Τα μπιφτέκια αρχαϊστί.
- Από τι μαλακία κρέας ρε γαμώτο πάνε και φτιάχνουν τα κρεατοπλακίδια στα χαμπουργκεράδικα;
Τα μπιφτέκια αρχαϊστί.
- Από τι μαλακία κρέας ρε γαμώτο πάνε και φτιάχνουν τα κρεατοπλακίδια στα χαμπουργκεράδικα;
Got a better definition? Add it!
Τα κιμαδοειδή (γιουβαρλάκια, σουτζουκάκια, μπιφτέκια, κεφτέδες, κλπ) αμφιβόλου προέλευσης που σε στέλνουν τουαλέτα και όχι μόνο.
- Πω ρε μαλάκα. Με αυτές τις κρεατοβομβίδες που μας ταΐζουν στον στρατό, μας πάει κόψιμο κάθε τρεις και πέντε.
Got a better definition? Add it!
Μας πρόσθεσαν εμβόλιμη δουλειά και ειδικότερα δουλειά που δεν γουστάρουμε και τόσο. Μας χώσανε να κάνουμε υπερωρίες, μας φάγανε την άδεια .
Στη δουλειά:
- Γατί τρέχεις έτσι ρε Μήτσο;
- Άσ' τα, αρρώστησε ο συνάδελφος που βγάζαμε μαζί τη δουλειά και με έχουνε χωσίμπα εδώ και τέσσερις μέρες.
Λογοπαίγνιο με τα πούρα κοχίμπα.
Got a better definition? Add it!
Συνεχόμενη ανεπιθύμητη συγκυρία.
- Σήμερα πρέπει να με μάτιασε κάποιος. Αλλιώς δεν εξηγείται.
- Τι έπαθες;
- Έχασα το πορτοφόλι μου και εκεί που το έψαχνα στον δρόμο όπου φανταζόμουν πως θα τό 'χα χάσει, έρχεται καπάκι και με χτυπάει ένα μηχανάκι.
Got a better definition? Add it!
Εξεπλάγην. έμεινα κάγκελο. Έπαθα σοκ με κάτι που άκουσα ή είδα ώστε να επιθυμώ καθ΄υπερβολήν να επισκεφτώ το συγκεκριμένο ίδρυμα με στόχο να θεραπευτώ από το σοκ που υπέστην. Η δε φράση «με έστειλες» αντί της φράσης «θα πάω», δηλώνει πως ένοιωσα τέτοια έκπληξη, ώστε η μεταφορά μου να είναι τόσο ακαριαία, ώστε να προηγείται της απάντησής μου «με έστειλες στο Ι.Κ.Α.», που έγινε 3 δευτερόλεπτα μετά.
- Μου είπε ο Πετρόπουλος πως παίρνει 800 ευρώ το μήνα στην τρισάθλια εταιρεία που δουλεύει κι έμεινα...
- Γιατί; Πού είναι το παράξενο;
- A φαίνεται πως δεν ξέρεις πως έχει 500.000 ευρώ σε καταθέσεις, χώρια τα ακίνητα που έχει.
- Καλά ... με έστειλες στο ΙΚΑ και δεν έχει γιατρό τέτοια ώρα διαθέσιμο για να με εξετάσει!
Got a better definition? Add it!
Έτσι λένε κάποιοι τα κρητικά κέντρα διασκέδασης λόγω των μαντινάδων που ακούγονται εκεί. Δεν μιλάμε για Κρητικούς.
Κάποιοι επισκέπτονται την Κρήτη και συζητούν για το πώς θα περάσουν το βράδυ.
- Τι λες να κάνουμε απόψε;
- Λέω να πάμε σε καμιά μαντιναδερί να χτυπήσουμε μερικές ρακές να κάνουμε κεφάλι.
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ ερωτευμένος, που αποτρελαίνεται από τον έρωτα του. Εξ ου και η φράση η κουζουλάδα του σεβντά.
- Ε τον κουζουλό. Τον εχτύπησε ο έρωτας κατακέφαλα και έχει αποτρελαθεί ο έρμος.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που δεν ακολουθά τη λογική και, ορμώμενος απο το συναίσθημα καταφεύγει σε καιρούς σκλαβιάς σε ηρωικές πράξεις. Εξ ου και το κομμάτι του τραγουδιού που τραγουδήθηκε από τον Μουντάκη και άλλους: «Φρόνιμοι κι νοικοκυροί δε ζουν στον Ψηλορείτη, γιατί οι Κουζουλοί εκάμανε ελεύθερη την Κρήτη»
- Αν δεν είσαι κουζουλός και δεν βράζει το αίμα σου, δεν μπορείς να προσφέρεις υπηρεσίες στην πατρίδα, όταν η στυγνή λογική των αναλογιών σου απαγορεύει οποιαδήποτε δράση.
Got a better definition? Add it!
Ρωμαίος αυτοκράτορας που έζησε στο διάστημα 14-37 μ.Χ. Εδώ βέβαια το λήμμα αναφέρεται στην προειδοποιητική ατάκα αναγγελίας κλανιοβομβαρδισμών, ατάκα που σχετίζεται με τον εν λόγω αυτοκράτορα. Λέγεται πως κάποτε ο Τιβέριος βρισκόταν σε ένα meeting κορυφής στην αίθουσα της συγκλήτου. Μιλούσαν για πάρα πολύ σοβαρά θέματα, όταν του ήρθε ανάγκη για κλάσιμο. Ο πλανητάρχης και ουχί κλανητάρχης Τιβέριος, προσπαθώντας να καταπνίξει την ανάγκη αυτή, πέθανε. Πέθανε και στη θέση του ανέβηκε, ο σχιζοφρενής και γελοιωδέστατος Καλιγούλας. Οπότε η προσπάθεια της αποφυγής κλανιών έφερε την κουράδα στην εξουσία, επηρεάζοντας πολύ αρνητικά τις παγκόσμιες εξελίξεις.
- Τι φάγατε το ΣΚ;
- Άσε σκιστήκαμε στα φασόλια.
- Έτσι ε;
- Τιβέριος (δυνατή φωνή)
Ακολουθεί κλάσιμο διαρκείας.
- Καλά ... Σε εμπιστεύομαι. Μεταξύ φίλων, τα αποδεικτικά στοιχεία περιττεύουν.
Got a better definition? Add it!
Αναμένοντας τις ρακές που παράγγειλες στο ρακάδικο, και ετοιμάζεσαι για την επερχόμενη ρακοποσία συζητώντας χαλαρά για τον ερχομό τους με τους συμμέτοχους στο project (ρακοποσία). Η ατάκα προέρχεται από παραλλαγή της γνωστής παροιμίας: «καλομελέτα κι έρχεται». Υ.Γ: συμμέτοχοι = φιλαράκια
- Άντε πότε θα 'ρθούν ρε φίλε οι ρακές να κάνουμε κεφάλι;
- Ρακομέλετα κι έρχεται.
Got a better definition? Add it!