Κοντό το φιτίλι (μέχρι την μπόμπα).

Ο ευέξαπτος και ανυπόμονος, αυτός που δεν μετράει μέχρι το 10 προτού τα πάρει.

Δεν πρόλαβα να της πω ότι δεν βρήκα παστουρμά και με πήρε απ' τα μούτρα. Αυτά τα αναθεματισμένα χάπια αδυνατίσματος την έχουν κάνει short fuse την κακομοίρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με έσκασες, ή το αποτέλεσμα μου έπρηξες τα αρχίδια.

Όταν μας ζορίζουν ψυχολογικά και είμαστε εσωστρεφείς, πλην των άλλων προβλημάτων που μας περιτριγυρίζουν, τότε νιώθουμε μια κάποια εσωτερική πίεση, που αυξάνεται αναλόγως με το ζόρισμα που μας επιβάλουν.

Κάποια στιγμή επαναστατείς, λέγοντας «Αμάν πλια, με έσκασες μωρέ!», πάντα μεταφορικά μιλώντας.

(H σύζυγος, ο φίλος, ο συνεταίρος, ο συγγενής, ο τζογαδόρος, ΤΟ ΠΡΗΣΤΗΚΟ ΟΡΓΑΝΟ τέλος πάντων:)
- Mπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα
μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα...
- Αμάν πλια που κακό χρόνο να έχεις με έσκασες, μπααα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης, θα τις φας.

Απειλή για ξυλοδαρμό - συνήθως απευθύνεται στα παιδιά και τους μωρούς.

Κωστααααάκη , Κωσταααάκη , πού είσαι παιδί μου;;;
(Ρε μούλικο, αχ, αν σε βρω θα τις αρπάξεις)
Κωστααάκη, πού είσαι μωρό μου;;; Έλα να φας το αυγό σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν σχεδιάζεις να καβαλήσεις κάποια η κάποιον και τα πράγματα πάνε στραβά και τελικά δεν γίνεται φάση και ο παρτενέρ φεύγει τοιουτοτρόπως, μένεις με την πούτσα στο χέρι.

Επίσης λέγεται για μια δουλειά που την ετοιμάζεις και στο τέλος δεν γίνεται.

Και τέλος, λέγεται για μερικούς που προσπαθούν να ανέβουν την επετηρίδα αλλά αντί να ανέβουν κατεβαίνουν και από τα νευράκια τους που έμειναν με την πούτσα στο χέρι κρεμάνε ταμπέλες σε άλλους που προσπαθούν να τους ξεστραβώσουν από της χοντρομαλακίες που γράφουν και λένε.

Kουράτζο αδελφές και αδέλφια, μπούτσα είναι και όχι μαχαίρι να σε κόψει...

  1. ...Και εκεί που πάω να της τον χώσω και της το χαϊδεύω γέμισε το χέρι μου με υγρά, κάνω έτσι και τι να δω, τα κομμούνια είχαν έρθει και έμεινα με τον μπούτσο στο χέρι.

  2. Τελειωμένη η δουλειά φίλε μου, το δάνειο το είχα στο χέρι, ε ρε και κοιτάζει τον Θηρεσία από το μόνιτορ του ο τραπεζικάκος και με βλέπει και φρίττει... Έτσι, φίλε, έμεινα με τον μπούτσο στο χέρι.

  3. ...Και να με διορθώνει το βλήμα, ο μαλάκας, εμένα που εγώ είμαι ... και δεν ξέρει ποιος είμαι εγώ! Τώρα, θα τον ταχτοποιήσω εγώ τον καραγκιόζη! Να, κάτι τέτοια με κάνουν να μένω πίσω στη σειρά και να μένω με τον πούτσο στο χέρι...

(από Khan, 22/01/14)

Δες και με την ψωλή στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήταν σφιγμένο και δεν επέτρεπε μετακινήσεις, αλλά τώρα λασκάρισε, ξέσφιξε και είναι ένα βήμα πριν το ξεβίδωμα: λασκάρισε η βίδα του σημάνει ότι τρελάθηκε η, αλλιώς, του έστριψε.

Και μου ήρθε, τέλη κυκλοφορίας φίλε μου, 1.821 ευρώπουλα! Τι να κάνω ο άνθρωπος, με τιμωρούν που δεν έχω χρήματα να πάρω καινούργιο, τους έχει λασκάρει στα οικονομικά επιτελεία και προσπαθούν να μας τα κλέψουν από όπου μπορούν. Αλλά δεν μου έστριψε να τα πλερώσω, θα αλλάξω κινητήρα από 2000 cc σε 1800 cc και θα πάρουν μόνο 351 ευρώπουλα οι ΗΛΙΘΙΟΙ που σταμάτησαν την απόσυρσή για να πληρώσει ο κοσμάκης τα αυξημένα τέλη κυκλοφορίας! Και αντί να δώσουν, θα πάρουν αλλά λογάριασαν χωρίς τον ξενοδόχο: οι παραδόσεις πινακίδων είναι πολλαπλασιασμένες αυτές τις μέρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως και το θα σου πατήσω μια που αναφέρεται σε γροθιά η φάπα, έτσι και το θα σου σφίξω ένα αναφέρεται στο «θα σου τον καρφώσω» και «θα σου τον καρφώσω σφιχτά»

- 'Eλα δω, μανάραμ, να σου σφίξω ένα καλό να ξεθουλόσου ...

είπε ο τσοπάνος, και η μανάρα απάντησε ...

- μπέεεεεε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει ο ορισμός, αλλά δεν...

Shoot = πυροβολώ.

«Σουτάρω» είναι η κλοτσιά στην μπάλα του ποδοσφαίρου. Σουτάρουμε κάτι κάπου και μπάλα στα δίχτυα του αντιπάλου τέρματος. Στα στρατά όμως, σουτάρω κάποιον στην σέντρα (σέντρα - center - είναι στο στρατό η πρωινή αναφορά) είναι ότι αναφέρω κάποιον στην αναφορά του λόχου, τάγματος, ταξιαρχίας κ.λπ.

Το σουτάρω παραπέμπει σε ποινή και όχι σε άδεια ή εύφημον μνεία ή ό,τι άλλο αλλά μόνο σε ποινή, δηλαδή δεν λες του άλλου «σε σεντράρω για τιμητική άδεια», αυτό είναι λάθος.

Επίσης χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πλακώσουμε κάποιον στις κλωτσιές («θα τον αρχίσω στα σούτια τα ατελείωτα»).

-Τί έγινε ρε παλιοσειρά! Τί έμαθα; Σε σούταρε στην σέντρα ο λοχαγίσκος, διότι, λέει, παρήγγειλες πίτσες και του τις χρέωσες ρε πεινάλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η οικογένεια που δεν έχει ηθικούς φραγμούς και αιμομιξιάζεται ασυστόλως.

Μαρία: Κωστάκη, γαμάς καλύτερα από τον μπαμπά.
Κωστάκης: Nαι, μου το έχει πει και η μαμά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ένας τεχνίτης κάνει καλά τη δουλειά του (ίσως καλύτερα από ότι χρειάζεται), ανεξαρτήτως τέχνης, οι υπόλοιποι που βλέπουμε τα αποτελέσματα τα θαυμάζουμε αναφωνώντας το ανωτέρω.

- Κοίτα ρε μεγάλε, αγγέλους κάνει.
- Ε αυτός κάνει παπάδες ή και ζωγραφίζει!

Δες και παπάδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά: Δεν μπορώ να κινηθώ, φρακάρισα, στιμώχτηκα.

Φρακάρουν όμως και τα σκατά στην μπούκα προς τα έξω και δεν βγαίνουν... (ιδίως εάν έφαγες πολύ τυρί). Αυτή η κατάσταση λέγεται και δυσκοιλιότητα, αλλά η λέξη αυτή κολλάει άνετα σε δύσκολους ανθρώπους.

Έχω φρακάρει στην εθνική σε μεγάλο μποτιλιάρισμα και θέλω να πάω και τουαλέτα για το νούμερο 2 να ξεφρακάρω και εκεί, άλλα δεν μπορώ να ανοίξω την πόρτα από το στρίμωγμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified