Ποτέ κανείς δεν έχασε από το τζαμπατζιλίκι (παρά μόνον ο ηλίθιος που τα πλήρωνε). Τζάμπα, (στην) κούτρα.

- Αύριο πάω Πλατανίτσι. - Με τι μπερντέ, ρε γκαρντάσι; Εσύ χρωστάς σ' όποιον μιλάει ελληνικά. - Του Κούτρα η μάνα δεν έκλαψε ποτέ, φίλος. Καθαρίζει το Μαράκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίρνω τον πούλο ή Παίρνω (το) μπούλο (για τη Βόρεια Ελλάδα) ή σκέτο: (το) Μπούλο: την κάνω, με διώχνουν ή διώχνω. Πάρε μπούλο: φεύγα, καν' την. Παράγωγο ρήμα: (τη) μπουλεύω, Αόριστος: (τη) μπούλεψα

  1. - Χαχα! Τι έγινε ρε μαλάκα, σου έφαγε την γκόμενα ο Θανάσης ο χλιμίντζουρας; - Γαμώ το στανιό σου, πάρε μπούλο ΤΩΡΑ, μη σου γαμήσω!

  2. - Εεμ, Γιώργο, με τον Θανάση δεν έπαιξε τίποτα, λάθος σ' τα είπανε. - Το μπούλο τώρα, μωρή χαμούρα! Μπούλο είπαμε, γαμώ τον αντίθεό σου!

  3. - Και τι έγινε τελικά; Τον έδειρες το Θανάση; - Άσε, μόλις είδα τα μπράτσα του, τη μπούλεψα στο φτερό. Πόρτα στο Πρίβιλετζ, γάμα τα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαν το «χέστηκε η Φατμή/Φατμέ στο Γενί Τζαμί»: δηλώνει ότι αυτό που ακούστηκε είναι αδιάφορο ή κοινότοπο, και γι αυτό το ίδιο σημαντικό με το ότι η φοράδα (μας) έχεσε στο αλώνι (δραστηριότητα στην οποία τα ζώα επιδίδονται όπου βρεθούν κι όπου σταθούν αδιακρίτως, και γι' αυτό δεν είναι άξια λόγου).

Καθαρευουσιάνικη παραλλαγή που χρησιμοποιούν κυρίως οι φιλόλογοι: «Εχέσθη η φορβάς εν αλωνίω».

  1. - Τα 'μαθες; Ο Τάκης έσκασε μύτη στο μπαράκι με μια ξανθιά με τρία μέτρα πόδι, που όλο το βράδυ του πιπιλούσε το αυτί.
    - Και χέστηκε η φοράδα μας στ' αλώνι. Τρία χρόνια έχουμε που χωρίσαμε, λέμε, ας σκάσει μύτη και με τη Ζιζέλ, σικιμέ.

  2. - Κύριε, ακούστηκε ότι φέτος στις πανελλήνιες θα πέσει Παπανούτσος. - Παπανούτσος κι εχέσθη η φορβάς εν αλωνίω, Φυτόπουλε, κάθε χρόνο τις ίδιες βλακείες σάς λένε στα φροντιστήρια.

Συλβέστερ στ\' αλώνι (από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified