Λέγεται στο τάβλι όταν κάποιος μετράει τις διπλές ζαριές που παίζει κατά το σχήμα που φαίνεται στο παράδειγμα, αντί για το μία, δύο, τρείς, τέσσερις, λόγω ρύμας.

Μάλλον όχι, όμως, στα ασσάκια και τις δυάρες. Μην το ξεφτιλίσουμε κι όλας...

Ντόρτια. Μία, δύο, τρείς, (χτύπημα πουλιού στο τάβλι) κι ο χατζηπετρής.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οριακά αδόκιμη απόδωση του εμ-πι-θρή στα ελληνικά, με το αδόκιμο της λέξης να έγκειται στο ότι διαβάζουμε τον αριθμό στα ελληνικά και τα γράμματα στα αγγλικά.

Ενδέχεται να απαντά και στη μορφή εμ-πι-θρήα ή και εμ-πι-τρί, με το θρήα και το τρι να αποτελούν τα δυνατά υβρίδια, κροσόβερ στα ελληνικά, του θρή με το τρία.

Και ας περάσουμε στα αποτελέσματα του πάμε στοίχημα. Εμ-Πι, τρία-μηδέν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το πολυαγαπημένο μπητς μπαρ, στο μονολεκτικότερο και νεοελληνικότερο.

- Πάμε στη διπλανή παραλία, έχει κι ένα γαμάτο μπητσόμπαρο.
- Τι είναι το μπητσόμπαρο;
- Το πολυαγαπημένο μπητς μπαρ, στο μονολεκτικότερο και νεοελληνικότερο.
- Έχεις και κότερο;

και μπητσομπαρο και κότερο ναουμ! (από BuBis, 03/09/09)μπιτς για μπιτς... (από BuBis, 03/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα ιντερνετικά omg και λολ, αντίδραση που έχει περάσει και στον προφορικό λόγο και χρησιμοποιείται κυρίως από τύπους που λιώνουν στις ντότες και δείχνει έκπληξη (το ομιτζί) μπροστά σε κάτι μάλλον αστείο (τα τρία λολ).

Ο αριθμός των απαιτούμενων λολ ποικίλλει, αρκεί να στέκει μετρικά η πρόταση, αλλά το ομιτζί δεν μπορεί να αντικατασταθεί από το ομιφιτζί.

Όταν το λολ αντικατασταθεί από το εφεφές (ffs, σύντμηση του for fuck's sake), η αντίδραση περιέχει και μια εσάνς αγανάχτησης, αλλά όχι και με πολλά χι. Σε αυτήν την περίπτωση η ποσότητα των εφεφές είναι αδιευκρίνιστη, ίσως γιατί, σε αντίθεση με τα λολ, τα εφεφές (πίλσεν) είναι μη μετρήσιμη ποσότητα.

Βλέπε και lol theory.

  1. - Είδα το Μήτσο το μεταλά σε πανηγύρι να ακούει Χριστοδουλόπουλο.
    - Ομιτζί και δεκαεφτάμισι χιλιάδες λολ!

  2. - Κόπηκες Υδροπνευματικούς Δονητές ΙΙ.
    - Ομιτζί και εφεφές. Πότε θα γίνω μάνα;;

  3. (τραγουδιέται κατά το οκέι γιες του Γιάννη στους Απαράδεκτους)
    Ομιτζί και εφεφές,
    Σ' είδα στο Σύνταγμα εχτές.
    Ομιτζί και τρία λολ,
    Πλακώθηκα στα παναντόλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ίσως η μοναδική μη τετριμμένη απάντηση στην απελπιστικά τετριμμένη ερώτηση «τι κάνεις», ή κάποια παρόμοια. Δείχνει ενόχληση σε ακραίο βαθμό, και απέχθεια προς τον ερωτώντα, εκτός και χρησιμοποιείται δίκην αστεϊσμού.

Παρά τις πολυετείς έρευνες, δεν έχει βρεθεί αντίδοτο, ανταπάντηση ή α-ντά-ντιρλάντ-α-ντά.

Παραπέμπω στο μεγάλο κάτω για το παράδειγμα έτερης ατάκας που επί μακρόν είχα παραξηγήσει. Για πολύ καιρό αντιλαμβανόμουν τον περίεργο όχι ως τον περίεργο-ρωτάω να μάθω (γαλλ. curieux), αλλά τον περίεργο τύπου «είναι περίεργος αυτός ο τύπος» (γαλλ. bizarre). Μήπως τελικά είμαι ηλίθιος;; Όχι, απλά παράλογος.

- Τι κάνεις;
- Γαμάω περίεργους.
- ...
- Τι «...» ρε καραγκιόζη, @%^@$%&;;
Ακολουθεί επίδειξη τάππερ.
Μπόνους μάλους: Το τάππεργουερ προηγήθηκε των χάρντγουερ και σόφτγουερ. Νομίζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινότατος χαρακτηρισμός φασίστα από εξωκοινοβουλευτικούς και κυρίως αναρχικούς, που τονίζει την έλλειψη εγκεφάλου που χαρακτηρίζει το είδος και τους υποβιβάζει σε κατώτερες μορφές ζωής.

Πάει πακέτο με τις απόψεις του σωστού φασίστα περί αρείας φυλής, ανώτερης ράτσας και λοιπά κολοκύθια τούμπανα.

Η αναφορά σε αυτήν την έλλειψη εγκεφάλου συνοδεύεται συνηθέστατα από αναφορές σε αντανακλαστικές στα όρια του παβλώφ κινήσεις τύπου μαχαίρωμα και ξύλο σε μετανάστες και συνεργασία με μπάτσους και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.

από εδώ:
Ασπόνδυλα στην ΑΣΟΕΕ προ 10 λεπτών

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να την πω στον θείο ατσεγκέ που ανεβάζει λήμματα τύπου κατεβαίνω και ξεφτιλίζει το επίπεδο του σάιτος, θα ανεβάσω ένα άλλο φαινομενικά αθώο ρήμα της νεοελληνικής, το οποίο δεν προσφέρεται για λημματογράφηση, λέτε εσείς τώρα...

Στη μουσική χρησιμοποιείται από τους οργανοπαίχτας οίτινες:

1ον: μαθαίνουν εξ ακοής ένα κομμάτι, ήτοι κάθονται οκλαδόν με το όργανο μπροστά στο ηχοσύστημα και το λιώνουν μέχρι να μάθουν να το παίζουν με το αφτί και χωρίς την χρήση παρτιτούρας.

2ον: καταφέρνουν να παίξουν ένα δύσκολο κομμάτι το οποίο τους πήρε καιρό να το μάθουνε.

3ον: ξαναδές το 1ον.

Για όσους βγήκαν από το ντεντ λουπ, τα σέβη μου στην κυρία μητέρα σας.

- Χτες έβγαλα το άι οβ δε τάιγκερ στην κιθάρα.
- Εγώ χτες έβγαλα το σόλο από το χάιγουέι σταρ.
- Εγώ το πρώτο μου παιδί θα το βγάλω τζίμη.
- Εγώ τη βγάζω δεν τη βγάζω.

(από jesus, 08/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνό φαινόμενο στον σύγχρονο προφορικό λόγο είναι η παράλειψη του άρθρου σε φράσεις στις οποίες το συντακτικό το απαιτεί.

Μάλλον από βαρεμάρα, αλλά όπως και νά' χει προσδίδει ένα περίεργο στυλ στον λόγο.

Είναι λίγο προβληματικός ο ορισμός του φαινομένου, καθώς δεν μπορούν να παραλειφθούν όλα τα άρθρα, βλέπε και παράδειγμα. Αν το έχει συστηματοποιήσει κάποιος, ας γράψει τίποτες από κάτω.

- Πήγαμε σπίτι Τάσου χτες.
- Ήταν και αδερφός Ελένης εκεί;
- Ναι, ο μαλάκας.
- Σπάει αρχίδια ο καραγκιόζης. Αλλά είναι και μαλάκας, γιατί τα έριξε σε γκόμενα αδερφού Γιώργου, και προφανώς ο άλλος τό 'μαθε.
- Ποιος τον γαμάει... Παραγγείλω πιτόγυρα Μερακλή;
- Χώσου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έννοια συγγενής με τις ήδη καταχωρισμένες αλλά μη ορισμένες προς αυτήν την κατεύθυνση καΐλας, καμένος και (ίσως λιγότερο) καΐδι.

Αναφέρεται σε τύπο ο οποίος λέει καΐλες-καϊλιές, άκυρα αστεία που στην ουσία δεν είναι αστεία, αλλά μάλλον τα ερείπια της έννοιας του χιούμορ. Προσιδιάζουν περισσότερο σε τύπο που όντως έχει καεί από τις ουσίες, όπως φαίνεται και στα λίνκια, και προφάνουσλυ ένας τέτοιος τύπος δεν έχει και την πιο χάι κουάλιτυ αίσθηση του χιούμορ. Ενδέχεται σοβαρά να λέει και αφεδύο.

  1. Έλεος πια ρε κατεστραμμένε με τα ανέκδοτα με τη μικρή Αννούλα. Νιώσε, δεν είναι αστεία. Χώρια που μας τά 'χεις κάνει ζέπελιν τόσες φορές που τα έχεις πει.

  2. (πραγματικός διάλογος, μαντέψτε ποιος απ' τους δύο είναι ο υποφαινόμενος)
    - Βρήκανε, λέει, στη Γερμανία σε προϊστορικό σπήλαιο ομοίωμα πέους που μάλλον χρησίμευε ως σεξουαλικό βοήθημα.
    - Καλά, όταν βρούνε και μαντάμ ντε σακ ντε βουαγιάζ από δέρμα μαμούθ λέτ μη νόου.
    - Τι κατεστραμμένος που είσαι ρε μαλάκα...

(από johnblack, 06/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη χρησιμοποιείται και με την κυριολεκτική της έννοια, σημαίνουσα αδερφός νέτα σκέτα και χωρίς παραξηγήσεις.

- Μπάνισες γυαλικό που ψώνισε ο μπρο μου;

Got a better definition? Add it!

Published