Πολύ ωραία, τέλεια.
- Και πώς περάσατε χτες με την έτσι;
- Φρεσκότατα, δικέ μου.
Πολύ ωραία, τέλεια.
- Και πώς περάσατε χτες με την έτσι;
- Φρεσκότατα, δικέ μου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνήθως στην προστακτική. Εξακολουθώ να λέω ή να πράττω κάτι, παρά την αντίθεση κάποιου ή παρά την κοινή λογική.
-Σε λεω ρε μαλάκα η Κρήνη έχει τα καλύτερα μωρά.
-Καλά τραγούδα, δεν έχεις κυκλοφορήσει Χαριλάου!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σημαίνει: αν είναι δυνατόν, Παναγίτσα μου, τι λες τώρα, αυτό είναι άνω ποταμών, σώπα!
Έκφραση έκπληξης βασισμένη στο όνομα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου.
Με πόσο την έβγαλε τη σχολή το μπάζο; Με 8.9; Ο Χριστός κι ο δούλος!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαλαρώνω, ριλαξάρω, κάθομαι.
Άραξε τα κυβικά σου ρε φιλάρα! Τι στέκεσαι όρθιος και στην τσίτα; Χάπι θα πάρεις;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Tο πέσιμο, συνήθως με άγριο ή βίαιο τρόπο, η σάρα. Τρώγεται.
- Κι εκεί που περπατούσα στην Τσιμισκή έφαγα ένα σαούλι, γέλασε και το παρδαλό κατσίκι. Πάλι καλά που δεν έσπασα κάνα παΐδι!
Βλέπε και τρώω σούπα, τρώω σαβούρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέγεται για κάποιον που επικεντρώνει σε επουσιώδη ζητήματα, αγνοώντας το βασικό πρόβλημα (κυρίως για οικονομική χρήση).
- ...Και μετά σου λέει ότι θέλει να αγοράσει Χαγιαμπούσα. Ο κώλος του βρακί δεν έχει, η πούτσα του λουλούδια θέλει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο ατσούμπαλος, ο ογκώδης και απρόσεκτος στις κινήσεις του,
- Τι αμπλαούμπλας ο δικός σου! Σηκώθηκε απ' το τραπέζι και πήρε και το τραπεζομάντιλο σβάρνα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνήθως ακολουθείται από το «... φρέσκα μας ήρθανε» ή το «...μας φέραν κι απο πάνω».
Χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό ανεπιθύμητης κι απρόσμενης συνάντησης.
- Ωπ, ήρθε και η Βώδη που σε γουστάρει.
- Σκατά δεν είχαμε, φρέσκα μας φέρανε...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σύντομο χέσιμο.
Πάω να στείλω ένα φαξάκι κι επανέρχομαι.
Ευφημισμοί της τουαλέτας: Άη Γιώργης, ακράτητος, αποχωρητίζομαι, αρμέγω τη μονορώγα, αρμέγω τη σαύρα, βγάζω το φίδι από την τρύπα, βγαίνω, γεννητούρια, γραμμάτιο, είμαι ευάλωτος, θηρίο, θρόνος, καθαρίζω, κάθομαι, καλλιόπη, κάλπη, κουβέντα με το δήμαρχο, μέρος, μετράω χάντρες, μου χτύπησε βαλβίδα, μπαταριά, νούμερο δύο, πάω να αδειάσω τη βάρκα, πίπιρουμ, ρίχνω μια ψήφο, ρίχνω τον οβολό μου, σκοράρω, στέλνω φαξ / φαξάκι, συνάντηση με τον πρόεδρο, σύσκεψη, χαιρετάω τον ξάδερφο, χοντρό / κάνω το χοντρό μου, ψιλό / κάνω το ψιλό μου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο σουπερήρωας που η κάθε αγάμητη περιμένει να την πηδήξει.
Ο υπερήρωας επιβήτορας που δεν συνάπτει σταθερές σχέσεις, αλλά εμφανίζεται μόνο μετά από επίκληση. Πηδάει μόνο σποράδην και όχι σε τακτά διαστήματα.
Ο υπερήρωας που σε πηδάει άπαξ και μετά εξαφανίζει κάθε ίχνος του.
>από το αγγλικό fuck + man κατά παράφραση των ονομασιών ηρώων κομιξ (superman, batman, spiderman).
- Πού είναι ένας φάκμαν όταν τον χρειάζεσαι;
- Την έχει φάει η αγαμία. Γιατί δεν τηλεφωνεί στον φάκμαν της να της ρίξει ενα ψιλό;
- Μα ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρε. Εντελώς φάκμαν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified