...αυτό το λέμε ακολουθούμενο από μία φράση τουλάστιχον πανελλήνιου βεληνεκούς είναι ένας τρόπος ίσως εξορκισμού του κακού, ή έστω ελάφρυνσης της ατμόσφαιρας όταν συμβαίνει κάτι κακό.

Σε άλλα συμφραζόμενα είναι απλώς τρόπος για να πει κάποιος ότι αυτό που θα πει το εννοεί κυριολεκτικά, με όλη τη σημασία της λέξεως, και απλά προαναγγέλει το χαρακτηρισμό. Σε αυτήν την περίπτωση περιέχει και την υπόνοια του νιώσε, δεν το λέμε μόνο στο χωριό μου έτσι, αλλά και στο δικό σου, οπότε θα έπρεπε να το είχες καταλάβει, και τη σχετική ειρωνεία.

Παίζει, ενδεχομένως και ως ειρωνεία προς κάποιον που ξεχνάει μια λέξη, αλλά εδώ μας ενδιαφέρει λιγότερο αυτή η χρήση.

  1. - Έχασα το εξάρι στο λόττο από έναν αριθμό ρε πούστη...
    - Στο χωριό μου αυτό το λένε γκαντεμιά.
    - Έλα ρε, από πού είσαι;
    - Από τα Σέκλανα.

  2. - Ο Τασούλης την έπεσε στη γκόμενά μου προχτές.
    - Αυτό στο χωριό μου το λένε πουστιά και είσαι μαλάκας που δεν τού 'χεις γαμήσει ακόμα το τάμ-τιριρί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξάρτημα από τον χώρο της αυτοκινητιστικής καγκουριάς. Μπαίνει στην εξάτμιση και στο άφημα του γκαζιού αναπαράγει (συνήθως αποτυχημένα) τον ήχο που κάνει το τούρμπο όταν ο οδηγός αφήνει το γκάζι, ένα χαρακτηριστικό σφύριγμα που προκαλείται από την εκτόνωση της πίεσης του υπερσυμπιεστή (τούρμπο).

Πάει γάντι σε αποτυχημένα καγκούρικα αμάξια των οποίων το φτιάξιμο περιορίζεται σε μοντίφες τύπου τράιμπαλ αυτοκόλλητα, παραπανίσια όργανα στο ταμπλώ, αεροτομή-σιδερώστρα, μπούκα-φωλιά μικρών ζώων και λαμπάκια σταρ-τρεκ.

(βρουμ-βρουμ στο φανάρι)
- Γεια σου ρε Βασάρα με τη σφυρίχτρα σου! Κάτσε να φέρω τον τάφο να σε ταΐσω και μ' αυτόν!

Τύρβω με €15! (από Vrastaman, 07/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπική μονάδα υπερβολικής μέτρησης μήκους ή μεγέθους στην πάτρα. Ε, όπως και να το κάνεις, το αντίρριο δεν πέφτει και κοντά. Παλιά ήταν μισή ώρα λόγω φερυμπότ, τώρα είναι γύρω στα ντόντιτσι γιούρια μακρυά.

  1. - Ο Βάγγος, ο Βάγγουρας, με την πουτσάρα τη νά!
    - Σιγά μην την έχει κι από δω μέχρι τ' αντίρριο.

  2. - Έχει φάει ένα κέρατο ο Σπύρος, από δω μέχρι τ' αντίρριο.

(από electron, 06/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πίπτει κατά κύριο λόγο σε χρόνο προπερσυντέλικο και σε πρόσωπο μακρύ, και δηλοί ότι κάποιος έκανε μια δήλωση την οποία ο ίδιος πίστεψε, εμείς από την αρχή αμφιβάλλαμε και τελικά επιβεβαιωθήκαμε πανηγυρικά. Παραδόξως έχει και τη χροιά του σ' τά 'λεγα, παρ' όλο που συνήθως λέγεται όταν μιλάμε με τέταρτο άτομο. Ναι.

Είπε θα βγει για ένα ποτό ο μαλάκας και την πίστεψε, τελικά γυρίσαμε εν χρω κεκλασμένοι ώρες πρώτες μεσημβρινές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το θρυλικό μηχανάκι τάουν-μέητ (ναι! καί στην πάταξη της κομμουνιστικής απειλής, εξωτερικής ή εσωτερικής), όπως αποκαλούνταν στη λευκάδα όταν ήμανε κι εγώ σβούρος. Νταξ, όχι τελειωμένος, αλλά τις καγκουριές μου τις έκανα κι εγώ.

Πάμφθηνο, σκυλί μαύρο, ταμπούρα μπρος-πίσω, τιμόνι και ρόδες στον στάνταρ εξοπλισμό και με μέγα κλου την μετάδοση με διαφορικό αντί για αλυσίδα. Τώρα γιατί, πού να ξέρω μάνα μου. Ενεφανίζει, όπως και το γλούχ, λόγω κάποιας παραξενιάς της ανάρτησης, το ακραίο φαινόμενο της ανασήκωσης της μπροστινής ρόδας κατά το φρενάρισμα, αντίθετα στο νορμάλ φαινόμενο της βύθισης.

Υποθέτω ονομάστηκε έτσι γιατί δεν στρίβει ούτε με ευχέλαιο και δε σταματάει ούτε με επίκληση στον άγιο χριστόφορο, αλλά πιθανώς και λόγω παλαιότητας και κακοσυντήρησης όλων των εν λόγω μηχανημάτων, ίσως δε απλά επειδή είναι χρέπι, σαπάκι απ' τη μάνα του. Ίσως. Ίσως να είναι κι απ' τα τσιμπούκια που κάνjει η αδερφή σου.

Αυτό και το γλούχ, κυρίως το δεύτερο δηλαδή, πρέπει να είναι ό,τι πιο σκληροτράχηλο μηχανολογικά έχει κατασκευαστεί από άνθρωπο.

(πραγματική διήγηση)
- Μαλάκα, ανεβήκανε χτες στο πρώτο (σ.ς. γυμνάσιο λευκάδας) σε έναν τάφο έξι μαντράχαλοι. Τρεις στη σέλα, ένας στο τιμόνι και δύο να κρέμονται στους μαρσπιέδες!
- Έτσι μωρή τάφε!

Got a better definition? Add it!

Published

Πλην του ήδη κατεχωρισμένου, παίζει και με την έννοια του ντου, είτε αυτό γίνεται σε κτήριο, σε μπάτσους, πεηπολικά ή ό,τι άλλο. Συναντάται και στη ρηματική μορφή, πουχού την έπεσαν στο τμήμα στα εξάρχεια πάλι, απ' όπου προήλθε και το ουσιαστικό περιγράφον την πράξη.

Βάλε το μαντήλι, άκουσα ετοιμάζεται πέσιμο και θα μας γαμήσουν πάλι στα χημικά. Μααλόξ έχεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλήρως ασύντακτη αντερώτηση στο κλασσικό πλέον «τι λέει». Καταχωριστέο, κουτουτουμουγού, λόγω αυτής ακριβώς της επικής ασυνταξίας.

- Τι λέει;
- Κουλ μωρέ, χαλαρά. Εσύ τι λέει;
- Μια απ' τα ίδια.
- Και μισό κιλό βαρελίσια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περισσότερο κοινωνικό φαινόμενο παρά λήμμα σλανγκ. Αξίζει αναφοράς, όμως, καθότι εξηγεί τα λήμματα τύπου κουτσουμπήλω, του γκουντουμπήτρου, Έφη Βώδη και ίσως άλλα που να μου διαφεύγουν.

Πρόκειται για τον ξεπεσμό, για την ντεγκαντάνς της παραδοσιακής μουσικής της Πελοποννήσου και της Ρούμελης που επήλθε όταν ανακαλύφθηκε το έκο/ντηλέυ και άρχισε η κατάχρηση στα πανηγύρια, τα οποία πλέον είναι πιασοκωλιά στα ίσα και δεν έχουν καμία σχέση με τις παραδοσιακές θρησκευτικές και αγροτικές εορτές.

Η μουσική είναι κάτι που μόνο μακρινά θυμίζει παραδοσιακά τραγούδια, όταν παίζουν και τέτοια, αφού έχουν αντικατασταθεί από τα πανηγυριώτικα καψουροτράγουδα. Το είδος αυτό αντιδιαστέλλεται με τα καψουροτράγουδα εθνικής οδού, διότι συνδέεται άμεσα με το σφαγιασμένο παραδοσιακό τραγούδι, και συνεπώς έμμεσα με το ίδιο το παραδοσιακό τραγούδι, ενώ το καψουροτράγουδο της εθνικής οδού κατάγεται από το ρεμπέτικο. Παναγία βόηθα...

Παρατηρούμενα φαινόμενα, εκτός από τα άθλιας ποιότητας ποτά και φαγητά σε εξωφρενικές για πανηγύρι τιμές είναι η ορχήστρα αγκαζέ το μισό βράδυ και χορεύω μόνο εγώ και η πάρτη μου και άμα σηκωθείς παίζει τσαμπουκάς (και γαμώ τις γιορτές δηλαδή) και η απανταχού παρούσα επίδειξη πλούτου σε στυλ βλαχομπαρόκ.

Η ορχήστρα αποτελείται από: κλαρίνο, βιολί, φωνή, ηλεκτρική κιθάρα και μπάσο, ντραμς, πλήκτρα και τουμπερλέκι. Τον βασικότερο ρόλο όλων, όμως, τον παίζει ο ηχολήπτης που τερματίζει το ντηλέυ και νομίζεις ότι βρίσκεσαι στη σπηλιά του νταβέλη, σε σημείο που τελικά η όλη (υπο)κουλτούρα του σύγχρονου πανηγυριού να χαρακτηρίζεται από αυτό.

αυτό

κι αυτό.

Ψάχνοντας για μπλάκμαν βρήκα κι αυτό. Δεν κολλάει και πολύ, αλλά η καποερίστικη κλωτσιά που δίνει ο ράσταμαν στο 0.26 είναι ανθρωπολογικό φαινόμενο και καταδεικνύει την άρρηκτη ενότητα του Πανανθρώπινου Πολιτισμού. Αφρομπραζίλιαν Κάλτσουρ μήτς Zeibekiko μήτς Μπιουκάναν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θηλυκό. Λέγεται λαϊκά έτσι η Μερσεντές, αλλιώς και το «μερκέντι». Και ιδίως τα γάμησέ τα μοντέλα της εταιρίας, όπως η παλιά σειρά C, ή η Ε180 που ήταν απλά η εκπλήρωση του καημού του (ακόμη) πεινασμένου (αλλά όχι ψωμολυσσούντα) έλληνα πρώτα, και μετά του αντίστοιχου αλβανού και τώρα δεν ξέρω ποιου.

Ανήκει στην οικογένεια των εκλαϊκευμένων ονομάτων αυτοκινήτων, όπως και το μπέμπα, αντί για BMW, εδώ εκφράζεται και πατρική (όχι και τόσο) παύλα πιπινική αγάπη προς το όχημα, το τουότα, αντί για ΤΟΥΟΤΑ, απλός εξελληνισμός, και νομίζω ότι πέθανε. Εξαιρείται το πορσικό που είναι άλλη φάση.

Χρησιμοποιείται πλέον κυρίως με αρνητικές συνδηλώσεις, έχω την εντύπωση, αν και παλαιότερα, όταν για να έχει μερκεντέ έπρεπε να είσαι τουλάστιχον μανχάτας, είχε κυρίως την απόχρωση του θαυμασμού για το τουτού.

- Ναι το μαλάκα, άμα δεν το παρκάρει το μερκέντι μπροστά απ' το καφενείο να φαίνεται να κλείσει όλη την κίνηση ο καραγκιόζης δεν γίνεται...

(από Vrastaman, 11/12/09)(από jesus, 10/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέγαμε όταν ήμουνα μικρός στη Λευκάδα (τώρα είμαι άπαιχτος στο σηάτλ) αντί των για κοίτα ένα μαλάκα, πάρε ένα μαλάκα και τα συναφή.

Για την προφορά δες και το κάνε.

- Για ιδές κεφάλ' π' θέλ' να παίξ' κι επίθεσ'! Τέρμα 'α παίξ'ς ρε μόμολο!

Got a better definition? Add it!

Published