Το τριζάτο προέρχεται από παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων όπου, η ηθοποιός, κρατώντας ένα πιάτο καθαρισμένο από το Χ απορρυπαντικό, έσερνε τον αντίχειρά της στην επιφάνειά του και από την πολλή καθαριότητα (έλλειψη λίπους και από τις δυο επιφάνειες) ακουγόταν ο τριζάτος ήχος.

Τώρα, αν ακολουθήσουμε την παροιμία που μιλά για τριζάτα στήθια, θα φανταστούμε πόσο άσπρα και καθαρά και τριζάτα είναι που αν τα χαϊδέψεις ακούς «τριιιιιιιιζζζζζζζ» και ανάποδα τον αντίχειρα «τροοοοοοοοζζζζζζζζ».

από ΔΠ βουβις

Πρόσεχε πρόσεχε μωρό μου μη μου τα τρίψεις και ξυπνήσει ο άνδρας μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλά ρε δεν υπάρχει τέτοια κλασικούρα;

Iστορία - για να τα πιάσουμε απ' αρχής:
Τα ραδιοφωνάκια (τρανσιστοράκια, διότι είχαν τρανζίστορ solid state semiconductors αντί για λάμπες tubes) λοιπόν, απαγορεύονταν να τα έχουν οι οπλίτες (φαντάρια, ψάρια, κωλοφάνταρα, κομμάτια οπλίτες) στην μονάδα τους προς αποφυγή κομμουνιστικής, ή και ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας, μέσω βραχέων κυμάτων (φωνή Ρωσίας η Αμερικής).

Όταν λοιπόν κάποιος μανγκάκος φαντάρος είχε κάνα sony 7 transistor, ή κατιτίς τέτοιο, έπρεπε να το κρύβει κάπου, μη και το εντοπίσει η μάνα του λόχου (ο επιλοχίας) και τον μουρλάνει στην αγγαρεία. Και έτσι, το έβαζε μέσα στο άρβυλο, μιας και ήταν μικρό αλλά και το άρβυλο έζεχε.

Άλλο σημείο που το έκρυβα εγώ προσωπικά, ήταν στους ιμάντες αναρτήσεως του πλαστικού αμερικλάνικου κράνους και με ένα ακουστικό άκουγα μουσική στην πρωινή αναφορά που διαρκούσε ατελείωτα.

Εφαρμογή:
Παίζει και σαν: φημολογία

Στο ΚΨΜ club:
- Ρε τα μάθατε; Μια αλανιάρα παίρνει τηλ στο ΚΕΠΙΚ (τηλεφωνικό κέντρο μονάδος) και μιλάει με τις ώρες με τους ταβλαδόρους (οπλίτες των τηλεπικοινωνιών).
- Άσε ρε κωλόψαρο, ράδιο αρβύλα είναι το έφαγες σαν χάνος...

(από ο αυτοκτονημενος, 16/05/09)Radio Arwheiler... (από HODJAS, 26/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ένα κομμάτι σχοινί (λεπτό περίπου 6 mm διαμέτρου) που από την μια μεριά έχει μια λούπα και από το άλλο το τραβάς αφού πρώτα έχεις βάλει στην λούπα ένα μικρο πανάκι και το έχεις τοποθετήσει μέσα στην κάννη ενός πυροβόλου όπλου.

Τραβώντας το μέσα από την κάννη την καθαρίζεις. Όσοι πήγαν στον στρατό να υπηρετήσουν την μαμά Ελλάδα το γνωρίζουν καλά. Έχει περάσει στην slang σαν προσβλητική ενέργεια προκειμένου να τόνε χώσει κάποιος στον βρωμόκολο κάποιου η κάποιας.

Σημειωτέον, είναι τέχνη να ξέρεις να χρησιμοποιείς την κωλοτρυπίδα σου για αιδοίον κατά μαρτυρία γνωστού μου κίναιδου - όχι τίποτε άλλο αλλά να προλάβω κάνα Βράστα να μου τη λέει («αυτοαναφορικό, ε;»).

Γιασά ρε Μήτσε με τα μάκτρο σου!!

Συζήτηση κολομπαράδων:
Ρε τόνε γαμάς αυτόνε τον πούστη;; — Όπα ρε μαλάκα, τι είναι ρε η πούτσα μου, σχοινοκαθαριστήρας;

Ο Σάκης παραθερίζει στις Κάννες. (από Vrastaman, 23/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κότσι αποκαλείται ο αστράγαλος, καθώς και το μυώδες τμήμα της κνήμης ενός ζώου.

Μεταφορικά παραπέμπει σε τόλμης ή μαγκιάς, σε αρχίδια με την καλή έννοια (κατά το αγγλικό guts).

Υπάρχει και το μπιθικώτσης που στα αρβανίτικα σημαίνει σκληρόκωλος (κώλος > μπίθα). Στην περίπτωση του Κολοκοτρώνη, ωστόσο, το κότσι αντικαθίσταται από την κοτρόνα.

Δεν έχεις ρε τα κότσια να τα πεις αυτά που μου λες στον εργοδότη σου γιατί δεν έχεις τα δυναμάρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος λέει καραμαλακίες και του την λες ευγενικά. Όπως αντί «άντε και γαμήσου» λες «άντε και γονιμοποιήσου», τώρα αν είναι και πιτσιρικάς και λέει μαλακιούλες το ίδιο του λες, δίνοντάς του να καταλάβει ότι πρέπει να κάνει μπρακ.

από τον ιστό:

Ο ΜΑΛΑΚΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΙΚΗΤΟΣ. Οι 22 τύποι του μαλάκα! - για να βρείτε αυτόν που σας ταιριάζει…! 1. Ο ορατός: κοίτα ένα μαλάκα 2. Ο τεφάλ: ξεκόλλα ρε μαλάκα 3. Ο σταθερός: έμεινε μαλάκας 4. Ο αδιόρθωτος: ε τον μαλάκα 5. Ο επώνυμος: έλα ρε Μαλάκα 6. Ο νυχτωμένος: ξύπνα μαλάκα 7. Ο χαμένος: που σε ρε μαλάκα; 8. Ο φευγάτος: την έκανε ο μαλάκας 9. Ο βαθμοφόρος: ά, τον αρχιμαλάκα 10. Ο αμφίβολος: καλά μαλάκας είσαι; 11. Ο διττός: και πούστης και μαλάκας 12. Ο ευρεσιτέχνης: μαλάκας με πατέντα 13. Ο εμετικός: τα ξέρασε όλα ο μαλάκας 14. Ο καλοδεχούμενος: καλώς τον μαλάκα 15. Ο εξακριβωμένος: είναι τελικά μαλάκας 16. Ο επιρρεπής: Μη γίνεσαι μαλάκας τώρα 17. Ο εκνευριστικός: άι γαμήσου ρε μαλάκα 18. Ο ανεκδιήγητος: μα πόσο μαλάκας νά 'σαι! 19. Ο αργοκίνητος: άντε ρε μαλάκα, κουνήσου 20. Ο φαφλατάς: μιλάμε για πολύ χοντρομαλάκα 21. Ο επαναλαμβανόμενος: την είπε πάλι ο μαλάκας 22. Ο σωβινιστής: μαλάκας μπορεί να είμαι, πούστης όμως όχι!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι λέει η λεζάντα.

Δυστυχώς υπάρχουν κάποιοι οδηγοί που, λόγω εργασιακών υποχρεώσεων, οδηγούν το όχημα τους μόνο κάθε σαββατοκύριακο, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν αυτοί και όσοι άλλοι κυκλοφορούν με αυτούς.

- Ρε συ κοίτα τι κάνει αυτός μπροστά μας…
- Ναι ρε, το είδα, έβγαλε φλας για δεξιά και πάει αριστερά. Σίγουρα άμα πάει έτσι θα σκοτωθεί!
- Καλά, ή γυναίκα οδηγός είναι ή γιατρός ή νικολάκης. Για νικολάκης δεν έχει το Ν, μάλλον θα είναι οδηγός του σαββατοκύριακου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντανιάζω σημαίνει βάζω πράγματα με προσοχή το ένα πάνω, δίπλα κλπ, στο άλλο.

Να μην συγχέεται με το στοιβάζω γιατί οι στοίβες είναι ατάκτως πεταμένα πράγματα σε ένα σωρό.

Και πόσο μάλλον, να μην συγχέεται με το στη βάζω, αν και έχει κάποια ομοιότητα με το ντανιάζω όταν γίνεται παρτούζα σε γραμμή παραγωγής.

Το ντάνα χρησιμοποιείται από τους φορτηγατζήδες TIR όταν περιμένουν την σειρά τους στα τελωνεία να περάσουν και ντανιάζονται τα φορτηγά επικαθήμενα, συρόμενα κλπ κλπ, το ένα πίσω από το άλλο.

CB επικοινωνία μεταξύ φορτηγατζήδων

Έλα λοχίας ακούς ;;
Ναι λεγε
Σε καμιά εικοσαριά χιλιόμετρα μπαίνουμε στην ντάνα και θα πιούμε και κανα καφέ
Κκ μικρέ

Οχι απλή ντανα. Ντάνα Ιντερνάσιοναλ (από GATZMAN, 07/11/10)Εχει μαύρη ζώνη και 5 ντάν (από GATZMAN, 07/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το combination, βλέπε και κομπίνα.

Ο συνδυασμός κινήσεων δηλαδή ο υπολογισμός των φάλτσων κινήσεων που θα κάνει η μπάλα σου αφού την έχεις στεκάρει (χτυπήσει) προκειμένου να βάλεις την συγκεκριμένη (άλλη) μπάλα στην κατάλληλη τρούπα.

(επιδειξίας) - Κοίτα τώρα τι κομπινέ θα κάνω να την βάλω στην γωνία, κοίτα σου λέω ρε. (ήχος στεκαρίσματος ακολουθούμενος από ήχους από καμιά δεκαριά φαλτσοχτηπήματα)
- Φτου! Παραλίγο, γαμώ την ατυχία μου.
(σκέψη παρατηρητή )
- Μα τι χοντρομαλάκας είναι αυτός ρε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται σε περιπτώσεις που εμφανίζεται εκτροπή από την συνηθισμένη και κοινά αποδεκτή κοινωνική συμπεριφορά ενός ατόμου. Όταν υπάρξει λοιπόν αυτή η παρέκκλιση, τρέχουν όλοι να την διορθώσουν στην/στον βλαμμένο.

Είναι βλαμμένος; Έχει πραγματικά πρόβλημα; Διερωτώμαι μήπως, όπως έχουμε φτιάξει τη δομή της κοινωνίας μας, χρειάζεται αυτή να έρθει στα ζύγια της, και ο (κατά γενική ομολογία) βλαμμένος να είναι ο σωστός.

Τώρα μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί και να πει μιλάς με γρίφους, γέροντα, μπας και πρέπει να σε δει ο γιατρός... Tα πάντα παίζουν σε μια κοινωνία που το άσπρο το λέμε μαύρο και το αντίθετο.

Ρε μπας και έχω χάσει τα ζύγια μου και εγώ;;;

Ο κοινωνίας: Έλα στα ζύγια σου ρε φίλε, τί θέλεις να πεις, ότι και οι 300 (του Λεωνίδα) είναι σκάρτοι;
Ο φίλος: Χα χα χα χα ΧΑ ΧΑ ΧΑ ΧΑ.

η σημερινη πως να την πω ............ (από ο αυτοκτονημενος, 24/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τρέλανε με τις μαλακίες του, δεν τον αντέχω άλλο, τα έχω παίξει και νευρίασα τόσο μα τόσο πολύ που τα νεύρα μου διαγράφονται και ξαφνικά βγήκα από τα ρούχα μου (μεταφορικά μιλώντας)…

Αυτή η εντολή του προϊσταμένου μου με έβγαλε από τα ρούχα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified