Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για την (όχι συμπαθή σε μας) γκόμενα ενός ερωτοχτυπημένου. Από τον Δον Κιχώτη, βέβαια.

- Πώς πήγε χθες;
- Καλά.
- Α, τόσο;
- Ε αφού μας κουβάλησε ο μαλάκας την Δουλτσινέα του και δεν μπορέσαμε να πούμε μια κουβέντα της προκοπής όλη νύχτα...

Got a better definition? Add it!

Published

Το ευτελές αλλά πολύπλοκο και εντυπωσιακό στολίδι. Για χαζογκόμενες. Λέγεται και κιχλιμπίδι.

Πώς την κυκλοφορεί τη λατέρνα ο Αντώνης ρε πούστη μου, δεν ντρέπεται; Μες το μπιχλιμπίδι και το καρακιτσαριό είναι...

(από nick, 16/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν θέλουμε επιτέλους η γκόμενα να το βουλώσει και να μην ανακατεύεται εκεί που δεν τη σπέρνουν και να πα κάνει την δουλειά για την οποία είναι προορισμένη (μία από τις), δηλαδή να γνέθει και να κλώθει και λοιπά.

- Μα εγώ δεν πιστεύω πως έχεις δίκιο. Ο Πάνος είπε το σωστό.
- Τη ρόκα σου εσύ!

βλ. και τράβα μωρή να πλύνεις κάνα πιάτο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που τα παίρνει με το οτιδήποτε και που τον ενοχλούν τα πάντα και δεν αντέχει και δεν μπορεί, όπως αυτός στην διαφήμιση που έπαιξε πολύ φέτος το καλοκαίρι και δεν θυμάμαι πια τι διαφήμιζε... Το λέμε όμως κυρίως για κάποιον που συμπαθούμε. Επίσης και για γυναίκα.

- Δεν μπορώ ρε πούστη μου, με σκάνε τα κωλόπαιδα, όλο ερωτήσεις και ερωτήσεις, γιατί είναι μπλε η θάλασσα, γιατί τα λουλούδια έχουν διαφορετικά χρώματα, γιατί οι σφήκες δεν κάνουν μέλι, γαμώ τις διακοπές μου στη φύση γαμώ, ησυχία δεν έχουν...
- Έλα τώρα μωρό μου, τι σου φταίνε τα παιδιά, αφού είσαι νευρικούλιακας και το ξέρεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που χρησιμοποιούμε α. για να δείξουμε πόσο πειραχτήκαμε από το θράσος κάποιου μη οικείου που μας προσφωνεί με το «ρε» συν κάποιον άλλο χαρακτηρισμό, β. για να ειρωνευτούμε τον απόλυτα εύστοχο χαρακτηρισμό κάποιου, συνήθως ως ομοφυλόφιλου και γ. ως αναφορά στο β, με άσχετη τοποθέτηση όμως μέσα στη φράση.

  1. - Πόσο κάνει το μαραφέτι αυτό ρε μαγκίτη;
    - Ε όχι και «ρε»...

  2. - Ρε τον πούστη!
    - Ε όχι και «ρε»!

  3. - Πολύ ύποπτα τα πράγματα... Για κολομπίνα τον κόβω τον φιλενάδο σου...
    - Ε όχι και «ρε»!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Φωκίωνος Νέγρη επί το εξωτικότερον και επί το ποιητικότερον.

- Θυμάμαι τα χρόνια εκείνα στη Φώκα Νέγκρα... Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις!
- Σιγά ρε περπατημένε που σε πήραν και τα χρόνια...

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι το ουίσκι Cutty Sark, η ονομασία του οποίου ακουγόταν ως «δεκατεσσάρι» για όσους, όταν πρωτοβγήκε στην αγορά, δεν ήξεραν αγγλικά ή δεν το είχαν δει γραμμένο. Υπήρχε και κάποιο σχετικό ανέκδοτο τύπου «σιμπιζάκι», αλλά δεν το θυμάμαι...

Παραλλαγή σε βιαστικό: 'κατεσάρ'.

Ρε Γιώργο, πιάσε και βάλε μου ένα μπέιμπυ κατεσάρ' στα γρήγορα!

Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά έκφραση που σημαίνει μεθάω ελαφρά. Συνώνυμο του «τα κοπανάω».

- Μαμά γιατί είναι έτσι σήμερα ο μπαμπάς;
- Ε, τα έτσουξε χθες λιγάκι με τους φίλους του, δεν είναι τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λοξή στάση που παίρνουν οι γκόμενες στην παραλία όταν θέλουν να δείξουν κορμάρα. Προσπαθούν επί ματαίω να τεντώσουν το σώμα (μπούτια, κοιλιά, δίπλες γενικώς) αλλά να δείχνουν, συνάμα, χαλαρές και φυσικές.

Η λέξη έχει αρχίσει να μπαίνει στην αργκό των γυμναστηρίων.

... και μη μου κάθεστε τώρα όλες σε στάση παραλίας, σηκωθείτε όρθιες, μέσα η κοιλιά, σφιχτοί οι γλουτοί, έξω το στήθος, τα πόδια καλά να πατάνε στο έδαφος, κάτω οι ώμοι!

(από ironick, 17/09/08)(από ironick, 17/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από αθάνατη διαφήμιση πάλι. Η σύγχρονη μάνα διαθέτει επί πλέον πολεμοφόδια για την επίτευξη γόρδιου δεσμού στον ομφάλιο λώρο του παιδιού της: δίπλα στα χάδια προστέθηκε και κρεμούλα. Δήθεν για το σύγκαμα, και καλά.

Αυτό βέβαια δεν ισχύει για όλες τις μάνες, γιατί τώρα πολλές έχουν ματσωθεί αρκετά ούτως ώστε να παραδίδουν τους καρπούς των σπλάχνων τους σε καμιά ξεσκατώστρα κι αυτές να σεργιανάνε στα μαγαζιά ή στα μπουζούκια, κάποιες άλλες δε, επειδή ζηλεύουν τις προαναφερθείσες, δεν πολυχαϊδεύουν τα μικρά τους γιατί αντικρίζοντάς τα νιώθουν ρε παιδί μου, ένα κάτι σαν πνίξιμο και στέρηση ελευθερίας... Και τελικά τα μαλώνουν.

Άρα υπάρχει στοργή και προδέρμ; Ή έχει γίνει είδος πολυτελείας; Χα.

- Τι έχει αυτός και νιαουρίζει σήμερα;
- Έχει τις μαύρες του και χρειάζεται στοργή και προδέρμ.
- Και συ τι κάνεις;
- Μάνα του είμαι; Πρόβλημά του.

Όπως βλέπουμε, κι οι γκόμενες δεν πάνε πίσω. Ο τέμπορα ο μόρες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified