Το σεσουάρ. Επειδή μοιάζει με πιστόλι και το κρατάς ωσάν να επρόκειτο να αυτοκτονήσεις με μια σφαίρα στον κρόταφο.

κι εγω ζεσταινω τα ποδια μου με το πιστολακι οταν κανω τα μαλλια μου!!
xaxaxa!gamato to kanw sinexeia!! eidika to proi pou diorthoneis ligo to malli pou gami8ike ap ton upno,kai ta podarakia einai pagomena to pistolaki einai ola ta lefta!!

(από το νέτι)

(από ironick, 03/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Σλανγκοφωνολογία. Το /j/ είναι το σύμβολο το οποίο χρησιμοποιούμε ενίοτε (και έχει σχεδόν καθιερωθεί) για να περιγράψουμε και να διακωμωδήσουμε ή να σατιρίσουμε την «χωριάτικη» προφορά, την μη «σωστή» δηλαδή, κυρίως την προφορά που έχουν οι κάτοικοι της ΒΔ Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας κά. Μπαίνει μετά το νι και το λάμδα και «μαλακώνει», λιώνει θα λέγαμε, την προφορά τους. Λειτουργεί δηλαδή όπως το «μαλακό σημείο» (ь) των σλαβικών γλωσσών ή όπως το -gn των Γάλλων (πχ στη λέξη oignon, ονιόν = κρεμμύδι).

Έκφραση: «με το νj και το λj».

  1. Κάθε καλοκαίρι που πάει το παιδί στους παππούδες στο Αίγιο, χαλάει την προφορά του και όταν επιστρέφει στο σχολείο όλα τα παιδάκια το κοροϊδεύουνε γιατί μιλάει με το νj και το λj... Τι θα κάνουμε ρε Σταμάτη;...

  2. από μέσα από το σλανγκρ:
    παράλjυτος
    γκλjίτερ
    θα μου τον(j)ιδείς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άκουσα από Αιγινήτη για την σαρανταποδαρούσα, το βρήκα όμως εδώγια την ψαλίδα.

Και τα δύο πάντως έχουν ψαλιδωτή ουρά.

Να τι έφταιγε, βλέπετε; Μια ψαλικουρίδα έχει κάνει φωλιά μέσα στην πρίζα...

Got a better definition? Add it!

Published

Αντί «ενός». Από επιρροή του «μιανής» (μίας), πράγμα ενδιαφέρον... Γι΄αυτό και το ξεχώρισα από το καθενού, αυτουνού κλπ.

Πρώτα του λαού, μετά της λογοτεχνίας και τώρα για να κάνουμε πλάκα.

  1. Ήθελα να ρωτήσω τους Έλληνες εδώ για τις λέξεις σαν το αυτουνού, αυτηνής, ποιανού, αυτόνε, πιόνε, αυτουνούς, τόνε, τήνε, κτλ. Λέγονται αυτές οι λέξεις στη επίσημη γλώσσα (ξέρω ότι δεν γράφονται) ή θεωρούνται σάν λάθη; Ευχαριστώ.

Επισήμως είναι λάθος. Θα τις ακούσεις όμως συχνά αν και θεωρούνται κάπως «βάρβαρες» εκτός από το «ποιανού» που είναι πολύ συχνή η χρήση του. Ούτε κι αυτό θα το ακούσεις όμως όταν κάποιος βγάζει λόγο π.χ.

Ανεπισήμως όμως (και νομίζω θα συμφωνήσουν και οι υπόλοιποι) ακούγονται πολύ συχνά, όχι μόνο αυτές αλλά και άλλες όπως «μιανού»(ενός δηλαδή) «μιανής», «καμμιανού», «καμμιανής», «καθενού»... συνήθως τις λένε συμπατριώτες μας δίχως ιδιαίτερη μόρφωση, χωρίς αυτό να αποκλείει και κάποιο τοπικό ιδίωμα πιστεύω.

Ευχαριστώ. Έστι νόμιζα, ότι ήταν «λάθοι.» Αλλά το «μιανού» δεν τό 'χω ακούσει ποτέ, αλλά μου αρέσει έτσι που ανακατώνει τα γένη.

από εδώ

  1. Nα υπενθυμίσω στους μεγαλοπαράγοντες που μας τίμησαν με την παρουσία τους, πως η Kαλλιμασιά γενέτειρα δύο οικουμενικών πατριαρχών, μιανού που η Aθήνα του Kοτζιά φωταγωγήθηκε να τον υποδεχτεί πολυνίκη, μιανού που θυσιάστηκε για την ιδέα μιας ενωμένης Eυρώπης με ίσες ευκαιρίες για τους λαούς της, μιανού εκδότη - ποιητή που θέλησε να μάθει στους Έλληνες το καλό και το φτηνό βιβλίο, μιανού γιατρού που θυσίασε την καριέρα του για να γλιτώσει τους χωματάνθρωπους της μαστίχας από τους εκμεταλλευτές του ιδρώτα τους, μιανού μπροστάρη εκπαιδευτικού που τόλμησε να μάθει τα παιδιά τη γλώσσα των γονιών τους, η Kαλλιμασιά τέλος που ξεχώριζε πριν λίγα χρόνια, TA EΔΩΣE OΛA ΓIA TA NEAPA BΛAΣTAPIA THΣ.

από εδώ

  1. «Χατήρ' τ' μιανού, χατήρ' τ' αλλ'νού,
    άφ'σα τουν άντρα μ' χουρίς πιδί»

  2. ό,τι μαλακία του κατέβη του κάθε μιανού τη φτιάχνει τόπικ. θα ληφθούν μέτρα διότι η αμετροέπεια παράγινε...

(από jesus, 04/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που προσποιείται ότι είναι κάτι που δεν είναι, το παίζει πχ όμορφος, μορφωμένος, λεφτάς, σώμας, γαμιάς, ανάλογα πού πατάει το κόμπλεξ του.

Παρομοίως λέγεται και για μια κατάσταση, μια άποψη, μια ατμόσφαιρα, ένα στυλ, μια εμφάνιση, κττ.

Εϊτίλα.

Δες εδώ και δηθενάδικο, δηθενιά, δηθενισμός, δηθενιστής. Επίσης πρετεντέρης.

  1. Απεχθάνομαι τα δήθεν τυπάκια που πλάθουν όλο ψέματα για τη μίζερη ζωή τους.

  2. Ποτέ ο κόσμος δεν θα σκεφτόταν για μένα ότι είμαι δήθεν. Σ' αυτή τη φάση το καλύτερο μου είναι αυτό που κάνω. Δεν μπορεί να θεωρηθεί δήθεν.

από το νέτι

(από Khan, 03/09/11)(από mafie, 04/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπουκιά. Το άκουσα από Βόλο μεριά, αλλά το εντόπισα και εδώ και λέγεται και στην Κρήτη, για το κομμάτι ψωμί. Τέλος, παίζει πολύ στα Επτάνησα, στη Χίο, τεσπα παντού.

Επίσης είναι παραδοσιακό φαγητό της Νισύρου (παρ. 1).

  1. Η «μπουκουνιά» είναι ένα παραδοσιακό φαγητό του νησιού που φτιάχνεται με χοιρινό κρέας μαγειρεμένο στο λίπος του.

  2. «Φίλησέ το και φα το» μας έλεγαν οι γονείς, όταν από λάθος μας έπεφτε κομμάτι ψωμιού! Ακόμα, «Είναι αμαρτία να πετάς το ψωμί». «Είναι αμαρτία να το πασκελλdάς»! «Το ψωμί και το νερό κάνουν τον άνθρωπο γερό»,λέγεται σε πολλά μέρη της πατρίδας μας. «Μα σε τούτη τη μπουκουνιά», ορκίζονται στην Κρήτη! Το ψωμί ήταν πάντα το βασικό μέρος της διατροφής μας, Μια φέτα του ποτισμένη με νερό και ζάχαρη μας έδινε ενέργεια για πολλές ώρες!

  3. Εμείς, δεν ξέραμε να ξεχωρίσουμε τα ακίνδυνα από τα επικίνδυνα μανιτάρια, τα οποία είναι παρόμοια, πολύ περισσότερα και μπορούν να σε δηλητηριάσουν με μια μπουκουνιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Προφ από τη μπουκουνιά, αντίστοιχο της λέξης παστάκι, με τη σημασία μανάρι κλπ.

  2. ...Τοπικό νόμισμα, βλ. παρ. 2.

  1. ΠΟΣΑ ΜΠΟΥΚΟΥΝΙΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΖΕΥΤΟΥΜΕ ΣΤΟ FASEBOOK;;;;;;
    wraio paidi=mpoukounaki, polu wraio paidi=mpoukouni, para polu wraio paidi=mpoukounaros

  2. Καλώς ήρθατε στο Δίκτυο Ανταλλαγών και Αλληλεγγύης της Κέρκυρας!
    Μία εναλλακτική κοινωνική οικονομία εφαρμόζεται στην Κέρκυρα, που φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά, γιατί Ανταλλαγή σημαίνει και Αλληλεγγύη. Είναι μια θετική δράση από τους ίδιους τους πολίτες, οι οποίοι παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους, δημιουργούν ευκαιρίες απασχόλησης, δίνουν αξία στα τοπικά προϊόντα, βοηθούν τις οικογένειες τους και τις επιχειρήσεις τους να επιβιώσουν και να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση. Η εκτίμηση της οποιασδήποτε προσφοράς και ζήτησης στα πλαίσια των ανταλλαγών ανάμεσα στα μέλη του Δικτύου δεν γίνεται σε ευρώ, αλλά σε ΜΠΟΥΚΟΥΝΙΑ ή αλλιώς ΤΕΜ (Τοπική Εναλλακτική Μονάδα).

από το νέτι αμφότερα

Ο θεωρητικός της αναρχίλας, Μιχαήλ Μπακούνιν (από allivegp, 04/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τραγανός, που κάνει κρατς όταν τον δαγκώνεις.

Για ήχο: ο οξύς, πριμαρισμένος, καθαρός και ζωντανός ήχος.

  1. Χωρις υπερβολη...αυτο που εφτιαχνε η γιαγια μου ηταν ανεπαναληπτο!!! Μοσχομυριζε ολο το σπιτι...πεντανοστιμο...το φυλλο κρατσανιστο και η κρεμα μια γλυκα!

  2. Το τραγανό και το κρατσανιστό τα άντεχα όταν εκεί, περί το 1962 η ΙΟΝ λανσάρισε την σοκολάτα Κροκάν και κατι γεμιστές. Αλλά έως εκεί.

  3. Άνοιξε τον ST βγάλε το τεράστιο μεταλλικό καπάκι και καθάρισε πολύ καλά όλες τις σκόνες με ένα πινέλο. Με ένα πιστολάκι για τα μαλλιά τώρα φύσα την πλακέτα σε απόσταση 30 Cm περίπου και για 5 λεπτά. Πάτησε τώρα με τα δάχτυλα σου όλα τα ολοκληρωμένα απαλά θα ακούγεται ένας κρατσανιστός ήχος! Μόνταρε πάλι…

Got a better definition? Add it!

Published

Έχω τον μπελά του, τον έχω την καμπούρα μου, τον έχω κεχαγιά στ' αρχίδια μου, δεν μπορώ να τον ξεφορτωθώ.

Φεύγοντας πάρε και τη φίλη σου μαζί, μη μας μείνει εδώ και την έχουμε χαβαλέ όλη μέρα, έχουμε και δουλειές...

Got a better definition? Add it!

Published

Παπαριάζω, παππουδιάζω, το λένε κυρίως οι Κρητικοί για τις ελιές που έχουν χαλάσει πια μέσα στο βάζο.

Πέτα τες αυτές τις ελιές, έχουν σκατουλιάσει, θα σε πάει σερπαντίνα...

Got a better definition? Add it!

Published