Ο νεροσταλλάκτης (υδρορροή) στο κάτω μέρος ενος ξύλινου παραθύρου. Έχει εκλείψει πλέον.

-Δεν θα πιστέψεις τι έπαθε ο Μάκης. Έσκαβε πίσω στο κήπο και ξεκόλλησε το μπουγιουντρούκι απ' το παράθυρο του πάνω ορόφου και του 'σκασε στο κεφάλι.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο καταφερτζής, ο πονηρός γενικότερα.

Πρόκειται για όρο του υπόκοσμου.

- Ο Μάκης; Γνωστός ακριδάτος στην πιάτσα. Έχει αδειάσει ολόκληρη πολυκατοικία μόνος του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που ξεκίνησε να ακούγεται τη δεκαετία του '60 στην Ελλάδα χαρακτηρίζοντας τους νεαρούς με ατημέλητο κούρεμα που άκουγαν Beatles, Rolling Stones και λοιπά ροκ εν ρολ συγκροτήματα οι στίχοι των οποίων περιείχαν σε υπερβολικές δόσεις τη λέξη «yeah».

Οι περισσότερες Ελληνικές κωμωδίες της δεκαετίας του '60-'70 περιέχουν από μια τουλάχιστον αναφορά στους γιεγιέδες.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτοκίνητο στο οποίο ο ιδιοκτήτης έχει προβεί σε αλλαγή αμορτισέρ και ελατηρίων με αποτέλεσμα την υπερβολική μείωση της απόστασής του από το έδαφος.

Κατα πολλούς το «χαμήλωμα» αυτό αξίζει μιας και προσθέτει μια πιο επιθετική χροιά στην εμφάνιση του αυτοκινήτου, παρά τους κινδύνους που εμπεριέχει (στήσιμο, λακούβες κ.λ.π.).

- Το είδες το Σιβίκ του Μάκη; Του πέταξε σετάκι Koni πάνω με 6ποντα ελατήρια, μιλάμε για τρελό σαυρίδι το αμάξι!

Βλ. και σαύρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι διαρροϊκές κενώσεις, γνωστές και ως ευκοίλια.

-Σε πείραξε κι εσένα το φαΐ χτες;
-Γάμησέ τα, με τάραξε στο τσιρλονέρι, στη χέστρα την έβγαλα όλη τη νύχτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αποθήκη κλοπιμαίων ή ναρκωτικών.

Πλέον η λέξη χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει αντικείμενο/-α τα οποία απέκτησε κάποιος τσάμπα ή με «ύποπτο» τρόπο.

- Γαμάτος αναπτήρας! Πού τον βρήκες ρε λαμόγιο;
- Είναι καβάντζα από ένα ξενοδοχείο όπου έμεινα το καλοκαίρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερβολικά γκομενιάρης, αυτός που το μόνο που σκέφτεται όλο το 24ωρο ειναι οι γυναίκες.

-Την είδες την καινούργια του Μάκη;
-Καινούργια; Πότε πρόλαβε ο πούστης;
-Αφού τον ξέρεις ρε, ειναι τρελός μουνάκιας!

Βλ. και φούστης.

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόστυχος χαρακτηρισμός για το αιδοίο.

Υπονοείται πως η φέρουσα το αιδοίο ειναι εύκολη γυναίκα, με μεγάλη εμπειρία στο σεξ και ωσεκτουτού το όργανο ειναι υπερβολικά διεσταλμένο.

Όχι καπότα, σαμπρέλα χρειάζομαι για να το βάλω στη χοάνη σου μωρή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων σύφιλη ή άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, ο βρωμιάρης.

-Και τι έγινε, την πήδηξες τελικά ή μπα;
-Πλάκα κάνεις; Θα μαραινόταν η ψωλή μου με την παλιοσυφιλιάρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Βρισιά (μπινελίκι) το οποίο περιέχει αναφορά στα Θεία.

Ταμπού για κάποιους, αναπόσπαστο κομμάτι του καθημερινού λεξιλογίου για άλλους.

-Έλεος ρε πούστη μου, τι διαιτησία ειναι αυτή γαμώ το Χριστό μου!
-Άραξε ρε φίλε, όχι γαμοσταυρίδια με το παραμικρό!

(από joe909, 11/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified