Τσιμπούκ λουκούμ είναι η εξευτελιστική ήττα, είτε μιας ομάδας, είτε ενός ατόμου σε κάποιο αγώνισμα.

(Ύστερα από παρτίδα τάβλι)
- Πόσο ήρθε τελικά;
- 5-2. Ο Νίκος έφαγε ένα τσιμπούκ λουκούμ ξεγυρισμένο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πακέτο με σπίρτα.

- Πάω να πάρω αναπτήρα και επειδή από ψιλά είχα μόνο 20 λεπτά έδωσα πενηντάρικο αλλά ο μαλάκας ο περιπτεράς δεν είχε να μου χαλάσει, οπότε αναγκαστικά έδωσα το εικοσάλεπτο και πήρα αλβανικό Zippo. Τέλος πάντων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φαντάρος που ναι μεν εισήχθη στην γιωτομπαλέ κατηγορία (Ι3-Ι4), αλλά νιώθοντας ότι έτσι αποτελεί στόχο χλεύης και περιφρόνησης από τους υπόλοιπους, προσπαθεί μανιωδώς να αποτινάξει το στίγμα του γιωτά από πάνω του, επιδιώκοντας συμμετοχή και δείχνοντας ζήλο σε όλες τις δραστηριότητες (ασκήσεις, πορείες κ.τλ.). Διακαής του πόθος να αλλάξει η Σωματική Ικανότητα (κατά την διάρκεια της θητείας εννοείται).

- Ο Αντωνίου γιατί έρχεται στην πορεία ρε μαλάκα; Νομίζω του έβγαλε ο γιατρός χαρτί πως δεν κάνει να συμμετέχει σ'αυτά.
- Δεν το δείχνει ποτέ ρε φίλε. Ο τύπος είναι φουλ γιωτοκομάντο. Παλεύει να αλλάξει το Ι του εδώ και πόσο καιρό, αλλά χλωμό το κόβω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1) Το κακής ποιότητας αυτοκίνητο. Αυτό που είναι αναξιόπιστο και με κάτω του μετρίου άνεση και οδηγική συμπεριφορά.

2) Η αποτυχημένη στοιχηματική πρόβλεψη, κυρίως όταν είσαι σίγουρος για ένα τελικό αποτέλεσμα και ποντάρεις σε αυτό.

-Που είσαι; -Συνεργείο -Πάλι θέματα έχει ο κουβάς σου;

-Έπαιξα ένα κατοστάρικο στο διπλό της Παρί και χάσαν 3-0 οι μαλάκες, με κάψανε. -Πω ρε φίλε, τι κουβάς ήταν αυτός;

Got a better definition? Add it!

Published

Υποτιμητικός και προσβλητικός χαρακτηρισμός για πολύ κοντή γυναίκα (συνήθως απο 1.60 και κάτω). Προέρχεται απο την υπόθεση πως λόγω του λειψού αναστήματός της αυτή η γυναίκα μπορεί να κάνει στοματικό χωρίς να χρειαστεί να σκύψει,να ξαπλώσει ή να καθήσει.

-Δε φτάνει που παραβίασε προτεραιότητα η πίπα η όρθια, μου ζήταγε και τα ρέστα. 1 μέτρο μπόι και 2 μέτρα γλώσσα, κατάλαβες;

Got a better definition? Add it!

Published

Σκωπτικός χαρακτηρισμός για πολύ ψηλή γυναίκα (πάνω από 1.80)

-Πριν λίγο μπήκε η Άννα και πήγε προς το μπαρ, την είδες; -Ε πως δεν την είδα ρε; Όλους 1 κεφάλι τους ρίχνει το όρθιο χιλιόμετρο.

Got a better definition? Add it!

Published

Μη βλέπεις τώρα που γέρασε και το παίζει θεούσα. Στα νιάτα της ήταν μεγάλη παλούκω. Τον συγχωρεμένο τον άντρα της τον είχε κάνει τάρανδο.

Ορισμός που χαρακτηρίζει μια γυναίκα η οποία 'πηδάει πολλά παλούκια' (παλούκια=ανδρικά μόρια,προφανώς), άρα μια γυναίκα με έντονη και πολυάριθμη σεξουαλική δραστηριότητα. Εναλλακτικά και 'παλούκα'

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που το παίζει εξπέρ στο σεξ και έχει μια έτοιμη απάντηση για οποιαδήποτε ερώτηση πάνω σ' αυτό, όμως ακόμα δεν έχει εφαρμόσει στην πράξη τίποτε απ' αυτά που λέει.

- Κοίτα τον ρε τον πηδομαλάκα, το παίζει Ασκητής χωρίς να έχει γαμήσει ούτε μύγα...

(από vip, 27/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πολύ κακής ποιότητας τσιγάρο, του οποίου ο καπνός έχει ένα καφέ-πράσινο χρώμα και συνήθως ένα πακέτο από τέτοια δεν κάνει πάνω από 2 ευρώ (π.χ. Γουίνστον).

- Πόσα σου μείνανε;
- Δύο ευρώ.
- Αμάν,πάλι πουτσιγάρα θα πάρουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που κυκλοφορεί συνέχεια με παπί και η ηλικία του συνήθως δεν ξεπερνάει τα 25.

- Πάμε με τον Νίκο στο σχολείο για ένα μονό, αλλά η αυλή ήταν τίγκα στους duck men και κάναν όλοι κόντρες με τα Modenas.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified