Η επιδοκιμασία σλανγκιστή για πετυχημένο ορισμό.

Συνώνυμα: λολ (lol), καρα-lol, εύγε, άστραψες, σπεκ, σπέκια, όλα τα σπέκια του ντουνιά.

Μοναχισμός, το ανώτατο στάδιο του Καπιταλισμού.

Σύνθημα που ακούστηκε πρόσφατα σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας του ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή το σκάνδαλο με τις εκτάσεις της Μονής Βατοπαιδίου. Αποτελεί παράφραση του γνωστού τσιτάτου του Λένιν «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του Καπιταλισμού».
krepsinis

Σχόλια:
Έτς! Ετς! Άψογος!
xaxac

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης πυροβολικού, ο πυροβολικάριος.

Ο Μήτσος τελικά έγινε πυροβολημένος στο στρατό.

Got a better definition? Add it!

Published

Επιφώνημα, όταν ρεύεται κάποιος. Δεν βγαίνει από το «μοσχάρι», αλλά από το άρωμα του «μόσχου», όπως στα «μοσχοβολώ», «μοσχομυρίζω» κτλ. Υπάρχει και ζώο που λέγεται μόσχος και δεν έχει σχέση με το μοσχάρι, αλλά είναι σαν ελάφι.

- Μπουρουά, ουουγκρ (δυνατό ρέψιμο).
- Μόσχος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων γκλαμουριά.

Να πάμε σε κανένα γκλαμουράτο κλαμπάκι! Μην την βγάλουμε πάλι σε καμιά μπουζουκλερί.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο κλασικός παιδικός τρόπος να την πεις σε κάποιον. Η κλασικη φράση είναι: «Όταν έβρεχε ο Θεός μυαλά, εσύ είχες πάει στο περίπτερο για τσίχλες». Άλλες βερσιόν στα παραδείγματα.

Όταν έβρεχε ο Θεός μυαλά, εσύ είχες πάει στο περίπτερο για τσιγάρα.

Όταν έβρεχε ο Θεός μυαλά, εσύ κρατούσες ομπρέλα.

Όταν έβρεχε ο Θεός σούπα, εσύ κρατούσες πηρούνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφημιστικά ο μαϊντανός, που ξημεροβραδιάζεται στα παραθύρια και τους Τηλευαγγελομικρουτσικαυτιάδες.

-Με συγχωρείτε, κύριε Ευαγγελάτο, αλλά θα πρέπει να με αποδεσμεύσετε από την συζήτηση, γιατί πρέπει να είμαι και σε μια συζήτηση σε παραδίπλα παραθύρι.
Θεατής: Πω πω, πολύ τηλεπερσόνα την έχει δει ο δικός σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τηλεοπτικό παράθυρο σλανγκιστί.

Μαζεύτηκαν πάλι όλοι οι μαϊντανοί στα παραθύρια κι έγινε το μάλε βράσε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας πιο επίκαιρος και σινεφίλ τρόπος να πεις «πουλέν», βλ. αντίστοιχο λήμμα.

-Η Δανάη έχει εξελιχθεί στο καινούργιο πουλέν του!
-Πού θα πάει; Θα την βαρεθεί κι αυτήν!

Έχει το όνομα! Έχει και την χάρη; (από Lafkadio, 28/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Από το γαλλικό «poulain», δηλαδή «πουλάρι», είναι ο/η φέρελπις προστατευόμενος/η. Οπότε και το πιπίνι, που το έχουμε μη στάξει και μη βρέξει, ή κάτι σαν το «σκυλάκι» μας.

Κάπως πιο κυριολεκτικά είναι και το άλογο στο οποίο ποντάρουμε στον ιππόδρομο.

Ερευνάται ακόμη αν η έκφραση έχει λάβει και παρετυμολογία από τον πούλο, στο στυλ «πήρα το πουλέν» κ.ο.κ. (βλ. και αμελί πουλέν).

.

- Η Ευλαμπία είναι το νέο πουλέν του διευθυντή. Την βλέπω να παίρνει προαγωγή σύντομα.
- Το πουλέν θα πάρει κι αυτή!

Αντίστοιχο: μανάρι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του «ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι». Είναι urban legend για έναν σατανικό περιπτερά που τρυπά τα προφυλακτικά με ένα βελόνι, αποτελώντας έμπνευση για πολλά θρίλερ.

Συνώνυμο: Προφυλακτικό για την πούτσα (γιατί, τα άλλα για τι είναι;).

Άσε, φίλε, να κάνεις τον σταυρό σου να μην σου τύχει ο σχιζοφρενής περιπτεράς με το βελόνι στον δρόμο σου!

(από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified