Όχι ο ανθέλληνας, αλλά ο Έλληνας που είναι ενάντια στους Ελληνάρες.

Επειδή είναι ο ίδιος Έλληνας, τα βλέπει όλα άσπρο - μαύρο με δραματικό τρόπο και χωρίς πολύπλευρη κρίση.

Δηλαδή, όλα τα ελληνικά είναι χάλια κι όλα τα ξένα καλά. Δηλαδή, Νίκος Δήμου.

-Μ' αρέσει η διαύγεια της κριτικής του σκέψης.
-Παπαριές μανίτσα μου! Ανθελληνάρας είναι!

Η μαλακία του να είσαι Ανθελληνάρας!... (από Lafkadio, 11/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπικό ζευγάρι της γενιάς των 700 Ευρώ (και όχι της γενιάς των 700 εκατομμυρίων ευρώ).

Προέλευση: Αδέρφια- ήρωες του Μποστ (όχι ζευγάρι). Έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση το 1958 και είναι εμβληματικοί χαρακτήρες της κατάστασης της χώρας την εποχή εκείνη. (Πηγή: Πονηρόσκυλο)

Ασίστ: Αυτοκτονημένος.

-Τι λες; Θα κάνουν κανά παιδί ο Μάρκος κι η Άννα;
-Ποιοι; Ο Πειναλέων κι η Ανεργίτσα; Μπα, για γεροντομάνα την κόβω την Αννούλα, ιφ έβερ...

(από vip, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «πάρθιον βέλος», το γαμήσι που κάνει η/ο σύντροφός μας με τον πρώην της/του την στιγμή ακριβώς που πιστεύουμε ότι ο/η πρώην αποτελεί οριστικά παρελθόν.

Ένα ιδιόμορφο κέρατο, δεν σημαίνει οπωσδήποτε χωρισμό, γιατί μπορεί να είναι απλά μια δύναμη αδράνειας, και μπορεί μετά να τα ξαναβρούμε με τον/την σύντροφό μας και το πάρθιο γαμήσι να ήταν όντως κύκνειο άσμα. Μπορεί βέβαια και το αντίστροφο, το πάρθιο γαμήσι να δώσει την χαριστική βολή στην δική μας σχέση.

Στην ταινία «Closer» ο Clive Owen κάνει πάρθιο γαμήσι με την Julia Roberts και τελικά την αποσπά έτσι απ' τον Jude Law. Ουπς!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα, που προκαλεί αναβρασμό με την παρουσία / πέρασμά της. Ουδετέρου γένους, κατά το Λίλιαν.

Ασίστ: Παυλέας.

Μεγάλο αναβράζον το Λίλιαν.

O αναβράζων ελέφας του αδικοχαμένου Syd Barrett (από Vrastaman, 06/03/09)(από Khan, 02/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το «άσε γι' αύριο», η συνήθεια του τεμπέλη να τα αφήνει όλα για την επόμενη μέρα. Επίσης, «αυριόλας» είναι αυτός που συνηθίζει να λέει «αύριο όλα».

Ασίστ: Μες, Παυλέας.

- Δεν τσιμπάς εκείνο το λημματάκι απ' το Δημόσιο Πρόχειρο;
- Δεν βαριέσαι! Άσ' το για αύριο!
- Πω πω μεγάλη ασαυρία αδερφέ!

(από pavleas, 06/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μυαλό.

Δεν έχει κουκούτσι νιονιό!

Got a better definition? Add it!

Published

Αθλητικώς, η άνετη επικράτηση, η συντριβή του αντιπάλου. Εννοείται ότι το παιχνίδι δεν ήταν ματς, αλλά βόλτα χωρίς αντίπαλο.

Μεγεθυντικό: Υγιεινός περίπατος.

Με 25 πόντους διαφορά η ΤΣΣΚΑ έκανε περίπατο έναντι της Παρτιζάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει πρόσωπο ως συνώνυμο του φεύγα, του αλλού και του ψυχάκια. Κυρίως σημαίνει κάποιον που είναι στην κοσμάρα του, αλλά με ψυχοπαθολογική έννοια και περιμένουμε ότι είναι έτοιμος να ακούει φωνές κ.τ.λ.

Ήταν πάντοτε φευγιό ο Βασίλης, αλλά δεν περιμέναμε ότι θα άρχιζε να έχει και παραισθήσεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ντεμί άντρας, βλ. σερνικοθήλυκος. Από γαλλική λέξη για το «μισός», αν δεν έχετε μεγαλώσει με γαλλικά και πιάνο.

Φτάνει πια με τους ιμιτασιόν, τους ντεμί άντρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάλλον υποτιμητική αναφορά στα κινούμενα σχέδια άκα καρτούν (cartoons). Πρβλ. μαρβελιά, η.

Γουστάρω να βλέπω ρετρό καρτουνιές με τους Μπητλς.

ρετρό καρτουνιές με τους Μπητλς (από Vrastaman, 03/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified