Παλιά επαγγελματική αργκό για το άχρηστο αυτοκίνητο που είναι διαλυμένο που ενώ προχωρεί ακόμα θα ήταν καλύτερα να δοθεί στην ανακύκλωση.

Το λήμμα ισχύει και στους ανθρώπους. Μόνο που εδώ δεν έχουμε την πολυτέλεια της ανακύκλωσης, άμα γεράσει το σαρκίο τα εξαρτήματα είναι συνήθως άχρηστα.

Εκ του αλβανικού karrute, το ξύλινο τετραγωνικό πατητήρι.

- Πήρα φίλε μου ένα ελαφρά μεταχειρισμένο σχολικό λεωφορείο μούρλια μπορεί να είναι 20ετιας αλαααα!

- Τι λε ρε συνάδελφε αυτή την καρούτα που πάει και δεν πάει τη λες για ευκαιρία; Kαι θα βάλεις και τα παιδάκια μέσα;

(από Jim Blondos, 17/11/09)Καρούτα από το Cars. (από Vrastaman, 25/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπινθήρας παρουσιάζεται μεταξύ δυο επαφών την στιγμή ακριβώς που διακόπτουν ή αποκαθιστούν την ροή ηλεκτρονίων.

Η μορφή του σπινθήρα είναι σαν μια μικρή φλόγα που η έντασή της και ο χρωματισμός της διαφέρει από πολλούς παράγοντες, όπως ένταση ροής κατά την αποκατάσταση ή διακοπή ηλεκτρονίων υγρασία περιβάλλοντος κλπ κλπ

Συναντάται όμως και στα ανθρωπάκια, όπως το σπινθηροβόλο βλέμμα που δείχνει συνήθως εξυπνάδα ή και το άλλο που είδα εγώ προσωπικά, τρέλα (ξέρεις φίλε μου τι είναι να βλέπεις το μάτι να γυαλίζει και να σπινθηρίζει).

Περισσή προσοχή χρειάζεται αν συναντήσετε ένα τέτοιο βλέμμα σε άνθρωπο: αποφύγετε κάθε επαφή και καλέστε γιατρό.

  1. - Κοίτα ρε μαλάκα πώς γυρνάει το μάτι της αυτή!

  2. - Να ρε, αυτή σπινθηρίζει!
    - Τον πούλο, φύγαμε μεγάλε!

(από ο αυτοκτονημενος, 18/11/09)(από ο αυτοκτονημενος, 18/11/09)(από ο αυτοκτονημενος, 18/11/09)(από Jim Blondos, 18/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βουβαμάρα, σιωπή, το αντίδοτο του μιλάω!

Όταν λοιπόν κάποια σου μιλάει, τότε εσύ βουβαίνεσαι (Προσοχή, μόνον αν έχεις κάνει κουτσουκέλα ).

Άστην να χτυπιέται σαν μιξεράτσι (Κ)*. Κούνα καμιά φορά το χέρι σου όταν σου μιλάει σα να θέλεις να πεις κάτι για να έχει και την ικανοποίηση του να σου πει μιλάω! και μετά κατέβασε το κεφάλι και άστην να λέει, άστην να πει.

** (Κ)=Κρητικάτσι*

- Kόοοτ κοτ κοτ... κοτ κοτ κόοοτ κοτ κοτ...
- Μαα....
- ΜΙΛΑΩ... κόοοτ κοτ κοτ κοτ κόοοτ κοτ...
- (Βούβα, μαλάκα, γιατι θα τις αρπάξεις, τα εχει πάρει ανάποδα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και μας τα έπρηξες τα αρχίδια μας με αυτά που λες, αχ αμάν πια!

Βλ. επίσης:

- Και δεν γράφεται έτσι το ουσιαστικό...
- Όχι ρε δεν είναι ουσιαστικό είναι γερούντιο...
- Ναι αλλά μπορεί να είναι και επίρρημα τονίζοντας το στον παρονομαστή της ληγούσης...
- Παύτε ρεεεε και μου τα ζαλίσατε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προστακτική που σημαίνει σταμάτα τις μαλακίες (φυσικές η λεκτικές).

Συνώνυμα: σταμάτα, αρκετά, έως εδώ (και μη παρέκει).

- Να σου πιάσω το μπουτάκι Μαρικάκι;
- Αχαμάν, κόφ' το ρε μαλακάκι, αρκετά και μας τα έπρηξες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το κάφρος. Υποτιμητικός ορισμός προς άλλους ή καταστάσεις. Σημαίνει μαυρίλα ή, ενίοτε, αναφέρεται στην ιδιαίτερη οσμή ιδρώτα του μαύρου δέρματος.

Ουρά στα ταμεία μιας κλεφτοτράπεζας (το όνομα διαλέξτε το κατά το δοκούν, after all όλες ίδιες είναι):
- Ρε Μητσάρα, τι γίνεται εδώ ρε; Μέχρι στην είσοδο είναι η ουρά!
- Ναι ρε φίλε, πάμε να την κάνουμε, δεν αντέχω τέτοια καφρίλα…

(από Vrastaman, 28/11/09)

Οι νεότεροι σλάνγκοι ας εκλάβουν τον ορισμό, το παράδειγμα αλλά τα σχόλια του λήμματος αυτούνου ως οδηγό για το πώς [i]δεν πρέπει να λημματοδοτεί[/i] κανείς το σλανγκρρρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης, θα τις φας.

Απειλή για ξυλοδαρμό - συνήθως απευθύνεται στα παιδιά και τους μωρούς.

Κωστααααάκη , Κωσταααάκη , πού είσαι παιδί μου;;;
(Ρε μούλικο, αχ, αν σε βρω θα τις αρπάξεις)
Κωστααάκη, πού είσαι μωρό μου;;; Έλα να φας το αυγό σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πείσμωσε, δεν αλλάζει γνώμη, αυτό είναι και τέρμα, μουλάρωσε.

- Έλα Κωστάκη κατέβα από το δέντρο να φας το αυγό σου παιδί μου! Πες του και εσύ κάτι Μαράκι αδελφός σου είναι.
- Τι να του πω μαμά, δεν βλέπεις, κατσικώθηκε!

(από Vrastaman, 25/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρίχνω φάπα, επίσης και σφαλιαρίζω.

Και επειδή δεν υπάρχει και περιγραφή, είναι ως εξής:

Με την χείρα ανορθωμένη, την καταφέρομε καθέτως και με ταχύτητα προς το σβέρκο του δεχόμενου την φάπα.

Υπάρχει δε φόβος, επειδή από το σβέρκο περνάνε κάποια νεύρα, να προξενήσεις βλάβη στον δεχόμενο την φάπα και να τον μισερώσεις.

Στο βικιλεξικό αναφέρεται και σαν συνώνυμο το ράπισμα που, όμως, είναι λάθος. Το ράπισμα είναι το χαστούκι ενώ η φάπα πέφτει στο σβέρκο.

Κάτσε καλά, μικρέ, γιατί θα φας τις φάπες τις ζωής σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σίδερα λέγονται οι σιδηροδρομικές γραμμές και οι χειροπέδες.

Εάν τώρα γράψετε στο ψαχτήρι του σλανγκρρρ, θα βρείτε και τοις υπόλοιπες ερμηνείες.

- Πέρασε του τα σίδερα του απατεώνα!

- Σίδερα Μαυρομάτη (η σιδηροδρομική γραμμή στην περιοχή Μαυρομάτη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified