Μου ήρθε φλασιά: ξαφνικά θυμήθηκα.

- Έψαχνα όλο το σπίτι για να βρώ τα κλειδιά και στο τέλος έφαγα φλασιά ότι τα είχα στην τσέπη του μπουφάν μου.

(από Khan, 20/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φαλακρός.

Κοίτα τον καμπριολέ που το παιζει και νέος με τη Μερσεντές!

Got a better definition? Add it!

Published

Η γυναίκα με το μεγάλο στήθος. Τιμής ένεκεν στην Πάμελα Άντερσον του Baywatch.

Κοίτα την Πάμελα στη δίπλα ξαπλώστρα! Με το ζόρι τη χωράει το μαγιό από πάνω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άμεσα, απότομα, χωρίς πολλή σκέψη.

Χτές ο Γιάννης πήγε και την έπεσε στη ψύχρα στη barwoman.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καψόνι στο στρατό όπου βάζουν φωτιά σε χαρτάκι που έχει τοποθετηθεί ανάμεσα στα δάκτυλα των ποδιών του φαντάρου που κοιμάται.

Καλά χτες έκαναν πυροφάνι στον νέο και μας άκουσε όλο το στρατόπεδο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το κωλύομαι (δυσκολεύομαι), χρησιμοποιείται στον στρατό για να δείξει ότι κάποιος κάνει πολλές υπηρεσίες και γενικά δυσκολεύεται πολύ.

Καλά χτες τα είδα όλα κωλυόμενα! Από τα μαγειρεία στη σκοπιά και το βράδυ περίπολος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον στρατό: Αριθμός Στρατολογικού Μητρώου.

Όταν 2 στρατιώτες π.χ. έχουν το ίδιο ΑΣΜ, είναι από την ίδια περιοχή.

Ρε ασιμάκι και εσύ απο Εύοσμο είσαι; Πού πήγες σχολείο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το έμβλημα με το φίδι του Ασκληπιού που φοράνε οι γιατροί της μονάδας.

Επειδή δεν κανουν υπηρεσίες και γενικά δεν κουράζονται, το έμβλημα αυτό ειναι αντικείμενο πειράγματος και χαβαλέ καθώς παραπέμπει στο «φίδι».

-Ρε γιατρέ εσύ δε κάνεις καμιά υπηρεσία; -Τρελός είσαι; Δε τα βλέπεις τα φιδόσημα που φοράω;

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόσταγμα αξιωματικού σε στρατιώτη να αρχίσει τις κάμψεις.

Πέσε και Παίρνε.

Γεωργίου! Πε και Παι! 50 φορές! Ξεκίνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον στρατό σημαίνει στην εντέλεια.

- Κοίτα κρεβάτι που έστρωσα! Ουτε μία ζάρα. Τζετέ το έκανα για την επιθεώρηση.

Βλ. και τζετ, τέφα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified