Μιλάω χαμηλόφωνα.
<από τον ήχο ψου ψου

-Τι ψουψουρίζετε πίσω απο την πλάτη μου ρε αλάνια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως πράσινη συνήθως εννοείται η μπίρα Heineken, η οποία βγαίνει σε πράσινα μπουκάλια και κουτάκια.

Ρε μάστορη, πιάσε μια πράσινη ακόμα και τρεις άμστελ για τα καρντάσια.

Η κλασική πράσινη (από poniroskylo, 01/06/08)Πράσινο κουτάκι (από poniroskylo, 01/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εξαιρετικής ποιότητας, το πανέμορφο, το σγουάου, το σούπερ.

Καλά μαλάκα, η γκόμενά σου είναι και πολύ τζιτζιλόνι !

(από jesus, 21/12/09)

Βλέπε και τζιτζί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τεμπέλης, ο χαραμοφάης, ο χλιδάνεργος.

- Τι έγινε κυρ Σάκη, πέρασε ο γιος σου στον ΑΣΕΠ;
- Τι λες μαρ' Κούλα, ο χαϊμανάς ο γιος μου ν' ανοίξει κάνα βιβλίο; Στέκεις με τα καλά σου; Πάλι καλά που ένας κουνιάδος του μπατζανάκη του ξαδέρφου της γυναίκας μου ξέρει την παραδουλεύτρα του Τσοχαζόπουλου κι έχουμε μια ελπίδα ότι θα μπει στη ζούλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρώμα, αντικείμενο ή συμπεριφορά που καταδεικνύει άμεσα τις ομοφυλοφιλικές προτιμήσιες και διαθέσεις κάποιου.

- Καλά, τι είναι αυτό το μπλουζάκι ρε Μπάμπη; Και κολλητό και ροζ πουστριλέ;
- Δεν είναι ροζ πουστριλέ ρε ανώμαλε. Ζαχαρί πουστριλέ είναι. - Σωστόστ τοτε. Πάω πάσο.
- Τα ρέστα.
- Δικαίωμα.

(από GATZMAN, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified