Σύμφωνα με τις αναπτύξεις στρατιωτικών αρκτικολέξων, είναι ο φαντάρος που πρέπει να πάει στο ΚΕΦ (Κέντρο Ελέγχου Φρουράς) για να πάρει όπλο και να πάει στο σκοπέτο. Το κεφάτος ευφημισμός βέβαια.

- Πού πάει ο μίκυ;
- Είναι κεφάτος.

ΚεΦάτος Νάνο? (από GATZMAN, 02/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Θολοκουλτουριάρης, θολοκουλτουριαρέος και θολοκουλτουριαράκι, είναι ο πάσχων από υπερκουλτουρίαση ούμπερ-κουλτουριάρης, ο οποίος ψαρεύει σε θολά νερά, χρησιμοποιώντας νεφελώδεις εκφράσεις, ή πρεσβεύοντας σόλοικες απόψεις.

Αν σας άρεσε η έκφραση-σημασία, ίσως αλλάξετε γνώμη όταν μάθετε ότι χρησιμοποιείται από δεξιούς και ακροδεξιούς κυρίως για τους αριστερούς κουλτουριάρηδες (πασόκους, συριζαίους κουκουέδες και λοιπές (θολο)προοδευτικές δυνάμεις), που στο τέλος θα μας πούνε και ότι ο Τζένγκις Χαν δεν ήταν Έλληνας, γιατί σε λίγο μέχρι και εκεί θα φτάσουν κυρίες και κύριοι. Είναι βέβαια ένα θέμα οντολογικής τάξης αν υπάρχει σλανγκ δεξιών, εγώ πάντως κάνω ό,τι μπορώ για να την συλλέξω βλ. και εδώ, ιδίως τώρα που η Δεξιά είναι εκτός εξουσίας, οπότε καλείται περισσότερο να χρησιμοποιήσει σλανγκικές ειρωνικές τροπές.

Ορισμούς του θολοκουλτουριάρη βρήκα δύο στο νέτι. Ο ένας στο φόρουμ της ΝΕολαίας Ορθόδοξου Συναγερμού: «Θολοκουλτουριάρης (σ.ς.: το αντίθετο του Έλληνα σύμφωνα με τα συμφραζόμενα) είναι κάποιος που σίγουρα δεν συμπορεύεται με απόψεις σαν τις δικές μου. Και δεν συμπορεύεται διότι, ως αντίθετος με εμένα, δεν αποδέχεται την άλλη άποψη, δεν κατακρίνει τον δεσποτισμό, δεν αποδέχεται τον σεβασμό σε έναν υγιή διάλογο. Αυτός είναι ένας θολοκουλτουριάρης. Κάποιος που νομίζει πως τα ξέρει όλα. Όχι επειδή τα αναζήτησε και τα βρήκε. Επειδή κάποιοι άλλοι του τα είπαν».

Ο δεύτερος ορισμός στην Εκδίκηση της Θολοκουλτούρας (και την Φρικηπαίδεια):«Σύνθετη λέξη που αποτελείται από την λέξη θολή και κουλτούρα, την οποία πιθανολογείται πώς επινόησε ο ΄Άδωνις Γεωργιάδης, [...] αναφερόμενος προς την αριστερή διανόηση ενώ συνοδεύεται συνήθως πριν ή μετά την σύνθετη λέξη Θολοπροοδευτικός. Σήμερα η λέξη έχει αποκτήσει πολλές ερμηνείες ανάλογα σε ποιους θα την απευθύνεις. Σημαίνει Ψεύτης, Ανθέλληνας, Προδότης, Κουμουνιστής, Αλλοδαπός, Πούστης, Αντιφασίστας, Αντιρατσιστής, Μορφωμένος, κ.α.».

Όπως δείχνει ο γούγλης συνώνυμα του θολοκουλτουριάρη στο δεξιό ντίσκουρς είναι ο αριστερός με δεξιά τσέπη, το θολοπροοδευτικάκι, ο ελληνόφωνος (= αυτός που μιλάει ελληνικά αλλά δεν αξίζει γι' αυτό την ονομασία Έλληνας), ο εθνομηδενιστής.

Από την άλλη, πολλοί σπεύδουν να πανηγυρίσουν τον χαρακτηρισμό και να τον υιοθετήσουν μιμούμενοι τον Jean-Luc Godard, που είχε δηλώσει «Όταν ακούω κουλτούρα, ανοίγω το μπλοκ επιταγών μου», παραφράζοντας την ατάκα που ουδέποτε είπε ο Hermann Göring. Σε κάθε περίπτωση, ας κρούσουμε τον κώδωνα κινδύνου για την κουλτουροφοβία.

Από αυτούς που χρησιμοποιούν τον όρο, ο θολοκουλτουριάρης κατηγορείται κυρίως για τα εξής: Δεν κάνει σαφείς και «υγιείς» διακρίσεις, δεν λέει την σκάφη σκάφη και τα σύκα σύκα, αλλά θολώνει τα νερά με το να υπονομεύει το οξύτομον των διαχωρισμών. Αυτό φαίνεται κυρίως σε διακρίσεις όπως Έλληνας και μη Έλληνας, άντρας και μη άντρας κ.τ.ό. Οπότε τυπικοί θολοκουλτουριάρηδες είναι διανοούμενοι όπως αποδομητές, φεμινιστές, καθώς και προοδευτικοί που αμφισβητούν την σαφήνεια των διακρίσεων, (μεταξύ των φιλοσόφων και οι φαινομενολόγοι, που ξεκινούν από την δική τους πεπερασμένη εμπειρία). Αλλά όχι μόνο. Ένας από τους κύριους ψόγους που εκτοξεύεται εναντίον του θολοκουλτουριάρη είναι ότι θα σε εκθέσει στην δύσκολη στιγμή. Δηλαδή σε μια στιγμή κινδύνου, λ.χ. για τον Έλληνα, ή για τον άντρα κ.τ.ό., όπου καλούμαστε σε συσπείρωση και συστράτευση, ο θολοκουλτουριάρης θα σε προδώσει, και θα λάβει μια και καλά ευρύτερη οπτική, προκειμένου να πουλήσει κουλτούρα. Συναφώς, λέγεται για κάποιον ο οποίος θα αποπροσανατολίσει το λαό από πραγματικά προβλήματα.

  1. Το νόημά της -που δεν μπορεί να κατανοήση ένας θολοκουλτουριάρης- είναι ότι σε ένα σύστημα με ιεραρχική δομή, ο ιεραρχικά κατώτερος δεν έχει κανένα δικαίωμα να αμφισβητήση καμμία απολύτως εντολή ενός ιεραρχικά ανωτέρου. Πάνω σε αυτήν την παραδοχή στηρίζονται οι στρατοί που νικούν (Από το adonisgeorgiadis.gr)

  2. Ενώ εάν το παίζεις θολοκουλτουριάρης, ανοικτός σε κάθε είδους σεξουαλικό ή μη προσανατολισμό, επιθυμείς πολύχρωμες και πολυπολιτισμικές Ελλάδες, όπου όλοι (πλην των Ελλήνων φυσικά) θα έχουν δικαίωμα διατήρησης της ιδιαιτερότητας τους, την κοπανάς από το στρατό, είσαι άθεος κλπ τότε η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία σε επιβραβεύει ως προοδευτικό, φιλελεύθερο και πεφωτισμένο πνεύμα (από το call of duty.gr)

  3. Ιρακινός προσπάθησε να πυρπολήσει την Ελληνίδα γυναίκα του στο Περιστέρι. Ομάδα Αλβανών στη Λάρισσα επιτέθηκε σε Έλληνες με έναν βαριά τραυματία. Βουλγάρες ντυμένες καλόγριες πουλούσαν «θαυματουργά» σταυρουδάκια και «στενού τύπου» υπηρεσίες. Τσιγγάνοι στην Πρέβεζα επιτέθηκαν και έστειλαν στο νοσοκομείο κατοίκους και αστυνομικούς. Θολοκουλτουριάρης στην Φιλοθέη σκότωσε και έθαψε την γυναίκα του στο πάρκο. (δες)

  4. [...] οι διάφοροι θολοκουλτουριάρηδες έχουν ισοπεδώσει τα πάντα..και μαζί με αυτά έχουν αντιστρέψει και τις έννοιες... και τώρα πλέον..δεν λες κλοπή...το ωραιοποιείς και λες απαλοτρίωση....δεν λες εμπρησμός και φασιστικές αντιλήψεις...το ονομάζεις δράση...έτσι και με το «ανθέλληνας» μπορεί αύριο-μεθαυριο να το αλλάξετε και αυτό και ξαφνικά να θεωρείτε ο έξυπνος, ο μοδάτος, ο θολοκουλτουριάρης, ο δήθεν... (εδώ)

  5. Ταπεινώθηκε ο πασόκος θολοκουλτουριάρης (εδώ)

  6. Έχει γίνει παράδοση πια, κάθε φορά που έχουμε Χριστούγεννα οι κομπλεξικοί αριστεροί και οι θολοκουλτουριάρηδες να τα βάζουν με κάποιο έθιμο (Από τον Στόχο).

  7. Πάμπλουτος Εβραίος ήταν και ο Αλιέντε! Όταν αγαπητοί συνερευνητές οι θολοκουλτουριάρηδες θα φανφαρίζουν περί του «προοδευτικού» και «λαϊκού ηγέτη» Σαλβαδόρ Αλιέντε να τους τρίβεται την παρακάτω αποκάλυψη στη μούρη... (εδώ)

  8. Δεξιστές θολοκουλτουριάρηδες υπάρχουν ή ο θολοκουλτουριάρης είναι εξ ορισμού αριστεριστής; (Καλό ερώτημα εδώ)

Βλέπε και άπλυτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταδικαστέα πλέον συμπεριφορά που επιδεικνύει ο κλασικός ο μαλάκας ο Έλληνας ζητώντας ρουσφέτια για τους οικείους του από πάσης φύσεως βολευτές και βυσματάρχες.

  1. Για πόσο ακόμα ο κόσμος θα είναι θεατής στις μαλ@κίες των φορτηγών κ στης κυβέρνησης;; Τι να σου πώ.....για τις εκάστοτε κυβερνήσεις προβλέπω να είναι για πολλές 30ετίες ακόμη θεατής (κοιμισμένος ή βολεψάκιας ή ρουσφετοζήτουλας)......!!! (εδώ).

  2. Ας ξετυλίξουμε σιγά-σιγά την ιστορία όλου αυτού του κυκεώνα, που λέγεται φυγόστρατος, βυσματούχος, ρουσφετοζήτουλας και ρουσφετοδότης. (εδώ).

  3. Όμως το αστείο είναι ότι ο ψηφοφόρος-ρουσφετοζήτουλας, μόλις απομακρυνθεί από το ταμείο με το αίτημά του ικανοποιημένο, θα ξαναπάρει το καταγγελτικό ύφος του ηθικολόγου (αυτό που τόσο καλά έχει ξεσηκώσει από τα δελτία ειδήσεων) και δεν θα διστάσει να εκσφενδονίσει τους γνωστούς αφορισμούς που άλλωστε είναι και της μόδας: Ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι (μεγάλο ελαφρολαϊκό χιτ) και ότι δεν θα αλλάξει ποτέ τίποτα σε αυτή τη χώρα (κλασικό). Αν και αυτό το τελευταίο θα έπρεπε να το λέει με ανακούφιση και όχι με αγανάκτηση. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Το παράδοξο πτηνό γνωστό και ως νερομπαμπλέκι ήταν αναμενόμενο να εμπνεύσει την σλανγκομούσα.

Από Έλληνες το έχω ακούσει με δύο σημασίες:

  1. Στην στρέιτ εκδοχή, η φλαμινγκομούνα είναι τύπος τσολιά με ατέλειωτα λεπτά πόδια, που τα επιδεικνύει φορώντας πολύ στενά παντελόνια, τ. σωλήνας (αν είναι τζηνς) ή άλλα. Αυτό της προσδίδει ένα εύθραυστο δώσε Μπόνο στυλάκι ταλαιπώριας, που επιτείνεται από τον γενικότερο ακκισμό (το ροζ του πράγματος) στο περπάτημα και ευρύτερα. Η αναγεννησιακή φλαμινγκομούνα έχει και στητό και σφριγηλό αθλητικό ζυβί.

  2. Μιλώντας για ροζ, το φλαμίνγκο χρησιμοποιείται και για γκέι ερωμένους, που το χώνουν το πόδι στα πούπουλα, δηλαδή γαργαρότεκνα με μακριά πόδια και χαριτωμένο εύθραυστο περπάτημα, με μια λέξη αβροβάτες. Το φλαμίνγκο είναι γενικότερα από τα σύμβολα που πανηγυρίζεται και από την ίδια την γκέι κοινότητα ως χαρακτηρισμός, καθώς δεν έχει κάτι ιδιαίτερα μειωτικό, ενώ ως σύμβολο έχει και ωραίο χρωματάκι, σιροζάκι. Έτσι μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως γουτσιστική προσφώνηση τρυφερότητας μεταξύ γκεουλαίων.

Όταν βέβαια περιγράφει κανείς το φλαμίνγκο κινδυνεύει να περιπέσει σε τουκανισμό παρόμοιο με αυτόν του Βέλγου φυσιοδίφη που περιέγραψε το τουκάν ως το πτηνό με το χαρακτηριστικό μαύρο τρίχωμα παραβλέποντας την μύτη. Έτσι εστίασα στα πόδια και την εντύπωση εύθραυστης ισορροπίας που προκαλεί, ενώ το φλαμίνγκο έχει μια σειρά από αξιοπρόσεκτα χαρακτηριστικά. Στα αμερικλάνικα, όπως μπορούμε να μάθουμε από το urban dictionary και από αλλού στο νέτι, το φλαμίνγκο λόγω των σωματικών του ιδιαιτεροτήτων έχει και άλλες σημασίες, που όμως δεν έχω ακούσει από Έλληνες, και έτσι τις παραθέτω ως trivia εκτός κυρίως ορισμού:

  1. Το να έχει λαιμό φλαμίνγκο, κατά το λαιμός καμηλοπάρδαλης είναι ένα πλεονέκτημα για τον ερώμενο /-η.

  2. Ενίοτε το flamingo effect προκαλείται όχι μόνο όταν κάποιος έχει λεπτά πόδια, αλλά και όταν έχει χοντρό κορμό, δηλ. όταν έχει σώμα τ. μηλαρού. Οπότε η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για εύχοντρο συμπολίτη μας, που δεν έχει ομοιόμορφα κατανεμημένο βάρος, αλλά έχει χοντρή κοιλιά / κορμό και λεπτά πόδια, δίνοντας αίσθηση ασταθούς ισορροπίας.

  3. Παρομοίως, λέγεται στα αμερικλάνικα για μπιλντέρι τύπου κάβουρας, που έχει γυμνάσει δυσανάλογα πολύ τα χέρια, πλάτες, ώμους του, ενώ έχει αμελήσει τα πόδια του, όχι σπάνιο φαινόμενο μεταξύ των μπιλντερίων.

  4. Σεξουαλικές στάσεις που για κάποιον λόγο στηρίζεσαι μόνο στο ένα πόδι, όπως κάνουν τα φλαμίνγκο, που στηρίζονται μόνο στο ένα πόδι. Αυτά τα σκέφτονται μόνο κάτι καμένα αμερικανάκια που ποστάρουν στο ούρμπαν.

  5. Ενίοτε η εύθραυστη ισορροπία οφείλεται σε ψηλοτάκουνα. Ειδικότερα αποτελεί τύπο ροζ ψηλοτάκουνου stripper-slipper, βλ. μήδι.

  1. - Απόψε δεν μπορώ, θα βγω με τον τσολιά στο Γκάζι.
    - Μην τα λες έτσι, γιατρέ μου, θα σε παρεξηγήσουν...
    - Και πώς να την πω με τα πόδια και το περπάτημα που έχει; Κλεψυδρομούνα μια φορά δεν είναι...
    - Πες την φλαμίνγκο.
    - Ου, το σώσαμε τώρα...

  2. - Τι γίνεται Βασίλειε; Πολύ χαρούμενο σε βλέπω σήμερα. Γελάνε και τα μουστάκια σου!
    - Φαίνεται, ε; Έχω ραντεβού με το φλαμίνγκο απόψε...

Φλαμινγκοτάκουνο (από Khan, 04/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ταυτοχρόνως αφήνει μαλλί, αλλά αφήνει και καράφλα. Θα μπορούσε να είναι οξύμωρο, αλλά δεν είναι, καθώς είναι δυνατό να μην έχεις μαλλιά στην κορυφή, αλλά να τα αφήνεις προς τα κάτω.

Συνηθίζεται σε ροκάδες που έγιναν μπαμπάδες, δηλαδή σε αυτούς που είχαν συνηθίσει στην αισθητική του μακριού μαλλιού και δεν παράτησαν τον αγώνα. Μιλάμε για ηλικίες late 30s, 40s, 50s, ή και παραπάνω, που όταν οι συνομήλικοί τους κάνουν άπελπι καραφλάζ, οι δικοί μας αρνούνται τον θάνατο (που λέει κι η Ιρονίκ) και συνεχίζουν να το παίζουν ροκοτζόβενα. Αξίζουν την συγκίνηση και την επιβράβευσή μας.

Επίσης συνηθίζεται σε ποδοσφαιριστές τ. Ρότσα, και, σύμφωνα με στερεότυπα (μάλλον πασέ) σε αθεοαναρχοκουμμουνιστοσυμμορίτας.

Βιβλιογραφικές αναφορές: αφήνω καράφλα, καραφλοχαίτουλας, καραφλογιεγιές, μπουκλοκάραφλος, Ρότσα (Χουάν Ραμόν).

  1. ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΑΣΤΕΙΟ Ο ΚΑΡΑΦΛΟΜΑΛΛΙΑΣ-ΥΔΡΟΚΕΦΑΛΟΣ-ΜΠΟΥΡΤΖΟΒΛΑΧΟΣ ΦΑΝΗΣ ΓΚΕΚΑΣ ΣΤΗΝ ΟΜΑΔΑ ΜΑΣ. (Εδώ)

  2. ...είτε ο αθυρόστομος γραφικός εισαγγελεύς, είτε ο βατοπεδινός καραφλομαλλιάς εισηγητής της θεωρίας του νόμιμου και του ηθικού!... (Εδώ).

  3. Αν ήμουνα ροκάς και καραφλομαλλιάς
    Аν έπινα νταφού και ήμουν ζαμανφού
    Ίσως να μ' ήθελες αλλιώς, κορίτσι μου γλυκό
    Αλλά είμαι ο Μιθριδά και είμαι και γαμώ
    (Στίχος Ημισκουμπρίωνε στο Αν Ήσουν Άλλος).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτιτιουντ Νεοέλληνα που όντως βιοπαλεύει για να εξασφαλίσει ένα βράδυ γκλαμουριάς. Περιττό να πούμε ότι οι πέντε εργάσιμες και η μία γκλαμουριά ανά εβδομάδα είναι πολύ καλή αναλογία σε εποχές κρίσης, γι' αυτό και κυκλοφορεί και στις εκδοχές μια βδομάδα ή κάθε μέρα. Επίσης κυκλοφορεί και σε γκράφιτι.

Επίσης: Πέντε μέρες στην δουλειά, για μια νύχτα γκλαμουριά και το ημισκούμπρειο: Πέντε μέρες χαμαλίκι για μια νύχτα στον Τσαλίκη.

πέντε μέρες τρως τ' αγγούρι και το Σάββατο είσαι μούρη.

εγώ αγαπητοί μου μπλόγκερς έφαγα 5 αγγούρια μέχρι στιγμής κ η μούρη μου δεν άλλαξε καθόλου, πόσο μάλλον το πορτοφόλι ή κάποιος από τους πολλούς άδειους λογαριασμούς που έχω... για να μαι και μούρη, όχι τπτ άλλο.. (Εδώ).

Αξίζουν πέντε μέρες χαμαλίκι; (από Khan, 07/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφ ο φέρων τσουτσούνιον άντρας. Κυρίως λέγεται σε περιπτώσεις που θέλουμε να διευκρινίσουμε ότι ένα άτομο είναι άρρεν. Εξηγούμαι αμέσως: λ.χ. σε περιπτώσεις εγκυμοσύνης όταν μαθαίνουμε το φύλο του παιδιού, ή σε μια μεγάλη παρέα που δεν ξέρουμε την ακριβή της σύνθεση, και πρέπει να κάνουμε τα κουμάντα μας για να υπάρχει ισορροπία ανάλογα με τους στόχους μας. Γενικά, λέγεται περισσότερο σε περιπτώσεις που υποθετικώς διακρίνουμε την πραγματικότητα ότι κάποιος είναι άντρας από την δυνατότητα να ήταν στην θέση του μια γυναίκα. Βέβαια, δεν αποκλείεται να χρησιμοποιηθεί για να δηλώσει και τον πουτσαρά καθ' εαυτόν.

Ο ίδιος ο σχηματισμός της λέξης έχει ενδιαφέρον. Μοιάζει σαν να υπονοείται ότι έχουμε ένα κατ' αρχήν άφυλο ον, στο οποίο φοράμε εκ των υστέρων ένα τσουτσούνι δίκην επεισάκτου επιθέματος, όπως ένας οποιοσδήποτε παρελαύνων μπορεί να φορέσει ένα κοντάρι και να γίνει αίφνης σημαιοφόρος. Τονίζεται έτσι αφενός το ματζαφλαροειδές αυτού του παράδοξου σχηματισμού που έχουμε (οι άντρες) ανάμεσα στα πόδια μας, και αφεδύο σαν να έχουμε μια επιθεματική θεώρηση του φύλου.

Πάσα: Σσσσττττέφφφφφανννννοςςςςςςςςςςς

  1. - Προσπαθούσε ο γιατρός να δει τι είναι αλλά αυτό γύριζε το πωπούδι του. Τελικά εμφανίστηκε (και επισήμως) το τσουτσουνάκι (παραεμφανίστηκε, εντυπωσιάστηκε ο γιατρός αχαχαχαχαχαχαχαχαχ :mrgreen: ), επομένως μπορούμε να αγοράζουμε από τώρα σωβρακάκια.
    - aaa οποτε επισημως κι αλλος τσουτσουνοφορος!!!με το καλο!!!
    - Ναι ναι κι άλλο τσουτσουνοφόρο παιδάκι, θα φτιάξουμε ποδοσφαιρική ομάδα φουλ οπωσδήποτε (συν τους αναπληρωματικούς) (από το teleiosgamos.gr)

  2. Ίσως η καλύτερη στιγμή μου φαγητού ήταν όταν παρέσυρα στην ακολασία τον έτερο τσουτσουνοφόρο της παρέας (εδώ)

  3. Ο σωστος υποτακτικος σηκωνει παντα το καπακι της τουαλετας οταν κατουραει. Αν ειναι τσουτσουνοφορος ασφαλως. Αν ειναι θηλυκο, ειναι σωστη ουτως η αλλως, εκτος αν διατεινεται κανεις εξ ημων οτι μπορει να πεισει μια γυναικα οτι εχει λαθος. (από το greekbdsmcommunity.com)

Θέσει τσουτσουνοφόρος (από Khan, 07/12/10)Πιο τσουτσουνοφόρος δε γίνεται!! (από sstteffannoss, 07/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού glory hole, βλ. εδώ, (αν και τα αρχαιόκαυλα ένστικτά μου θα προτιμούσαν το οπή του κλέους / κλεόπη/ Κλεόπας).

Πρόκειται για τρύπα που είναι ανοιγμένη στις μεσοτοιχίες δημοσίων αποχωρητηρίων ή άλλων χώρων, λ.χ. δωματιάκια σε τσοντάδικα, με σκοπό να έρθουν σε σεξουαλική επαφή οι χρήστες / ένοικοί τους. Λέγεται και τσιμπουκότρυπα, αλλά αυτός ο όρος είναι κάπως περιοριστικός, καθώς αν και οι τρύπες της χαράς προορίζονται κυρίως για στοματικό σεξ, δεν αποκλείεται να γίνει και ολοκληρωμένο σεξ, ή και πρωκτικό, καμιά φραπεδιά βρε αδερφέ, ένα τσιμπουκομάσχαλο για τους πιο κίνκι συμπολίτες μας.

Η τρύπα της χαράς έχει το πλεονέκτημα ότι προσφέρει εύκωλο σεξ με ανωνυμία και περνάς γρήγορα τα προκαταρκτικά τύπου καμάκι, μ' αγαπά δεν μ' αγαπά, ταιριάζουμε κ.τ.λ. Για όσους γκέι δεν έχουν βγει από την ντουλάπα, προσφέρει το πλεονέκτημα της ανωνυμίας. Επίσης είναι καλή για όσους είναι άσχημοι, τόφαλοι, έχουν τον ανθρωποδιώκτη και δεν έχουν αλλέως πώς ευκαιρία να γαμήσουν.

Έχει περάσει ωστόσο γενικά στην κουλτούρα, στις ονειρώξεις και στην κουλτούρα του πορνό, ενώ μπορεί να προσφέρεται και ως επιλογή σε ευαγή ιδρύματα. Όπως αποκάλυψε σύσλανγκος, όταν οι Αμερικάνοι χρησιμοποιούσαν τον κώλο τους μόνο για να χέζουν, εμείς οι Έλληνες είχαμε ήδη τρύπες της χαράς σε κωλάδικα. Δεν αποκλείεται επίσης η χρήση τους σε παρτουζάδικα νέας κοπής και σε παιχνίδια ρόλων με χαρακτήρα εξευτελισμού, κυριαρχίας- υποταγής.

Δεδομένου βέβαια ότι κυκλοφορούν και δαγκανόμουνα-κωλα θέλει αρετή και τόλμη η τρύπα της χαράς. Δεν είναι και λίγο να εκθέτεις τον πέοντα στο άγνωστο με βάρκα την ελπήδα.

Στο Δ.Π. υπό Mr Cadmus.
(σ.ς.: Δεν βρήκα χτυπήματα στον γούγλη πέρα από το lexilogia.gr, ωστόσο κάπως πρέπει να ονομαστεί αυτή η πρακτική και το τσιμπουκότρυπα δεν αποδίδει όλο το φάσμα. Πρόκειται βέβαια για σλανγκ εκ των άνω).

Στο Παρίσι υπάρχει ο (βρ)αστικός μύθος ότι σε κάποια ευαγή ιδρύματα σε προσκαλούν να βάλεις τον πέοντα σε τρύπα της χαράς, και από την άλλη βάζουν μια κότα την οποία και γαμάς. Ύστερα από λίγα λεπτά την πνίγουν με αποτέλεσμα οι επιθανάτιοι ρόγχοι της να προκαλούν μια ηδονjική αίσθηση με την οποία το δίχως άλλο τελειώνεις.

Πότε είναι η κώλαση... (από Khan, 07/12/10)... και πότε ο παράδεισος... (από Khan, 07/12/10)Στις τρύπες της χαράς δεν χρειάζεται να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας... (από Khan, 07/12/10)Σε περιπτώσεις μεγάλης επιτυχίας... (από Khan, 21/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που είναι πολύ της μοδός στην ιδιόλεκτο από δεξιούς, ακροδεξιούς, πατριώτες, εθνικιστές και λοιπές εθνικές δυνάμεις (ενίοτε και από πατριώτες της Αριστεράς). Δηλώνει τον αντίπαλο του ελληνικού έθνους, αυτόν που θέλει να το μηδενίσει. Δεν μιλάμε όμως για κάποιον ταπεινό μετανάστη, ούτε για αλλοδαπό ανθέλληνα, αλλά για αυτούς που απεργάζονται αυτό το έργο μεταξύ μας όντας είτε θολοκουλτουριάρηδες της ιντελιγκέντσιας, είτε πολιτικοί.

Ως ύβρις το εθνομηδενιστής είναι πολύ συχνό και συνδυάζεται με πολλά άλλα όπως τα: θολοκουλτουριάρης, ευρωλιγούρης, εκσυγχρονιστής, αποδομιστής, μεταμοντέρνος, νατοκεμαλιστής και ταλιμπάν. Ο όρος δεν φαίνεται να είναι κλασική ζουραριά, αν και χρησιμοποιείται και από ζουραροειδείς διανοούμενους. Εδώ γίνεται η διερώτηση για την καταγωγή του με ασαφή συμπεράσματα, κάπου ανάγεται στους ξενικούς όρους ethnonihilism και national nihilism χρησιμοποιηθέντες (υποτίθεται) και από τους Stalin και Engels. Σε κάθε περίπτωση είναι ενδιαφέρων ο σχηματισμός του συνθέτου με το πρώτο συνθετικό ως αντικείμενο, όπως λ.χ. στο κωλογαμιάς. Και βγάζει έναν φιλοσοφικό εγελιανισμό, ο μηδενισμός του έθνους για χάρη μιας ανώτερης διεθνιστικής σύνθεσης και τα ρέστα παγωτά.

Τέλος, όπως συμβαίνει με παρόμοιους βαρύγδουπους όρους, χρησιμοποιείται σχεδόν εξίσου συχνά από αντι-εθνικιστές ειρωνικά, ωστόσο ποτέ πανηγυρικά, όπως λ.χ. το θολοκουλτουριάρης.

  1. Άσε μας ρε ἐκσυγχρονιστή, εὐρωλιγούρη, ἐθνομηδενιστὴ καὶ πατριδοκτόνε, Νατοκεμαλιστή, τραπεζίτη παράσιτο καὶ Μνημονιολάτρη Βουνό. (Εδώ).

  2. Oι Ινδιάνοι Ζαπατίστας και οι ημέτεροι εθνομηδενιστές μπαχαλάκηδες (εδώ)

  3. Με την εμφάνιση του Μεταμοντερνισμού —αυτής της νέας επίθεσης στην ίδια την αντικειμενική αλήθεια, με την άρνηση γεγονότων ή περιστατικών χωριστά από τη γλώσσα ή το κείμενο, και την αντίληψη της ότι κάθε πραγματικότητα είναι κοινωνικά καθορισμένη — η Ελλάδα μας θεωρείται πια μια αυθαίρετη αφηρημένη έννοια. [...] Στην Ελλάδα αυτούς τους μεταμοντρένους φορείς ξενοκεντρικών πολυπολιτισμικών αντιλήψεων τους ονομάζουμε πλέον ως εθνομηδενιστές. (The poverty of multiculturalism)

  4. Κάθαρσις τοῦ κλήρου ἀπό κιναίδους καί ἐθνομηδενιστές. (Φίλοι της ελληνικής γροθιάς).

  5. Ειδικά το “τα ρούχα μου θα ράψω με δέρματα απ’αυτούς” παραπέμπει όχι στο… αρχαιοελληνικό μεγαλείου που ΚΑΜΩΝΟΝΤΑΙ ότι θαυμάζουν οι φασίστες, αλλά στους βάρβαρους Σκύθες που κάκιζε ο Ηρόδοτος. Ουπς! Ξαφνικά έγινε κι ο Ηρόδοτος εθνομηδενιστής και θολοκουλτουριάρης! Άντε τραβάτε στους νεοναζιστικούς σας βόθρους… (ειρωνική χρήση εδώ)

Δείγμα εθνομηδενισμού και το φίλες και φίλοι (από Khan, 08/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπέρμαχος του σχεδίου Ανάν για την Κύπρο. Ανήκει και στην δεξιά ιδιόλεκτο στην οποία συνηθίζεται να παρατίθεται παρατακτικώς μετά άλλων ύβρεων, λ.χ. «είσαι γνωστός θολοκουλτουριάρης, εθνομηδενιστής, ευρωλιγούρης, αποδομιστής και ανανιστής», αλλά όχι μόνο, λέγεται και από άλλους επικριτές του αμφιλεγόμενου σχεδίου Ανάν. Επίσης χρησιμοποιείται αρκετά στην μαρτυριάρικη, λ.χ. για να χαρακτηρίσει μερίδα του πολιτικού κόσμου. Προφ λογοπαίγνιο με τον αυνάνα, βλ. και κόφι αυνάν.

Συνώνυμο: μάρτυρας του Αυνάν (πλάκα κάνω!, ξένε μεταφραστή).

  1. Ακόμη και σήμερα, ένα βήμα πριν την επιβολή, απ’ τη Νέα Τάξη, της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης, την ανάγκη της οποίας τονίζει και ο ανανιστής πρωθυπουργός της κατεχόμενης Ελλάδας και πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, οι ιδέες παραμένουν το μεγαλύτερο όπλο της ανθρωπότητας. (Εδώ).

  2. είναι σταθερός, συνεπής και στοχοπροσηλωμένος στο 2004. Είναι ένας αδιόρθωτος «Ανανιστής» και όλα όσα λέγει περιστρέφονται γύρω από το Σχέδιο Ανάν. (Εδώ).

Περιοδικό που προδφέρεται για ανανισμό (από Vrastaman, 08/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified