάσο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσωνύμιο που έβγαλαν οι οπαδοί του Παναθηναικού στον Βασίλη Σπανούλη μετά την μεταγραφή του στο αντίπαλο δέος, λόγω της συζύγου του Ολυμπίας Χοψονίδου.

Τον Χοψονίδη ή αλλιώς Φραγκοφονούλη δεν τον γουστάρω αλλά ρε αδέρφια σήμερα έπρεπε να γιουχάρουμε όσους από τους δικούς μας δεν προσπάθησαν και όχι να μπαίνουν μέσα οι κάφροι για να χτυπήσουν τους παίκτες του γαύρου.

Χοψονίδης

Ο ορισμός και το παράδειγμα τροποποιήθηκαν ώστε να μην παραβιάζουν τους όρους χρήσης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified