Αρκτικόλεξο = Του Αγίου Πούτσου Ανήμερα.

Χρονικός προσδιορισμός κάποιου επιθυμητού γεγονότος που θα αργήσει πολύ να συμβεί... Συναντάται συχνά στον στρατό ως πιθανή ημερομηνία απολύσεως για τους φυλακόβιους.

- Πότε απολύεσαι ρε σειρά;
- Άστα, με τόσες φυλακές θα απολυθώ Τ.Α.Π.Α.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πρωινή γυμναστική στον στρατό. Προέρχεται από τις αρχικές συλλαβές των λέξεων Σωματική Βελτίωση (όπως λέγεται επίσημα η γυμναστική στο στράτευμα).

- Πω πω πάλι σωβέ έχουμε σήμερα πρωί πρωί. Φόρεσε τις ελβιέλες και κατέβα στον περίβολο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσδιοριστικό επίθετο για γυναίκες που παρά το επίμονο φλερτ δεν ενδίδουν. Πιθανότατα προέρχονται από οικογένεια αυστηρών αρχών (και περιμένουν την πρώτη νύχτα του γάμου) ή είναι ερωτευμένες με άλλον...

Το αιδοίο της, παρά τις ηρωικές προσπάθειες δεν το ανοίγει, το κρατάει κλειστό σαν στρείδι...

Της ίδιας οικογενείας με τα: φαρμακομούνα, αγαθομούνα, μαλλιαρομούνα, χαζομούνα, αραχνομούνα

- Ωραία γκομενίτσα η Μαρίτσα, θα της την πέσω...
- Η Μαρίτσα είναι στρειδομούνα, τσάμπα θα φας τα νιάτα σου, την πιλάτευε ο Μήτσος οκτώ βδομάδες, αλλά δεν το άνοιξε το στρείδι να φάει το μαργαριτάρι....

(από Khan, 10/08/14)(από Khan, 01/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προστακτική έκφραση που σημαίνει στάσου ακίνητος και που πιθανόν προέρχεται από την εγγλέζικη φράση stick (th)'em up (=ψηλά τα χέρια). Λιγότερο πιθανό είναι να προέρχεται από τις λέξεις στάκα (=στάσου) + man.

ΣΤΑΚΑΜΑΝ: Τίτλος ταινίας του Αντώνη Καφετζόπουλου.

Στάκαμαν σου λέω να σου εξηγήσω, μην φεύγεις!

(από filologas, 20/03/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης, στα καλιαρντά (εκ του αγγλικού soldier).

- Έχω νταλκά μ' έναν σολντά!

Συνώνυμα: σολντάτης, γη ελληνική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία των λέξεων: σκούπα + φαράσι. Επειδή οι δυο αυτές λέξεις πηγαίνουν συνήθως πακέτο (π.χ. «πάρε σκούπα και φαράσι»), χρησιμοποιείται η συμπτυγμένη λέξη αντί αυτών...

Πάρε σκούφα και μάζεψε το φλιτζάνι με τον καφέ που έσπασες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της λέξης σκοπιά στην στρατιωτική διάλεκτο.

- Πάλι σκοπαρίδι σήμερα, χάθηκε να με βάλουν θαλαμοφύλακα να μην κρυώνω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O αναπτήρας, στα καλιαρντά.

- Πιάσε τη σιδεροπυρού κι έλα να μ' ανάψεις...

(από patsis, 30/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που προέρχεται από την ομώνυμη στήλη της εφημερίδας Athens Voice της Μυρτώς Κοντοβά. Πρόσφατα έγινε και τηλεοπτική σειρά.

Εννοεί άγνωστους ανθρώπους, όμορφους και με στυλ, για τους οποίους θα έγραφε κάποιος στην στήλη «Σε είδα»...

Πω πω δες ένα πιπίνι, σκέτο «σε είδα»...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός προσώπου ή κατάστασης.

ροκ = αντισυμβατικός, παλαβός, άγριος, αχαλίνωτος, θυελλώδης, έκλυτος, άναρχος. Όταν αναφερόμαστε σε ροκ κατάσταση, εννοούμε ότι θυμίζει ροκ συναυλία.

Η κατάσταση στο γραφείο είναι τελείως ροκ.

«Γιατι εσυ ξέρεις στο κρεβάτι τι θα πεί ροκ εντ ρόλ...» Σιδηρόπουλος (1985) (από vikar, 08/07/11)

Δες και τζαζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified