Κάτι αντίστοιχο της έκφρασης «σηκώθηκαν τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι».

- Αφεντικό δε μπορώ να το κάνω αυτό που μου ζητάς, είναι πολύ βαριά τα κιβώτια, να τα μεταφέρεις εσύ.
- Τι λες ρε κωλόπαιδο; Πας καλά; Σηκώθηκαν τα αγγούρια να γαμήσουν το μανάβη; Τσακίσου κουβάλα τα, μη σου κόψω τον κώλο.

Aυτά τα αγγούρια όμως, μπορεί να γαμήσουν τον ψαρά... (από MXΣ, 06/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χώρος όπου κάποια άτομα μαζεύονταν να πιουν τον καφέ τους, να συζητήσουν διάφορα θέματα, να παίξουν πρέφα να χαβαλεδιάσουν με τους φίλους τους και γενικά να περάσουν καλά. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται στις μέρες μας για να χαρακτηρίσει τις ποδοσφαιρικές (αλλά και γενικότερα όλες τις αθλητικές) ομάδες που δεν φημίζονται για τη σοβαρότητα, την ποιότητα και τη δυναμικότητά τους (βλέπε και παιδικές χαρές), είναι δε όρος λίαν υποτιμητικός.

Ο πρόεδρος πρέπει να κάνει επειγόντως μεταγραφές. Πάλι χάσαμε 3-0 από τα καφενεία που παίζανε και με παίκτη λιγότερο. Αν συνεχίσουμε έτσι του χρόνου μας βλέπω Β εθνική...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη μου κωλοτρίβεσαι. Μεταφορική πρόταση που χρησιμοποιείται όταν κάποια ή κάποιος παραφέρεται και με τις πράξεις της/του μας προκαλεί να φερθούμε ανάλογα. Όλοι καταλαβαίνουμε ποια είναι η πραγματική γκλίτσα του τσοπάνη.

Κατ' επέκταση η φράση αυτή μπορεί να σημαίνει και μην κάνεις κάτι ριψοκίνδυνο, μην παίζεις με τη φωτιά.

- Αχ Σάκη, θα έρθεις από το σπίτι μου να με βοηθήσεις με τα μαθήματα;
- Λίτσα παίζεις με τη φωτιά. Πόσες φορές σου έχω πει να μη τρίβεσαι στη γλίτσα του τσοπάνη; Θες να έχουμε άλλα;

βλ. και θυμίζω, κωλοτρίβομαι, πιπιλιέμαι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φευγάτος, αυτός που την κάνει, αυτός που την κοπανάει. Σύνθετη λέξη από την έκφραση την κάνει + την κατάληξη -όπουλος που σημαίνει παιδί (Παπαδόπουλος το παιδί του παπά, Γεωργόπουλος το παιδί του Γιώργου κ.τ.λ.), δηλαδή το παιδί / το άτομο που την κάνει / την κοπανάει. Πολλοί ερευνητές-γλωσσολόγοι υποστηρίζουν ότι η λέξη αυτή προέρχεται από το γνωστό Γάλλο ποδοσφαιριστή Τιγκανά (παιδί του Τιγκανά!!!), γνωστό για την ταχύτητά του εξού και η ορθογραφία της λέξης (τιγκανόπουλος και όχι όπως θα περιμέναμε τηγκανόπουλος).

(Δυο γαύροι έξω από τη Λεωφόρο μετά το 1-4 στο κύπελο)
- Τιγκανόπουλος, Μπάμπη. θα τις φάμε!
- Τρέχα Γιώργη, του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι βρωμερές κλινάμαξες του ΟΣΕ (Ούτε Σιδηροδρόμους Έχουμε) με τα έξι κρεβάτια σε ένα χώρο 1X1m όπου στοιβάζονται ρωσοπόντιοι, φοιτητές, γύφτοι, φαντάροι, αλβανοί και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς για να ταξιδεύσουν βραδινές κυρίως ώρες από Αθήνα-Θεσσαλονίκη... Από το πολύ κλάσιμο (κλάνω...) που έπεφτε εκεί μέσα, τη ζέστη που έκανε λόγω του χαλασμένου εξαερισμού των βαγονιών και την ποδαρίλα, έπρεπε να ήσουν εφοδιασμένος με ειδική στολή ραδιοβιοχημικού πολέμου προκειμένου να βγεις ζωντανός. Ανώνυμες δημοσιογραφικές πηγές αναφέρουν ότι ο Σαντάμ Χουσεϊν είχε χρησιμοποιήσει τις κλανάμαξες στην προσπάθειά του να αναπτύξει όπλα μαζικής καταστροφής. Οι κλανάμαξες ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς την προηγούμενη δεκαετία και όλοι όσοι τις χρησιμοποίησαν θυμούνται με νοσταλγία τις ωραίες ευωδιαστές ώρες που πέρασαν σε αυτές και τους τόσους ενδιαφέροντες ανθρώπους που γνώρισαν κατά τη διάρκεια των πολύωρων ταξιδιών τους (τη δεκαετία του 90 ο μέσος χρόνος Αθήνα-Θεσσαλονίκη κάποιες φορές ξεπέρναγε τις 12 ώρες).

- Ρε μαλάκα Τάκη πάλι με κλανάμαξα θα ταξιδεύσουμε για Θεσσαλονίκη;
- Και τι θες να κάνουμε ρε Γιώργο, με 20 ευρώ τι περιμένεις να νοικιάσουμε, κάνα αεροσκάφος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης, ο σπάγκος, ο εξηνταβελόνης. Αυτός που συνήθως έχει χρήματα αλλά τα ξοδεύει με πολύ φειδώ. Η πλήρης έκφραση είναι «έχει καβούρια στις τσέπες», τα οποία όταν βάζει το χέρι να βγάλει και να δώσει κάνα φράγκον τον δαγκώνουν και αναγκάζεται να το τραβήξει και τελικά γλιτώνει τα περιττά έξοδα... Γνωστός στην ιστορία καβουράκιας είναι ο ήρωας των Comix Σκρουτζ Μακ Ντακ και ο ήρωας των γηπέδων και πρώην πρόεδρος του Παναθηναϊκού Καπετάνιος-Γιώργος Βαρδινογιάννης.

- Τον μαλάκα τόσες φορές έχουμε πάει για καφέ και ούτε μία φορά δεν έβαλε το χέρι στην τσέπη να πληρώσει. Καλά καβούρια έχει;
- Άσ' τον μωρέ τον τσιγκούναρο, τώρα θα τον μάθεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που απευθύνει ένας ταβλαδόρος στον αντίπαλό του όταν τον έχει σκίσει, αλλά, παρά το στραπάτσο, αυτός δεν παρατάει το παιχνίδι, αλλά επιμένει να συνεχίσει μέχρι τέλους μπας και φέρει 3 εξάρες στο μάζεμα και γλιτώσει το διπλό. Με αυτή την έκφραση ένας καλός ταβλαδόρος δηλώνει τη βαρεμάρα του (μια και το παιχνίδι έχει κριθεί και δεν έχει κανένα νόημα να συνεχιστεί μέχρι τέλους) αλλά και την αναξιοπρέπεια του αντιπάλου του ο οποίος δεν παραδέχεται τη συντριβή του, αλλά τραβάει μέχρι τέλος μπας και ξεκωλωθεί και σώσει τα προσχήματα. Η έκφραση αυτή ακούγεται κατά κόρον στα φοιτητικά στέκια της Θεσσαλονίκης. Προέρχεται από κάποιο φυλακισμένο ο οποίος μετά την έξοδό του τη διέδωσε στον έξω κόσμο. Οι φυλακισμένοι, ως γνωστόν, μια που δεν έχουν να κάνουν τίποτα όλη μέρα και έχουν άφθονο ελεύθερο χρόνο, ασχολούνται με διάφορα αθλήματα (τάβλι, πρέφα, παπάς). Ο Ρωχάμης, σαν ισοβίτης που ήταν, είχε όλη τη ζωή μπροστά του. Δεν ξέρω αν ήταν καλός ταβλαδόρος, όμως φαίνεται ότι είχε κάποια αξιοπρέπεια γιατί λέγεται ότι τις παρτίδες που έχανε τις παρατούσε αναγνωρίζοντας την ανωτερότητα του αντιπάλου. Έτσι βγήκε αυτή η έκφραση της οποίας η χρήση κάποιες φορές ίσως αδόκιμα επεκτείνεται σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που κάποιος προσπαθεί να αποτρέψει κάποιον άλλον από το να κάνει κάτι το οποίο είναι καταδικασμένο να αποτύχει, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται αντιληπτό από τον δεύτερο.

Τι θα γίνει ρε Νικολάκη, θα πάμε καμιά φορά σπίτια μας; Σου έχω πιάσει την παραμάνα... Τι περιμένεις για να τα παρατήσεις; Αυτή την παρτίδα δικέ μου δεν την παίζει ούτε ο Ρωχάμης, πάρ' το χαμπάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παπαριές, μαλακίες, βλακίες, χαζομάρες. Αρχικά χρησιμοποιούνταν μόνο ο όρος τρίχες για να δηλώσει κάτι το χαζό (ασχολείται με τρίχες...) και στη συνέχεια προστέθηκε και ο όρος κατσαρές. Κατσαρές είναι οι τρίχες των γεννητικών οργάνων (βλέπε πουτσότριχες-μουνότριχες) και η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται συχνά για να δείξει ότι μια κατάσταση ή ένα γεγονός είναι τόσο γελοίο ώστε έχει την ίδια αξία με τις παραπάνω τρίχες.

Δικαιοσύνη, ισότητα και τρίχες κατσαρές. Αν δεν έχεις bluetooth (μπλε δόντι) σήμερα δεν πας πουθενά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά αντιστοιχία με τα ουζερί (το μέρος όπου τρώμε και πίνουμε ούζα), κρεπερί (το μέρος όπου τρώμε κρέπες ), πατισερί (το μέρος που τρώμε γλυκά), ουκρανιζερί είναι το μέρος που τρώμε ουκρανέζες (βλέπε και κωλάδικο). Για να είμαστε όμως πιο ακριβείς ουκρανιζερί είναι το μέρος που μας τα τρώνε οι ουκρανέζες (τέλεις χορό;)

- Ρε μάγκες ο Γιάννης παντρεύεται το άλλο Σάββατο. Που λέτε να πάμε για μπάτσελορ;
- Δικέ μου ξέρω μια ουκρανιζερί στη Συγγρού άλλο πράγμα. Σερβίρει τα καλύτερα κομμάτια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λεγόταν το κρατητήριο σε αρκετά στρατόπεδα κατά το παρελθόν λόγω των ανέσεων και των υψηλών προδιαγραφών υπηρεσιών που παρείχαν που όμοια έβρισκες μόνο στα αριστοκρατικά σαλόνια του Βρετανικού παλατιού Μπάκιγχαμ. Μεταξύ άλλων περιλάμβαναν πρωινό αμερικάνικου τύπου σε μπουφέ με μεγάλη ποικιλία μουχλιασμένων ψωμιών και μπαγιάτικου νερού, εσωτερική θερμαινόμενη πισίνα όταν έσταζε η οροφή, αυτόνομη θέρμανση με πυρότουβλα το καλοκαίρι και ασύρματο wi-fi internet στα 0 MBps. Αν ήσουν τυχερός και πάθαινες καμιά πνευμονία κατά τη διαμονή σου εκεί, καθόσουν μόνο για κάνα μήνα έγκλειστος. Αν πάλι πέθαινες τότε έπαιρνες χάρη...

- Στραβάδι πάλι σε πήρε ο ύπνος στη σκοπιά; Ετοίμασε τα πράγματά σου, φεύγεις αεροπορικώς για 1 εβδομάδα διακοπές με όλα τα έξοδα πληρωμένα στο μπάκινχαμ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified