Άλλη μια σύγκριση των δύο οπών, όπως και στο «από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι», αλλά εδώ ο συσχετισμός είναι χρονικός (και αξιολογικός) αντί για τοπικός. Η φράση βέβαια αφορμάται απ' το γνωστό δίλημμα περί του κολπικού ή πρωκτικού σεξ (τα διλήμματα βέβαια είναι καλύτερο να λύνονται με την πραγμάτωση και των δύο σκελών). Οπότε ο κώλος παρουσιάζεται να υπερτερεί ως πιο αβανγκάρντ, πιο προχώ. Και ταυτόχρονα μπαίνουν στην ίδια κατηγορία, για να καμφθεί η αντίσταση της εφεκτικής ερωμένης. Είναι σαν να της λες, «το ίδιο πράγμα είναι, μόνο που το άλλο είναι πιο πρωτοποριακό», ή «αφού θα γίνει στο μέλλον, που θα γίνει, γιατί δεν το κάνεις μια ώρα αρχύτερα;». Ενδέχεται τέλος, η έκφραση να έχει εκπορευτεί και από κύκλους γκέι, ή μπάι κολομπαράδων.

Μου ξίνιζε τα μούτρα της η Μαριλού, «θα πονέσω και θα πονέσω, και ξέρεις, απ' τον κώλο», «ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος», την διέκοψα και την αποστόμωσα!

Μπανεράκι ή και T-shirt. (από patsis, 21/10/10)Από indymediatrolls.com. (από patsis, 12/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασική έκφραση που σημαίνει ότι κάποιος άλλος είπε πρώτος αυτό που θέλαμε να πούμε. Μόνο που στην σλανγκική εκδοχή της χρησιμοποιείται κυρίως όταν ο λόγος είναι περί παργαλάτσου, με ευκόλως εννοούμενο υπονοούμενο για στοματικό σεξ. Κι επειδή λίγοι έχουν την τιμιότητα να βγούνε τόσο ευθαρσώς από την ντουλάπα, ή, αν είναι γυναίκες, να παραδεχτούν ότι είναι τέτοιες ασύστολες τσιμπουκλόβιες, η έκφραση χρησιμοποιείται συνήθως στο τρίτο πρόσωπο για να καυτηριάσουμε/ στιγματίσουμε κάποιον/α που τον θεωρούμε τελειωμένο/η.

(Στο ρεππαπαπαθανασιούργημα «Safe Sex» παρουσιάζεται ριάλιτι σόου με θέμα τον πληρωμένο έρωτα. Συμμετέχουν ένας «συνοδός» και μια γριά πόρνη έμπειρη από εκπομπές Μικρούτσικου, πλην ο νεαρός συνοδός δεν γνωρίζει τις επίσημες ονομασίες των σεξουαλικών πρακτικών. Λέει «τσιμπούκι», οπότε ο παρουσιαστής κόβει επί τόπου την εκπομπή, κι ακολουθεί ο διάλογος):

Νεαρός: Καλά, και πώς να πω το τσιμπούκι;
Παρουσιαστής: Πεοθηλασμό!
Γριά: Απ' το στόμα μου το πήρες!

(από Khan, 18/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο προχωρημένος, ο αβαν-γκαρντ, ο πρωτοποριακός. Από σύντμηση του «προχωρημένος». Φαντάζομαι ότι καθώς αφήνεται να πλανάται ότι μπορεί να εννοείται και προ-χώνω, ή κάτι τέτοιο, δίνεται μια πιο επιθετική χροιά στην σημασία.

  1. Προφανώς, κάποια άτομα θεωρούν ότι είναι πολύ προχώ, να λες «προχώ», αντί για «προχωρημένος»!

  2. (από βλόγιον):

Γιαπωνέζοι!! Πολύ «προχώ» ρε παιδί μου...
Αυτό που βλέπετε (μύδι 1) δεν είναι see- through φούστα. Είναι η νέα μόδα της Ιαπωνίας. Τυπώνουν στις φούστες το σχέδιο αυτό, να μοιάζει ότι φαίνεται το εσώρουχο.

  1. (Απ' το φόρουμ του Πουτσ... εμ, συγγνώμη του Κοσμοπόλιταν):

ετσι ειναι....ετσι.....μεγαλειοτης παιδι μου....οχι αστεια....οχι απλα προχω.... .χιλιομετρα μπροστα....εμεις και το σπερμα του ενα πραγμα....ασε. ..

  1. (Από φόρουμ):

-Επ' αυτού θέλω να πω τον πόνο μου, έλεγαν κάποιοι και καλά προχώ ότι η Έφη Σαρρή είναι μιλφ και ήθελα να τους πω ότι δεν έχει παιδιά, αλλά λέω, άσε, στο κενό θα πέσει...
-Πάντως και παιδιά να είχε, MILF δεν τη λες... (αν κρίνω απ' αυτά που είδα όταν γκουγκλάρισα το MILF).

(απορία: Στο slang.gr τον έστειλε το google;)

  1. Ο ήρωας του μυθιστορήματος αυτού του Μανώλη Μανωλικού δεν είναι ένας ήρωας, ούτε υπερήρωας και τέτοια πασέ. Είναι αντιήρωας, ένας ήρωας αυτοσαρκαζόμενος, που του τυχαίνουν όλο αναποδιές και δεν διστάζει να αυτοεξευτελίζεται. Πολύ προχώ φάση!

Πολύ προχώ φούστα! (από Hank, 12/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός του τον παίρνει, με την έννοια του συνουσιάζεται ως παθητικός ερώμενος, για να χαρακτηρίσουμε κάποιον που θεωρούμε τελειωμένο, τόσο που η σεξουαλική πρακτική έχει επιπτώσεις και στην ανατομία του. Βεβαίως είναι και βρισιά εμφατική του «τον παίρνεις», στο β' πρόσωπο.

  1. - Μου φαίνεται ότι ο Σάκης το κανελώνει το ρυζόγαλο. Λες να τον παίρνει;
    - Μωρ' τον παίρνει και γέρνει!

  2. (κατά την διάρκεια βρις-οφ):
    - Τον παίρνεις!
    - Τον παίρνεις και γέρνεις!

(από Khan, 29/06/12)

Δες και γέρνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι σε στύση. Κλασική μεταφορά, που είναι πρόσφορη για λογοπαίγνια στο στρατό, στον κόσμο της φωτογραφίας (με τις παλιές μηχανές τουλάχιστον) κτλ.

Ο Βάγγελας όπλισε κι ετοιμάστηκε να σκοράρει.

Got a better definition? Add it!

Published

Στρατιωτικό παράγγελμα που σημαίνει απλά «στρωθείτε μπρούμυτα!», αλλά ο λοχίας κι οι ανώτεροί του θεωρούν απαραίτητη αυτήν την βλαχολόγια εκφορά, όχι απολύτως σωστή. Η θέση «πρηνηδόν» λειτουργεί βέβαια ως μεταφορά για το ότι τα φανταράκια θα εκτελέσουν κίνηση τον πούλο αρμ.

Λειτουργεί και ως στρατιωτικό συνώνυμο του την τρίζει την όπισθεν.

  1. Λοχίας Στρατοκαυλόπουλος: - Εκ του πρηνηδόν θέσεις λάβατε!
    Φανταράκια μεταξύ τους: - Ωχ! Κατάλαβα! Τον πούλο αρμ, πάλι! Έχει πρωινές καύλες ο Στρατοκαυλόπουλος!

2
- Τι γίνεται με τον Σάκη; Την εγείρει την σημαία;
- Όπως τα λες! Την παίρνει την θέση εκ του πρηνηδόν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς το μυγοκούραδο. Δηλαδή ο τιποτένιος, ο ουτιδανός άνθρωπος αξιολογικά, ή ο πολύ μικρόσωμος, ή ο αντιπαθητικός.

(Από το τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά: «Η υβρεοπομπή»):

Τα κωλοτρυπίδια να βαράνε τις σάλπιγγες
Και τα μυγοχέσματα να δίνουν εντολές
Να ρυθμίζουν με σφυρίχτρα το εν-δυο οι μικροτσούτσουνοι
Το πόδι να βαράνε οι το στανιό μου μέσα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΜΕ ΑΣΜΑ

Φοίβος Δεληβοριάς. «Η Υβρεοπομπή».

Ανήκω κι εγώ στη σωρεία των ανθρώπων
Που βλέπουν το στρατό σαν κάτι άχρηστο εντελώς
Μα ωστόσο διδάχτηκα και επηρεάστηκα
Απ΄ το τάγμα το ανέστιο των υβριστών. Λέω

Υπάρχει μία σκοτεινή κοιτίδα στο Έθνος
Που δύναται λεοντόκαρδα ν΄ αντιπαρατεθεί
Στους έξωθεν κίνδυνους
Σε Φράγκους κι Αγαρηνούς
Και αυτή είναι η Ελληνική υβρεοποιία.

Φαντάσου μια στιγμή μιαν ολονύχτια παρέλαση
Να σχίζει όλη την Εγνατία οδό
Και αντί για ονόματα
Διαιρέσεις σε σώματα
Να ΄ναι συντεταγμένη με αυτό τον τρόπο:

Τα μουνιά καπέλα, οι πάρε τ' αρχίδια μου
Οι την Παναχαϊκή μου και τα χεζοβολιά
Να ακολουθούν τα παινεμένα μουνόπανα
Του κώλου τα εννιάμερα κι οι γάμησέ τα

Ακόμα πιο μπροστά να είναι οι μαλακοκάβληδες
Οι φτωχομπινέδες κι οι πουτάνας γιοι
Με τύμπανα πιο κει οι ηρωικοί κλαπαρχίδηδες
Τα μαλακιστήρια κι οι κλασομπανιέρες.

Τα κωλοτρυπίδια να βαράνε τις σάλπιγγες
Και τα μυγοχέσματα να δίνουν εντολές
Να ρυθμίζουν με σφυρίχτρα το εν-δυο οι μικροτσούτσουνοι
Το πόδι να βαράνε οι το στανιό μου μέσα

Να υπάρχει ένα μεσαίο μέρος με ύβρεις κοινότοπες
Οι άντε και γαμήσου οι παλιοπούστη και λοιπά
Και αντί για ιερατείο να προπορεύονται οι βλάσφημοι
Που αυτά που λεν΄ δεν είναι για να τ΄ αναφέρω.
Τέλος μπροστά μπροστά κι εν είδει παραστάτη
Αγκαλιά η πουτάνα και το γαμώ τα παιδιά
Και μελαγχολικός κρατώντας τίμιο λάβαρο
Ν΄ ανοίγει την πομπή ο εθνικός μαλάκας.

Απόψε που σου γράφω μπαίνω στον μήνα τον ένατο
Στο θάλαμο το ημίφως μου σκεπάζει την ψυχή
Σε θέλω, σε σκέφτομαι κι απλώς ονειρεύομαι
Σε σένα να τελειώνει αυτός ο κάτω κόσμος.

Εγώ που δε βρίζω, που αυτοπεριορίζομαι
Που ψάχνω μες τη γλώσσα μιαν αρχαία πηγή
Δυο χρόνια απ' το χρόνο μου αφήνω τον κόσμο μου
Και ζω στο πίσω μέρος της δημιουργίας

Πληγές, βωμολοχίες κι αλλήλοταπεινώσεις
Κάτω απ΄ τη μπότα ενός επινοημένου διοικητή
Κι εγώ ο αόρατος στη βάση του δόρατος
να κλαίω και να γελάω με την πομπή της ύβρης.

Υβρεοπομπή Φοίβου Δεληβοριά (από Hank, 13/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι όρχεις. Πιθανόν επειδή έχουν την συμπάγεια, ελληνοπρέπεια και σκληρότητα των μαρμάρων, άλλωστε λέγεται κυρίως για τους όρχεις που έχουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Αλλά κι επειδή, παρόλο που έχουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά, θα βρεθεί πάντα κάποια /-ος να τους σπάσει, όπως ο γλύπτης θρυμματίζει το μάρμαρο (ενώ πρέπει απλώς να το γλείψει).

Ένα ηρωικό καλτ άσμα είχε ως ρεφρέν:

- Μπάρμπαρα, Μπάρμπαρα,
μην μου σπας τα μάρμαρα,
Μπάρμπαρα...

Εξ ου και η Μπάρμπαρα έμεινε ως το συνώνυμο της απόλυτα σπασαρχίδως γκόμενας, όπως η Λίλιαν της θεόμορφης, η Καυλάουρα της καυλάσχημης, η Μόνικα της τελειωμένης κ.ο.κ.

(από Khan, 20/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κουράδα κυριολεκτικά και μεταφορικά. Απλώς λέγεται με μια μεγαλύτερη λυρική σλανγκική διάθεση, από κάποιον που έχει την όρεξη να γίνει ποιητής στο υβρεολόγιό του. Σημαίνει τον πολύ σκατά άνθρωπο, τον σκατά, τον σκατίπουστα.

Και πάλι από την «Πομπή της Ύβρης» του Φοίβου Δεληβοριά:
(για το πλήρες άσμα, βλέπε μυγόχεσμα, το)

Φαντάσου μια στιγμή μιαν ολονύχτια παρέλαση
Να σχίζει όλη την Εγνατία οδό
Και αντί για ονόματα
Διαιρέσεις σε σώματα
Να ΄ναι συντεταγμένη με αυτό τον τρόπο:

Τα μουνιά καπέλα, οι πάρε τ΄ αρχίδια μου
Οι την Παναχαϊκή μου και τα χεζοβολιά
Να ακολουθούν τα παινεμένα μουνόπανα
Του κώλου τα εννιάμερα κι οι γάμησέ τα

"Υβρεοπομπή" Φοίβου Δεληβοριά (από Hank, 13/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Το «εγέρθητοι- εγέρθητος» είναι στρατιωτικό παράγγελμα-μαργαριτάρι, που αποτελεί καραβανάδικη παραφθορά του λόγιου «εγέρθητι» στον Ενικό, ή «εγέρθητε» στον Πληθυντικό, που σημαίνουν «σήκω - σηκωθείτε». Λόγω μη κατανόησης από τον καραβανά, η Προστακτική «εγέρθητι» θεωρείται ως πληθυντικός «εγέρθητοι» και από εκεί πλάθεται κατά αναλογία ο Ενικός «εγέρθητος». Αυτή η τροπή φανερώνει το κράμα από αμορφωσιά και τάση για λόγια επίδειξη που χαρακτηρίζει τον στρατό γενικότερα και τους καραβανάδες ειδικότερα. Κυκλοφορεί σαν αστείο μεταξύ φαντάρων (μάλλον εδώ και δεκαετίες), ενώ απαθανατίστηκε και από τον Χάρρυ Κλυνν.

- Οκλαδόν!
- Εγέρθητοι!
(Γυρίζει οργισμένος προς φαντάρο):
- Εσύ γιατί δεν είσαι εγέρθητος;

(Από δίσκο του Χάρρυ Κλυνν).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified