Για ένα μάτσο ροχάλες. Για ένα κάρο ροχάλες.

Απαξία ευρέος φάσματος, όπως λέμε αντιβίωση ευρέος φάσματος.

-For a bunch of ροχάλες κατάντησε η Κατίνα έτσι πως την έκαναν οι πλαστικοί χασάπηδες... -Τα θελε μωρή ο κώλος τις αφού πήγε σε χασάπηδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Full of juice ready to use η αλλιώς διώξιμο των χοντραδιών.

Συμβαίνει όταν έχει συγκεντρωθεί αρκετό σπερματικό υγρό και θέλει κάπου να πάει. Το πού – χμμμ! -- τη σήμερον ημέρα δεν ξέρω. Με παζολιάρη η σημερινή νεολαία, τι στα κομμάτια, δεν γαμούν;

- Άντε Δημητράκη θα πάμε μπουρδελότσαρκα, τυχερούλη!

- Ναι, ναι να πάμε, I am full of juice ready to use, κολλητέ μου! (προσέξατε αγγλικούρα ο Μητσάκος ε ;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλακιοβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως.

Τουβλοβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως.

Στρατιωτική αργκό για τα φανταράκια μας όταν λένε διάφορα περίεργα / χαζά / παλαβά.

Το άνευ οπισθοδρομήσεως αναφέρεται στο Π.Α.Ο, αρχικά του «πυροβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως». Όπως λοιπόν όταν αυτό το όπλο βάλλει κατά του στόχου δεν παράγει οπισθοδρόμηση, έτσι και οι μαλακίες εκτοξεύονται χωρίς ο εκτοξευτής να οπισθοδρομεί σε αυτά που λέει.

Δεν παραθέτω περισσότερες πληροφορίες για το ανωτέρω όπλο. μιας και είναι απόρρητο από το Βιετνάμ!!!

Τι λε ρε παλιόψαρο που μας γέμισες με Μ.Α.Ο και Τ.Α.Ο με αυτές τις μαλακίες που λες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα τουρκικά το σουτιέν(;) και, όπως το φανταζόμαστε μερικοί μερικοί, ένας ντορβάς μαστάρια.

Υπάρχει και μασταλούδα: ορίζει ένα πολύ ώριμο σύκο που, όπως κρέμεται, δείχνει την νίκη της βαρύτητας της γαίας.

Τί μαστάρια είναι μωρη αυτά;;; Ούτε mastar dorva δεν τα χωρεί, θέλεις στερεοφωνικό ζεμπίλι να τα χωρέσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοντό το φιτίλι (μέχρι την μπόμπα).

Ο ευέξαπτος και ανυπόμονος, αυτός που δεν μετράει μέχρι το 10 προτού τα πάρει.

Δεν πρόλαβα να της πω ότι δεν βρήκα παστουρμά και με πήρε απ' τα μούτρα. Αυτά τα αναθεματισμένα χάπια αδυνατίσματος την έχουν κάνει short fuse την κακομοίρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει ο ορισμός, αλλά η άποψη μου είναι διαφορετική και εξηγούμαι:

Αβανταδόρος είναι ο βαλτός επί τούτου να αβαντάρει μια κατάσταση να την προωθεί προς την κατεύθυνση που έχει πληρωθεί να σπρώξει.

Ο παπατζής έχει αβανταδόρο για να παίζει τον παπά και να κερδίζει χρήματα από τον παπατζή με απώτερο σκοπό ο αιμοδότης να τσιμπήσει να ποντάρει και να ανεβάσει τον τζίρο του παπατζή.

Επίσης, σε δημοπρασίες παίζει πολύ ο αβανταδόρος, με σκοπό να αυξήσει την τιμή του προς δημοπράτηση αντικειμένου.

- Δεν ξαναπάω δημοπρασία Γιώργο φίλε μου!

- Γιατί ρε Πάνο;

- Ε τι γιατί είχαν 4 αβανταδόρους και ανέβασαν την τιμή κοντά στο καινούργιο, σκέτη απάτη φίλε Τζορτζ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ένας τεχνίτης κάνει καλά τη δουλειά του (ίσως καλύτερα από ότι χρειάζεται), ανεξαρτήτως τέχνης, οι υπόλοιποι που βλέπουμε τα αποτελέσματα τα θαυμάζουμε αναφωνώντας το ανωτέρω.

- Κοίτα ρε μεγάλε, αγγέλους κάνει.
- Ε αυτός κάνει παπάδες ή και ζωγραφίζει!

Δες και παπάδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγκλέουρας είναι ένα φυτό, που η επιστημονική του ονομασία είναι ελλέβορος και ανήκει στα δικοτυλήδονα βατραχοειδή.

Το φυτό αυτό έχει παράξενες ιδιότητες. Όταν το μυρίζεις, σου προκαλεί κάτι σαν ναυτία κι έχει μια περίεργη πικρή γεύση και στυφή μαζί. Χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς σκοπούς. Δημιουργεί δυσφορία σ' αυτούς που το χρησιμοποιούν και είναι πολύ δύσκολο στη χρήση του από μη γνώστες. Γι' αυτό και τη δυσφορία από την κατάποση τη χαρακτηρίζουμε με τη φράση: έφαγε τον αγκλέουρα. Σήμερα έχει περιορισμένη χρήση. Το δίνουν για δερματικές παθήσεις, επιληψία, μελαγχολία, και σλανκαρχιδίαση.

Εμείς τώρα λανθασμένα το χρησιμοποιούμε για ποσοτικό προσδιορισμό λήψεως τροφής, δηλαδή κάποιος που έφαγε πολύ, λέμε «έφαγε τον αγκλέουρα».

Πήγε στο γάμο που τον κάλεσαν έφαγε του σκασμού στο τραπέζι. Την άλλη μέρα πήγε και στα βαφτίσια, πάλι άφαγε ασταμάτητα. Γενικά έφαγε τον αγκλέουρα αυτές τις μέρες, θα σκάσει στο τέλος.

Ο ελλέβορος. (από Khan, 30/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο ορισμός που δείχνει εγωιστή άνθρωπο.

Προήρθε από την άρνηση μετά από χωρισμό και απομάκρυνση λίγων μέτρων από την σκηνή του χωρισμού να γυρίσει το κεφάλι προς τον άλλο / άλλη που έχει μείνει σύξυλος.

Διότι ως γνωστόν το γύρισμα της κεφαλής δείχνει ελπίδα προς γυρισμό...

Αγύριστο κεφάλι αυτή η μάνα του ρε Ιουλία δεν τον αφήνει τον μαμάκα γιο της να με παντρευτεί...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουστάκι με την κακή έννοια, το κακομοίρικο, το κακορίζικο, το κακόβουλο, αυτό που είναι δυστυχισμένο επειδή είναι ανάμεσα και δεν το θέλει, θέλει να είναι γυναίκα αλλά όμως δεν είναι και θέλει να τους εκδικηθεί όλους και όλα.

- Κοίτα τι έκανε το κολοπουστάκι!
- Τι, τι;;;
- Πήγε και τα είπε στον Μητσάρα, ότι ο Νίκος του το έκανε με τον Λευτέρη όταν ήταν μεθυσμένος.
- Ωχ, ωχ, δεν βλέπω καλά τον Νικόλα, αχ τι πήγε και έκανε το άθλιο πουστί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified