Πρόκειται για τρόπο προφοράς, που σκοπό έχει να τονίσει συγκεκριμένη λέξη. Δασύνουμε εσωτερικό φωνήεν στη λέξη, θα το αποδώσω με ένα h, καθιστώντας την προφορά της λέξης δύσκολη και μη φυσική, με αποτέλεσμα να αποκτήσει άλλο βάρος η λέξη στην πρόταση. Συνήθως, δε, προηγείται σύμφωνο που κάνει το όλο σύστημα ακόμα πιο δύσκολο στην προφορά, οπότε το αποτέλεσμα είναι αρκετά παραστατικό.

Θα χρειαστεί μήδι κάποια στιγμή, αλλά προς το παρόν μόνο παραδείγματα, που είναι υπερβολικά ως προς τη συγκέντρωση, απλά για οικονομία χώρου.

1. - Μαλάκα την Κατερίνα απ' το σχολείο τη θυμάσαι; Την είδα κι έπαθα πλάκα λέμε.
- Αυτή; Αυτή ήταν χhοντρή ρε συ!

2. - Σκhατά τα 'κανες πάλι! Τα κατhάφερες.

3. (ως απειλή)
- Θα σε γhαμήσω! Θα σου ξhεσκίσω τον πάτο ρε αρχίδι!
- Θα μου κλhάσεις.

4. - Το φυσάει το παραδάκι ο Μπάμπης, ε;
- Ο πατέρας του είναι χεσμένος στο τάλιρο λέμε. Πλhούσιος, όχι μαλακίες.

5. - Και, για να 'χουμε καλό ρώτημα, την έχεις μεγάλη εσύ;
- Τhεράστια.
- Τhελέρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρώμα άσπρο χρησιμοποιείται (όχι και τόσο συχνά) ως συνεκδοχή για το σπέρμα. Η σύνδεση δεν είναι ευθεία (οπότε κάποιος που κάθε φορά που ακούει τη λέξη "άσπρος" σκέφτεται χυσίματα κτλ είναι μάλλον πορνόμυαλος) αλλά είναι υπαρκτή.

Βλέπε πχ τα λήμματα ασπρίζω τοίχους, το άντε γαμήσου ν' ασπρίσεις, θα τα βλέπεις άσπρα, "- τι είναι άσπρο και κρατάει μαστίγιο; - η μαλακία που σε δέρνει", και ό,τι κατεβάσει ο νους του καθενός.

Σχετικό λήμμα το μπλε όπου χρώμα γίνεται μετωνυμία για μια αφηρημένη έννοια, μέσω άλλου μηχανισμού βέβαια. Η πράσινη δεν είναι ακριβώς ίδια περίπτωση, γιατί εκεί έχουμε ουσιαστικοποίηση από την πράσινη νότα, αλλά δεν είναι και μακρυά.

(σε διασταύρωση)
- Κόκκινο είναι το φανάρι μωρή μαλακομούνω, όλα άσπρα τα βλέπεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του πίπα-κώλο. Εξαιρετικά οδυνηρή κατάσταση, ξύλο και γαμήσι, σεξ και βία, αλλά στο λόγιο. Παίζει και στο κυριολεκτικό, βλ. το 2ο παράδειγμα, ή μια γρήγορη αναζήτηση στο γούγλε, αλλά χρησιμοποιείται κατά κόρον και μεταφορικά, όπως και οι συνώνυμες φράσεις που δίνω παραπάνω. Στο πρώτο παράδειγμα είναι όλες πλήρως εναλλάξιμες.

- Τι λέει ρε συ;
- Μαλάκα μου, αίμα και σπέρμα. Στη δουλειά με τεντώνουνε, η Ελένη μου τα κάνει μπαλόνια στο σπίτι, λογαριασμοί απλήρωτοι, έχασε κι ο γαύρος την Κυριακή, με βαράνε από παντού να πούμε.

από εδώ:
Αίμα και σπέρμα στο πιο hardcore trailer που είδατε μέχρι σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχεδόν, στο όριο.

Απ' όσο ξέρω Λευκαδίτικη έκφραση που οπτικοποιεί το οριακό μιας κατάστασης: τόσο εύκολα απ' τη μία, όσο εύκολα κι απ' την άλλη μεριά του πράγματος, με την έκβαση να καθορίζεται από εξωτερικούς μάλλον παράγοντες. Φράση της καθομιλουμένης μάλλον, παρά της αργκό.

Παράρτημα

Το πρόθεμα εδ στο εκεί προέρχεται από το "εδώ" (υποθέτω) και αποτελεί μέρος της παράδοσης στη λευκάδα να μπαίνουν προθέματα και επιθέματα σε τέτοιου τύπου τοπικά επιρρήματα. Η κλιμάκωση έχει ως εξής, με σειρά αυξανόμενης απόστασης: εδώ, εδεκεί, εκεί. Το κλασσικό επίθεμα θε που σημαίνει από τόπου κίνηση, σε κατάσταση υπερδιόρθωσης πολύ συχνά συντάσεται με το από, δηλαδή η φράση "από δώθε" είναι πολύ κλασσική, και ενδέχεται να πάρει και το εμφατικό επίθεμα νε, και να γίνει "δώθενε".

Στα του λήμματος, το εδ είναι απολύτως βασικό στην συγκεκριμένη έκφραση και χρησιμοποιείται όταν δείχνουμε έναν τόπο που βρίσκεται ούτε κοντά ούτε μακρυά.

- Καλά, κιο δεν του τράβηξες κάνα τριομφίδι μ' αυτά που σου 'λεγε;
- Εδεκεί κι εδεκεί ήμουνα, αλλά είπα να μήν τονε στείλω σε κάνα νοσοκομείο χρονιάρες μέρες.

- Το περνάς το μάθημα;
- Εδεκεί κι εδεκεί είμαι, θα δούμε όταν ανάψει τον ανεμιστήρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχίζω να έχω επίδραση, μιλώντας για ναρκωτικές ουσίες (σίγουρα για μπάφο, δεν ξέρω για πιο σκληρά).

- Και ψωνίζει ο Ζουλού έναν γάρο, τον κάνουμε, την ακούμε, ξενερώνουμε, συνεχίζουμε μπύρες και μετά από λίγο μου λέει "να κάνουμε άλλο ένα;", ε, ξέρω γω μαν, γιατί όχι. Ψωνίζει άλλο ένα, το κάνουμε, και πάνω που λέγαμε πω τι μπουρούχα ψώνισε και δεν την ακούσαμε, μας τα σκάει και των δύο, κοιταζόμαστε και μετά έχασα επαφή, ούτε που θυμάμαι πώς γύρισα στο ξενοδοχείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified