Έκφραση συνώνυμη με το πουλάω παπά, πουλάω ιστορία, είμαι αεριτζής ένα πράμα.

Το εν λόγω τρίφυλλο, ουδεμία σχέση έχει με το γνωστό μπαφοτρίφυλλο, αλλά ούτε και με το σήμα της βαζελομάδαςαλογοτροφής». Είναι το τριφύλλι (ελνστ. τριφύλλιον, υποκορ. του αρχ. τρίφυλλον) και χρησιμοποιείται επί το πλείστον ως ζωοτροφή.

Πιθανή ετυμολογία: Ίσως όταν πρωτοχρησιμοποιήθηκε η συγκεκριμένη έκφραση (πιθανότατα σε κάποιο χωριό) να ήταν πολύ εύκολο να βρεθεί δωρεάν το τριφύλλι που χρειαζόταν ο εκάστοτε ζωοτρόφος για να ταΐσει τα ζωντανά του, άρα το να προσπαθεί κάποιος να του πουλήσει τρίφυλλο να σημαίνει πως τον περνάει για χαζό, πουλώντας του κάτι το οποίο μπορεί να βρει δωρεάν. Σαν να του πουλάς αέρα δηλαδή.

Επίσης πουλώντας σε κάποιον τρίφυλλο (δηλαδή ζωοτροφή) είναι σαν να τον περνάς για ζώο, να προσπαθείς να τον κοροϊδέψεις, να τον υποβαθμίζεις νοητικά ένα πράμα.

  1. - Σε ακούω τόση ώρα να μιλάς και μου φαίνεται πως μας περνάς για χαϊβάνια…
    - Γιατί ρε τι σας είπα;
    - Έλα ρε, τόση ώρα μας πουλάς τρίφυλλο λες και είμαστε βόδια…

  2. - Καλά ρε, δεν νιώθεις τι σε λέω τόση ώρα;
    - Δηλαδή αλήθεια το έφαγες το Λίλιαν;;;;
    - Ε τι λέμε ρε; Σε φαίνεται να σε πουλάω τρίφυλλο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βραστάρι ονομάζεται ένα ζεστό ρόφημα-αφέψημα που παρασκευάζεται με την προσθήκη, κάποιου βοτάνου σε βραστό νερό (εξ ου και η ονομασία). Πολλές φορές μαζί με τα βοτάνια προσθέτονται και άλλα συστατικά (π.χ. κανέλλα) δημιουργώντας έτσι άπειρες παραλλαγές βρασταριών. Το ακούμε συχνά στην Κρήτη αλλά όχι μόνο εκεί.

Προς αποφυγή οποιασδήποτε παρεξηγήσεως, οφείλω να διευκρινίσω πως η ονομασία ενός αφεψήματος σε βραστάρι δεν υπόκειται σε περιορισμούς όσο αφορά στο τι βότανο χρησιμοποιούμε - αρκεί να προστίθεται σε βραστό νερό. Για παράδειγμα, βραστάρι είναι και το πολύ κοινό σε όλους μας ρόφημα με χαμομήλι ή με τσάι αλλά και με φλούδες γκορτσιάς.

Αξίζει να σημειωθεί πως τα βραστάρια χρησιμοποιούνται κυρίως (όχι όμως και αναγκαστικά) ως φαρμακευτικά σκευάσματα (σίγουρα από αρχαιοτάτων χρόνων, δεν νομίζω όμως να ονομάζονταν έτσι από τότε), είτε για απλά θέματα όπως ο κοιλόπονος (π.χ. τσάι) και η δυσκοιλιότητα (ράμνος και λιναρόσπορος) είτε για πιο πολύπλοκα όπως η χοληστερίνη (φλούδες γκορτσιάς). Περισσότερες πληροφορίες εδώ εκεί και (κυρίως για τους κρητικούς) παραπέρα.

Να σημειώσω επίσης πως εδώ διαχωρίζεται κάπως το βραστάρι με το αφέψημα αναφέροντας τα σαν να είναι διαφορετικά πράγματα. Για να είμαι ειλικρινής, δεν μπορώ να καταλάβω κάποια διαφορά αλλά το παραθέτω ως αντικείμενο προβληματισμού.

  1. το ταχίνι το βάζω όταν κάνω βραστάρι δηλ. σε κάνα τσαγάκι αντί για μέλι ή πάνω στο φρέσκο ψωμί, δεν τρελαίνομαι όμως... (από εδώ).

  2. Ήταν ιδανική για κομπρέσες αλλά και για το παραδοσιακό βραστάρι (ρόφημα φασκόμηλου με λίγη καυτερή πιπεριά, σούμα και ελάχιστη ζάχαρη), το οποίο ανακούφιζε από τα σοβαρά κρυολογήματα του χειμώνα. (Από εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη που αποτελείται από τις λέξεις σκεμπές και κοιλιακοί. Παρότι ο σκεμπές είναι ένας, δεν συνηθίζεται να λέμε σκεμπεδιακός, γιατί μάλλον δεν είναι και τόσο εύηχο.

Υπάρχουν βεβαίως βεβαίως και οι μπυροκοιλιακοί ή αλλιώς μπυριακοί, αλλά αυτές οι λέξεις περιορίζονται στον χαρακτηρισμό εμπυρογνωμόνων Μπυρακλίδων μπυροκοιλιάδων.

Αντιθέτως, σκεμπεδιακούς έχουν πολλών λογιών άνθρωποι: βοθροκοίλιδες, σαπιοκοιλιάδες, αρκούδες, liposan, αβοκάντα, μπλαμούτσες, φώκιες, μπουρέκλες, ιπποπόταμοι και λοιπά κινητά χασάπικα που βαριέμαι να κάτσω να κάνω γου ταγκ (γιατί είναι και πολλά, μιας και εδώ έχουμε τιμήσει υπέρ του δέοντος όλους τους συμπαθείς εύχοντρους.

Βέβαια δεν χρειάζεται να είσαι και κρεοπωλείο η αφθονία για να έχεις σκεμπεδιακούς. Μπορεί να έχεις φυσιολογική σωματοδομή, απλά με πιο ενισχυμένη την σκεμπεδιακή χώρα. Κοινώς, αν δεν χτίζεις κοιλιακούς (με την καλή έννοια όμως) ή δεν είσαι καμιά κοκκαλοσακούλα, τότε σίγουρα είσαι ένας από εμάς (;).

Μην ξεχνάμε πως δεν είναι και λίγες οι γυναίκες που υποστηρίζουν πως αν ο άντρας δεν έχει και λίγη κοιλιά δεν λέει… (εκτός και αν αυτό είναι αστικός μύθος που έβγαλαν στην φόρα «χαρούμενα διαμορφωμένοι» άνδρες).

Αντιθέτως με τους παραπάνω χαρακτηρισμούς χρησιμοποιείται πολύ και αυτοσαρκαστικά.

- Καλά, δεν βαρέθηκες κάθε μέρα γυμναστήριο;
- Τι να κάνω ρε; Καλοκαίρι έρχεται, χτίζω κοιλιακούς για την παραλία…
- Γυμναστήρια και μαλακίες… και εγώ που είμαι κάθε μέρα στα κοψίδια μια χαρά κοιλιακούς έχω…
- Τι έχεις είπαμε;
- Εεεεε, νταξ τι κοιλιακοί ,τι σκεμπεδιακοί μωρέ… κλάιν...

(από euripidisk, 10/04/10)(από euripidisk, 10/04/10)Η θεωρία καταρρέει οι χοντροί είναι οι ωραίοι (από euripidisk, 10/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση προερχόμενη από τα χαρτοπαίγνια που έχει διπλή++ χρησιμότητα.

Στην συνηθισμένη και κοινώς παραδεχόμενη εκδοχή χρησιμοποιείται όταν τελειώσει μία παρτίδα και ξεκινάει η επόμενη (συνήθως προηγείται και ανακάτωμα των φύλλων).

Επίσης, λέγεται όταν υποψιαστούμε ότι στο τραπέζι υπάρχουν μπαμπέσηδες και ετοιμάζουν κομπίνα, γιατί αν δεν την σακουλευτείς και σ' αδικήσει ο κατής, σε ποιον θα πας να δικαστείς ;

Χρησιμοποιείται και από γκρινιάρηδες, που είτε έχουν τα βυζιά στην πλάτη, είτε κατούρησαν σε πηγάδι και συνεχώς τραβάν παπά από δώδεκα, μπας και τους γυρίσει το φύλλο.*

Στην τελική μπορεί να φταίει και η πουτάνα η τράπουλα!!! βρε αδερφέ.*

**(Σημείωση:οι δύο τελευταίες περιπτώσεις είναι πιθανές μόνο σε φιλικές παρτίδες, γιατί αν παίζουν γκαφρά ξεχάστε το).*

H σλανγκική εκδοχή είναι συνώνυμη με το σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα .

Το λέμε όταν κάποιος είτε μας λέει μπαρμπούτσαλα, είτε μας τα 'χει κάνει μυθιστόρημα με ακατανόητες παπαρολογίες (έχοντας αγνοήσει τις συνεχόμενές μας εκκλήσεις να τα σπάσει σε κέρματα, να τα κάνει ρώγες ή πενηνταράκια) μπας και νιώσουμε επιτέλους τι στον εωσφόρο θέλει να μας πεί.

  1. Καλά για μαλάκες μας περνάς; για κόψε και ξαναμοίρασε γιατί συνέχεια με φλός βγαίνεις

  2. Κόψε και ξαναμοίρασε μπας και γυρίσει το φύλλο γιατί... γάματα...

  3. Και όπα! αυτό εντός της παρενθέσεως δεν το έπιασα ακριβώς; Για κόψε και ξαναμοίρασε... άκου κύριος ο Αναστασιάδης... (Από το oprenbar.blogspot.com/)

  4. Μα γίνεται εγκράτεια δίχως Σάκη στην τηλεόραση και χωρίς Θεοφάνους στα μπλόγκ; Χλωμό το βλέπω, Βάσω. Οπότε, κόψε και ξαναμοίρασε. (Από το topontiki.gr/articles/view/3582)

  5. Μια ώρα μιλάς και με έκανες το μυαλό μαρμελάδα. Χριστό δεν κατάλαβα. Κόψε και ξαναμοίρασε.

(από euripidisk, 17/03/10)(από euripidisk, 17/03/10)(από euripidisk, 17/03/10)(από euripidisk, 17/03/10)(από euripidisk, 17/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μανάβικα λέμε τα «καταστήματα» στα οποία έχει τα γνωστά και μη εξαιρετέα φρουτάκια (slot machines). Για να μην γίνει το λήμμα σεντόνι, η ιστορία τους εδώ.

Ο λόγος μάλλον προφανής αλλά για την ιστορία ας πω πως τα περισσότερα σύμβολα που υπάρχουν στους κουλοχέρηδες είναι συνήθως κεράσια, λεμόνια κτλ. Ο ιδιοκτήτης του ευαγούς ιδρύματος ονομάζεται πώς αλλιώς; Μανάβης.

Χρησιμοποιείται επίσης και όρος μαναβική αλλά δεν είμαι σίγουρος για το τι ακριβώς χαρακτηρίζει.

  1. Θέλεις ν'ανοίξεις μανάβικο;(δηλ. μαγαζί με φρουτάκια;). εδώ

  2. Οι δημοσιογράφοι πίεσαν τον κ. Γεωργακόπουλο θυμίζοντας του την περίοδο που τα φρουτάκια ήταν ελεύθερα αλλά αυτός δεσμεύτηκε ότι σε καμία περίπτωση δεν θα επιτραπούν και πάλι τα τυχερά παιχνίδια…Θα ήταν ντροπή να ξαναγίνει η Ελλάδα ένα «Μανάβικο» από το ΠΑΣΟΚ. Να θυμίσω ότι στελέχη της σημερινής κυβέρνησης ήταν που πρώτα είχαν αντιδράσει σε σχέδια επαναφοράς τον κουλοχέρηδων . εδώ

  3. Στο φως το ελληνικό «μανάβικο». «Δεμένα τα χέρια μας με τα μηχανάκια ... Μικρές περιουσίες χάνονται εδώ και χρόνια στα «φρουτάκια» που μπορεί να βρει κανείς ... εδώ

(από euripidisk, 08/06/10)(από euripidisk, 08/06/10)(από euripidisk, 08/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που ακούστηκε στην ελληνική ταινία του 1969 «Το θύμα» από τον ηθοποιό Νίκο Τσούκα. Υποδυόταν, για όσους δεν το ενθυμούνται, έναν ανθυποτεράστιο στιχουργό (λέμε τώρα) σκυλοσουξεδίων και απαριθμούσε τον αριθμό των δίσκων που πουλούσε η κάθε σουξεδάρα του, για να ψήσει τον Βουτσά να ρίξει γκαφρά για τον καινούργιο δίσκο που ετοίμαζαν.

Ενδεικτικά τα άσματα:

  • «Κατηραμένη κενωνία» - 80 χιλιάδες δίσκοι
  • «Χάρος» - 100 χιλιάδες δίσκοι
  • «Γιαλελέλι γιαλελέλι θα το κάψω το αμπέλι» - 60 χιλιάδες δίσκοι
  • και το γνωστό και μη εξαιρετέο του μηδιού παρακάτω - 300 χιλιάδες δίσκοι και περιπλέον

    Από τους σλάνγκους χρησιμοποιείται ουχί βεβαίως για να απαριθμήσει τα πόσα τσεντέ πούλησε ΟΣάκηςΟΡουβάς, ο Πάριος ή ο κάθε νταλάρας, αλλά για να δώσει σπέκια στα λεγόμενα ή πράξεις κάποιου, απαριθμώντας έτσι σε δίσκους την επιτυχία αυτού που έκανε / είπε, ή για να δηλώσει πως κάτι δεν υπάρχει, τα σπάει, δηλαδής γαμάει και δέρνει ένα πράμα (Παρ. 1).

Ενίοτε λέγεται και με ειρωνικό τρόπο (Παρ. 2).

Η χρησιμοποίηση αριθμού μπροστά από τους «δίσκους» δεν είναι υποχρεωτική, μπορεί να ειπωθεί απλά «είναι για πολλές χιλιάδες δίσκους».

Εναλλακτικά λέμε και το «είναι πολλά χρόνια μπροστά» και το «για πόσα λεφτά είναι τούτος ρε;»

  1. - Ρε τό 'δες το λήμμα που ανέβασε προψές ο Μπάμπης; ‘Ίσα με 50 χιλιάδες δίσκοι και περιπλέον βαράει το παλικάρι. Δεν υπάρχει σε λέω ο άνθρωπας.

  2. - Άκου καρντά ανεκδοτάκι, καινούργιο σε λέω...
    - Άντε πε, μόνο μην είναι μαλακία…
    - Λοιπόν, τι κοινό έχει ένα πρόβατο και ένα γραμματοκιβώτιο;
    - Έλα μου ντε, τι;
    - Και τα δύο δεν οδηγούν τρακτέρ!!!!
    - Καλά ρε %$@#@#$, πλάκα με κάνεις;;; - Ε τι ρε, δεν σε άρεσε; Αφού τα σπάει ρε… - Ναι ξέρω... Είναι για πολλές χιλιάδες δίσκους… ΜΑΛΑΚΑ!

και το εν λόγο απόσπασμα... (από euripidisk, 07/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενίοτε εργοταξιακός ή και ναυτικός-βαπορίσιος (ανάλογα με το πού βρίσκεσαι).

Δεν διαφέρει σε τίποτα με τον κανονικό στιγμιαίο καφέ, νες ή φραπέ (δεν ισχύει για άλλου είδους καφέδες), παρά μόνο στον τρόπο ανακατέματος-χτυπήματος. Κοινώς, είσαι στην οικοδομή, δεν παίζει να κουβαλήσεις μαζί σου μιξεράκι και η γυναίκα σου ξέχασε να σου βάλει το σέικερ. Δεν πίνεις καφέ; Όχι βεβαίως. Παίρνεις δυο πλαστικά ποτηράκια, ε του πούστη, κάπου θα βρεις, και ρίχνεις τον καφέ με το νερό από το ένα ποτήρι στο άλλο (αρκετές φορές) καταφέρνοντας έτσι την τέλεια, λέμε τώρα, ανάμιξη. Βέβαια να μην περιμένουμε να κάνει και ΤΟΝ αφρό, μην το χέσουμε κιόλας, αλλά από τον αχτύπητο είναι καλύτερος.

Η ετυμολογία θαρρώ είναι αυτονόητη.

Ρε πούστη μου πάλι ξέχασα το σέικερ, έχει κανένας ποτήρια να κάνουμε κανένα οικοδομικό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντίστοιχο με το την σακουλεύτηκα / σακουλεύομαι.

Το αν το «την τσουβαλεύτηκα» και «την σακουλεύτηκα» έχουν εντελώς ταυτόσημες ή λίγο διαφορετικές έννοιες είναι λίγο διφορούμενο. Ρεμπετολάγνοι γλωσσολόγοι έχουν εντρυφήσει πάνω στο θέμα εδώ και εκείκαι μάλλον επικρατεί η άποψη πως το «την τσουβαλεύτηκα» σημαίνει πως την «κατάλαβα» την δουλειά, ενώ το «την σακουλεύτηκα» πως την διαισθάνομαι-ψυλλιάζομαιι (λίγο πιο αόριστο δηλαδή), πράγμα που ακούγεται και αρκετά λογικό, αν αναλογιστούμε το μέγεθος του τσουβαλιού και της σακούλας (όσο να 'ναι το τσουβάλι χωράει περισσότερη «γνώση»).

Γεγονός είναι πάντως πως το «σακουλεύομαι» χρησιμοποιείται αρκετά ακόμα και στις μέρες μας, ενώ το «τσουβαλεύομαι» όχι (ίσως να είναι και λίγο κακόηχη σαν λέξη).

Πάντως το καθήκον μου να καταγράψω μια λέξη που τείνει να εξαφανιστεί, το έκανα.

Βαμβακάρης, «Κολπατζού»:

«...Κι αφού με σακουλεύεσαι τι θες να 'σαι μαζί μου,
κι αφού δεν τσουβαλιάζεσαι άλλον να βρεις μικρή μου.
Κι αφού δεν τσουβαλιάζεσαι άλλον να βρεις μικρή μου,
κι αφού με σακουλεύεσαι τι θες να 'σαι μαζί μου...»

Α. Νικολαΐδης, «Την ζούλα μου ανακάλυψαν»:

«Δυο και δυο και άλλα δυο και δυο κ οχτώ δεκάξι
πρέπει να την σακουλευτείς / τσουβαλιαστείς μάγκα δεν είσαι εντάξει». (Στο 1ο και 3ο ρεφρέν λέει σακουλευτείς και στο 2ο τσουβαλιαστείς, άκου στο μήδι).

άλα της ο Απόστολας... (από euripidisk, 07/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο της λέξεως «χάος». Κυρίως το συναντάμε στο α’ ενικό του αορίστου - χαώθηκα - και περιγράφει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το μυαλό κάποιου όταν βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση, όταν τα έχει παντελώς χαμένα.

Είναι σαν ένα βαριάς μορφής βλακ άουτ και δεν πρέπει να συγχέεται με πιο«λάιτ» εκφράσεις όπως: βάρεσα τιλτ, βάρεσα μπιέλα ή χτύπησα στρόφαλο.

Ενίοτε ως παρεμφερές του έμεινα μαλάκας ή του έμεινα κάγκελο.

(Από ό,τι φαίνεται παρακάτω, χρησιμοποιείται πολύ από ατονιστές)

  1. Οταν συνειδητοποιησα τι σημαινουν αυτα το νουμερα χαωθηκα. Μαζι με την Τουρκια εχουμε κατι λιγοτερο απο το ενα δεκατο της παγκοσμιας πελατειας οπλων. Κατι λιγοτερο απο το ενα δεκατο!! από εδώ

  2. Σκεφτομουν το Shimano Nexus 8, αλλα ειδα οτι βγαινει σε 200 διαφορετικες εκδοσεις και χαωθηκα. Απόεδώ

  3. Πλατιασα λιγο ειναι η αληθεια και ισως χαωθηκα. Παντως για να συνοψισω λιγο… από εδώ

  4. - Τι έγινε χθες με την Λίλιαν; Το έφαγες το γκομενάκι;
    - Άσε με μωρέ με την μισοπαρθένα...
    - Γιατί ρε, τι έγινε;
    - Ούτε που κατάλαβα ρε. Δεν πρόλαβα να της πιάσω το μπούτι καλά καλά και με άρχισε κάτι γιαλομιές
    - Ε και μετά;
    - Τι μετά ρε μαλάκα; Αφού με χάωσε τελείως σε λέω, καθόμουν και την κοίταγα σαν το χαϊβάνι μπας και σταματήσει ή μπας και καταλάβω τουλάστιχον τι λέει, αλλά αρκίδια!

(από euripidisk, 17/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψηλόφτερες ονομάζονται οι μοτοσυκλέτες οι οποίες είτε προορίζονται για καθαρή χρήση στο χώμα (εντούρο – μοτοκρός), είτε έχουν χωματερό χαρακτήρα (ψευδοεντούρο και κάποια on-off), ενώ ψηλόφτεροι οι αναβάτες τους.

Σε αυτές τις μοτοσυκλέτες, το εμπρός φτερό (λασπωτήρας) δεν βρίσκεται, όπως σε όλες τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες, 3-4 εκατοστά πάνω από τον τροχό, αλλά αισθητά ψηλότερα. Λόγος; Ο εξής: επειδή προορίζονται για χρήση στο χώμα-βουνό (και κυρίως κατά την χειμερινή περίοδο που λόγω των βροχών το χώμα είναι πιο μαλακό), πράγμα που πολλές φορές συνεπάγεται αρκετή, έως και πάρα πολύ λάσπη, εάν το φτερό ήταν «χαμηλά» η λάσπη θα «χτιζόταν» από κάτω και, μόλις θα ξεραινόταν, είτε απλά θα έτριβε το ελαστικό ή και στην χειρότερη θα μπορούσε να μπλοκάρει τον τροχό.

Λοιπον.. φιλοι μου οπως οι περισσοτεροι απο εδω γνωρίζετε.. τελικα ανεβηκα κατηγορια και μαλιστα εγινα ψηλοφτερος χωματινος.. εδώ

ετσι πρεπει! ο ψηλοφτερος μονο με βροχη και λασπη βγαινει! ειναι ενα πραγμα σαν τα σαλιγκαρια! εδώ

Μαουνα το ΤΑακι αλλα μπορει να παει σχεδον παντου οπου πανε και τα ελαφρα ψηλοφτερα ;) Και οχι απλα να περασει αλλα να παει εντουραδικα και να δωσει ευχαριστηση στον αναβατη ;D
εδώ

(από euripidisk, 13/09/12)(από euripidisk, 13/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified