«Εγώ είμαι εργατόπαιδο κι εσύ της Νομικής»: στίχος από παλιό λαλά. Σε αυτό και καλούα ο τζες είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου ένας ταπεινός και καταφρονεμένος, που τόλμησε και σήκωσε το βλέμμα του στην διανοούμενη δικηγόρα-του-μπι, που το μόνο που την νοιάζει είναι τα μαθήματά της. Έχει ελπίδες μαζί της ο Βαγγέλης από την Ελευσίνα (λέμε τώρα) με τα χέρια λερωμένα από τα φτωχά πλην τίμια γράσα; Ούτε καν.

Σε μια κουβέντα ή κατάσταση όπου ο ένας στριμώχνεται, η επίκληση της ασυμβατότητας των συνομιλητών (υπαρκτή ή φανταστική) έχει ως στόχο να περάσει στο ντούκου το ότι ουσιαστικά βγήκε μαλάκας. Αυτό βέβαια επιτυγχάνεται με την απαξίωση του θέματος, αλλά και του άλλου που, μέχρι εκείνη την ώρα, έχει το πάνω χέρι στη συζήτηση ή γενικώς.

Η υφέρπουσα κλάψα σε φάση «τι να κάνουμε κύριε, ασφαλώς και έχεις δίκιο πράγμα που ήταν αναμενόμενο γιατί εσύ είσαι ανώτερος μορφωτικά ενώ εγώ δεν ξέρω από επιστήμες συνεπώς η τάξη των πραγμάτων διατηρείται», είναι απλά για ξεκάρφωμα. Στην πραγματικότητα υπερισχύει η έννοια του «δεν μας νοιάζει που έχεις δίκιο, δεν είσαι ένας από μας, είσαι από τους άλλους, τους μορφωμένους, να πα να κάνεις παρέα με το σινάφι σου, εδώ δε σε θέλουμε, χχχκ φτου, και που πιάσαμε κουβέντα μαζί σου χατήρι σου κάναμε, που θα μας βγάλεις και ψεύτες».

Λέγεται και σε μη δικηγόρους. Προφ :P

Ο Κανέλος που (δεν) αγάπησε τη Λουλού, συνέντευξη στο indymedia: Σιγά μην ερωτευόμουν εγώ -ο αλανιάρης- τη λουλού! Γιατί εγώ είμ' εργατόπαιδο κι εσύ της Νομικής, ρε Λουλού... Το ξέρω πως δεν φταις εσύ που γεννήθηκες έτσι. Ούτε και η Τσέσικα Ράμπιτ έφταιγε που ήταν μοιραία. Έτσι την σχεδίασαν. Αλλά είμαστε διαφορετικοί, ρε συ Λουλού, και ως εκ τούτου ασύμβατοι. Πώς λέει το άζμα: Εγώ είμ' ένα Μάκιντος, κι εσύ ένα PC, γι' αυτό είμαστ' ασύμβατοι, μωρό μου εγώ κι εσύ!

Ποια είναι η Μάρα βρε παιδιά μου:
Αυτοί είναι «εργατόπαιδα» και αυτή της Νομικής... Έτσι δεν είπε χθες η κυρία Μάρα;; Επειδή είναι της Νομικής (μαύρα μεσάνυχτα έχει) «Το ΠΑΣΟΚ πρέπει ν' αποδείξει ότι στη Βουλή έγινε νοθεία»!!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για αυτό που λέμε τούμπανο με την πρησμένη έννοια. Με άλλα λόγια το πρήσκαλο είναι το αποτέλεσμα διόγκωσης, φουσκώματος, γενικώς.

Η χαρακτηριστική και σχετικά συχνή χρήση κάτω από τ' αυλάκι τ. «έγινα πρήσκαλο» έχει εφαρμογή κυρίως σε περιπτώσεις στομαχιών που έχουν τουμπανιάσει από τις τρελές μάσες του ελέους. (Παράδειγμα 1).

Εκτός αυτής της χρήσης μπορεί να αναφέρεται και σε πρηξίματα γενικώς, από διαστρέμματα, τσιμπήματα εντόμων, αναβόλες κλπ. (Παράδειγμα 2).

Οι αναφορές στο γούγλε ελάχιστες, παρόλα αυτά σε σοβαρότατο άρθρο εδώ το πρήσκαλο αναφέρεται ότι ετυμολογικά έχει συγγένεια με το άγουρο σύκο με την έννοια της φούσκας ή κάτι, πάτε να δείτε.

  1. Μανούλα: Να σου βάλω και λίγο χαλβά αγόρι μου, μου άρπαξε λιγάκι γιατί είχα στο νου μου το μπακλαβά στο φούρνο και τη χύτρα με το μοσχαράκι κοκκινιστό, ευτυχώς είχα ετοιμάσει από χτες το αρνάκι με τις πατάτες και το φρικασέ γιατί σήμερα, είχα να κόψω και τέσσερις σαλάτες, δε θα προλάβαινα να σας ταΐσω πέντε άτομα...
    Γιόκας: Τελέρε μάνα, δεν αντέχω ούτε πηρουνιά, δε βλέπεις την κοιλιά μου πρήσκαλο... Μαγείρεψες για ένα στρατό πάλι!
    Μανούλα: Τι λες αγόρι μου, θα έρθει το παιδί μου σπίτι, η νυφούλα μου (σ.ς. χχχχκ φτου η ξένη η γαϊδούρα ούτε ένα ποτήρι δεν κουβάλησε), το εγγονάκι μου, και θα σας βγάλω μακαρόνια με κιμά (σ.ς. σαν τη συμπεθέρα τη σκατοτσιφούτα);
    Γιόκας, νυφούλα, εγγονάκι: Μπερπ!.

  2. -Ρε μαλάκα τι κουνούπια είναι αυτά που έχετε εδώ πέρα, μεταλλαγμένα είναι; Φακ! Με τσίμπησε ένα και κοίτα πώς έχει γίνει το χέρι μου πρήσκαλο!
    -Ου ρε μπούλη, σου τσίμπησε το χεράκι ο κουνούπαρος, μπουχουχού, είσαι εσύ να πας και ειδικές δυνάμεις τρομάρα σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια απ' αυτές τις λέξεις που πρόλαβαν άλλοι, αλλά που δεν τις λες και δόκιμες (αν δεν ήσουν η Σαπφώ, δε θα λεγες «αφεντικό έχουμε πρεμούρα;», θα 'λεγες πχ «το θέμα αποτελεί προτεραιότητα;» ή κάτι τέτοιο) - θυσιάζομαι λοιπόν για το καλό της επιστήμης και την πληρότητα του σλανγκρ.

Πρεμούρα λοιπόν (από το ιταλικό premura = βιασύνη) είναι:

  1. Σε φάση «με πιάνει πρεμούρα»:
  • Η υπερβολική βιασύνη, η ανυπομονησία, η ένταση και τσίτα λόγω έλλειψης χρόνου. Σαν να λέμε, με έχει πιάσει τώρα (συνήθως σε πιάνει ξαφνικά αυτό το πράμα) και θέλω άμεσα να φύγω / να τρέξω / να πάρω αυτό που θέλω, τώρα θέλω όχι τώρα, τώρα..
  • Η τρελή επιθυμία, η ασυγκράτητη λαχτάρα, τ. «το θέλω, τελεία και παύλα».

    1. Σε φάση «παθαίνω πρεμούρα»: παθαίνω σοκ / κολούμπρα / ζημιά / τραμπάκουλο.

Τα κάλυψα;

  1. Εδώ: Μην περιμένετε υπερ-ψαγμένες αμπελοφιλοσοφίες: απλές καθημερινές καταστάσεις που λίγο-πολύ έχουμε βιώσει όλοι. Η πρεμούρα πριν το πρώτο ραντεβού, η αβεβαιότητα του αν θα σε ξαναπάρει τηλέφωνο μετά την πρώτη φορά, ο έρωτας, ο ενθουσιασμός, ο γάμος, ο έγγαμος βίος, στιγμές πλήξης, τρόποι για να ανανεώσεις το ενδιαφέρον, η «δραματικότητα» του χωρισμού.

  2. Εδώ: Απο την στιγμή που αντελήφθη τί πράγματι πολιτική ιδεολογία έχω, έπαθε πρεμούρα και τραμπακουλο........

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τι να πει κανείς μετά το αδερφικό διαγαλαξιακό «φιλούρες» που τα περικλείει όλα, ή σχεδόν... Το λήμμα εισηγήθηκε στο ΔΠ ο Χαν, που του το θύμισε η Iron, που μάλλον το 'χει συνδέσει με μένα κλπ, σο δεν θα το αφήσω αυτό το κενό, θα το συμπληρώσω ως οφείλω.

Μουάτς είναι ήχος φιλιού. Χαριτωμενιά που φέρνει σε ήχο μικυμάου που λέει και ο λημματοδότης. Όπως και το ματς και το μουτς, είναι η γραπτή έκφραση αυτού του φιλιού... του σκαστού που λέμε, χωρίς πολλά σάλια, γλυψίματα και αηδίες, μουάτς στο μαγουλάκι, στο χειλάκι, όπου να 'ναι, επιφανειακό και παιχνιδιάρικο. Εμπεριέχει ένταση και σβουριχτότητα, εν αντιθέσει με το ήσυχο μάκια, που εκφράζει το απαλό και βελούδινο άγγιγμα των χειλιών στην επιφάνεια προς φίληση.

Αναφορές γούγλε γούγλε: μουάτς (3.260), μουατς (μήπως εννοείτε μουτς - 4.410), mouats (από Ελλάδα - 2.370). Συμπέρασμα: ο κόσμος στο νετ φιλάει και φιλιέται και χρειάζεται λήμματα για να καλύψουν αυτή του την ανάγκη.

spirit69: ΗΤΑΝ ΥΠΕΡΟΧΑ !!!!! Μουάτς μουτς !!!! Μάκια μάκια αστεράκι μου !!!! ***

Cleopatra είπε... Zouzouna mou....Megalwnei to koritsaki sas!Dwstis ena filaki mouats!

maggie[...]: poli oreo tragoudaki mairoula mou!!! na ste panta eutixismenoi giati sas aksizei!!! mouats! Mairy [...]: maggoulina eisai mia glukaaaaaaa!!!!!!!!!!!!! na sai kala k esu zouzounaaaaaaa!!!!!!! mouats mouats mouats

(από electron, 30/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταξύ λοιπών λεξικογραφημένων εξηγήσεων του «πόντος» περιλαμβάνεται και τούτη: μικρή θηλιά που γίνεται με τη βελόνα στο πλέξιμο ή με μηχανικό τρόπο - μεγάλη επιστήμη το πλέξιμο της κάλτσας...

Σιγά μη σου φύγει πόντος: Το να σου φύγει πόντος από το καλσόν (να λυθεί / κοπεί το κομπάκι και να χαθεί η συνέχεια της ύφανσης) είναι ένα φριχτό πράμα, γιατί δεν μπορεί να 'χεις ντυθεί, να 'χεις βαφτεί, να 'χεις γίνει μια θεά και να καταλήξεις να τριγυρνάς σαν τη δευτεράτζα με την τρούπα (π.χ. μήδι), σο πρέπει να βρεις να αλλάξεις επειγόντως. Ωωωω απελπισία (προφ μιλάμε για απελπισία του κώλου, σιγά το πρόβλημα τώρα, χεστηκαμέτε, ας κουβαλούσες καβάτζα καλσόν στην τελική να μη μας ζαλίζεις τον πέοντα / το μουνί).

Το «σιγά μη σου φύγει κανας πόντος» προέρχεται από την απόγνωση που κάθε γυναίκα που φοράει φούστα έχει αισθανθεί κάποτε, για ένα θέμα όμως που αντικειμενικά δεν είναι σοβαρό. Σαν να λέμε: «όπα ρε μεγάλε, τι κλαις, τι κοπανιέσαι, η κατάσταση είναι αντίστοιχη του να σου φύγει πόντος από το καλσόν (αρχίδια σοβαρότης), σο δεν νιώθω το πρόβλημα / την συμμετοχή σου στο πρόβλημα / τον ενθουσιασμό σου / την απαισιοδοξία σου / την αισιοδοξία σου».

Ακόμα μεγαλύτερη απαξία προσδίδει το να το λέει άντρας το ποίμα, που στ' αρχίδια του κιόλας για τα καλσόν, τι τον πέρασες.

Συνώνυμο: σκίζω καλτσόν

Ε, ενταξει, ξερεις τωρα, αυτο ηταν too much για μενα. Σ αυτα ειμαι πολυ κολλημενος. Εισιτηριο απ εξω; στρωματσαδα; τι λες τωρα!; κι αρχισα κι εγω τα: αχ, μωρε δε θα μπορεσω (ξερεις, με το υφος: «πτου, μου φυγε πόντος») κατι ετυχε, εχω να βαλω πλυντηριο, αρρωστησε η γιαγια μου κι εχω στεναχωρηθει, μου καηκε το φαί.... κλπ κλπ Εδώ.

-8a h8ela kapote na akoyseis to monologo apo ta xeilh moy. [ANONYMOUS] said this on Μαρτίου 31, 2009 at 18:23 -Ανώνυμε έχε το το νου σου πάνω στην απαγγελία μη σου φύγει κανας πόντος απ΄ το καλσόν. [VISITOR]said this on Μαρτίου 31, 2009 at 20:11 (Εδώ.)

Από μπροστά είναι όμορφη όμως. (από Galadriel, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην χρηματιστηριακή: Stop loss: κανα σεμινάριο τεχνικής ανάλυσης 101 θα βοηθήσει όσους μαζόχες δεν γνωρίζουν (συνεπώς δεν τους χρειάστηκε ως τώρα), αλλά θέλουν να μάθουν τι είναι ο «πωλητικός στροφέας - stop loss». Χοντρά και εντελώς εκλαϊκευμένα πρόκειται για την τιμή (μετοχής ή δείκτη τεχνικής ανάλυσης) που συνιστάται να τίθεται από τον επενδυτή εκ των προτέρων ως σημάδι για το πότε πρέπει να θεωρήσει την επένδυση αποτυχημένη και απλά να αλλάξει θέση, ακόμα και αν μέχρι εκείνο το σημείο έχει καταγράψει μόνο ζημίες. Οικονομολόγοι, αν χρειάζεται κττσγ (λολ) συμπληρώστε σχόλιον ή ορισμό, παράκληση μη μας πήξετε με όρους metastock.

  2. Στην καθομιλουμένη (εδώ είμαστε): Στοπ λος: αφορά σε απόφαση για ενέργειες με σκοπό την ελαχιστοποίηση μιας χασούρας. Δηλαδή τ. έκανα κίνηση στοχεύοντας κάπου ψηλότερα, έκανα την προσπάθειά μου, έδωσα τις μάχες μου, σκατά, τζίφος, απροσδόκητα με πήρε η κατηφόρα και η κατάστασις αντί να καλυτερεύει, βελτιούται συνεχώς. Που πα’ να πει, το παίρνω απόφαση, το παιγνίδι είναι χαμένο, η κατηφόρα μη αναστρέψιμη, ώρα να μαζεύω, όσα μου έμειναν, έστω κι αν αυτά είναι μόνο τα κομμάτια μου και να την κάνω με ελαφρά πριν πιάσω πάτο και βρεθώ εγκλωβισμένος για πάντα σε ένα συνεχές παρόν που δε γίνεται αύριο.

  1. Εδώ για τα οικονομικά:
    Αλλα τι ειναι ακριβως αυτο το «στοπ λος»;Ειναι μια γραμμη στον οριζοντα; Ενα σημειο το οποιο αντιπροσωπευει την max. ζημια σε ενα trade; Κοντα αλλα οχι ακριβως. Ειναι ενα πολυ σημαντικο σημειο του σχεδιου και της ρουτινας μας.

  2. - ...και δεν υπάρχει ελπίδα; Το πήρες απόφαση;
    - Ρε Μπέκυ, προσπάθησα, αλήθεια προσπάθησα, τόσο καιρό σου ζαλίζω τον έρωτα και σένα με τις μαλακίες μας. Αφού στα 'χω πει για τις πίκρες που έχω φάει και παρόλα αυτά εγώ εκεί, να τρώω τα μούτρα μου να τον κάνω να συμπεριφερθεί σαν άνθρωπος...
    - Ξέρω γω βρε Αλεξία μου δυο χρόνια είστε μαζί, λέγατε να το πάτε και σοβαρά, όλα τσάμπα;
    - Κουράστηκα Μπέκυ, δεν παλεύεται η φάση, στοπ λος, πάω παρακάτω. - Πού παρακάτω; Μωρή τον έχεις έτοιμο;! Και κάθομαι και στενοχωριέμαι για σένα; - Μπα... μαλακίες... Δεν ξέρω... Μπορεί να πάρω τηλέφωνο αυτό το δικηγόρο το Βασίλη που με πίεζε η μάνα μου ότι είναι γαμώ τα παιδιά και έλιωνε λέει για πάρτη μου. Ξέρω γω... ό,τι να 'ναι.

To στοπ λος του διπλού κώλου (ελεύθερη μετάφραση λέξη λέξη) (από Galadriel, 24/09/10)Δεν έβαλες στοπ λος ρε κατεστραμμένε, κάτσε στο παγωτό τώρα, κατέβα με λεωφορείο από την Πάρνηθα. (από Galadriel, 24/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξειδικευμένη καρέκλα γυναικολογικής εξέτασης, που εξασφαλίζει ότι η εξεταζόμενη θα κρατήσει τα πόδια της ανοιχτά σε όλη τη διάρκεια, επιτρέποντας στον γιατρό μια άνετη και αποτελεσματική πρόσβαση στα ενδότερα.

Είναι σαν κανονική πολυθρόνα, που φέρει επιπλέον δύο στηρίγματα όπου η εξεταζόμενη πρέπει να βάλει τα πόδια της (συνήθως αυτά χρησιμεύουν στο να ακουμπήσει το εσωτερικό των γονάτων της και όλο το υπόλοιπο πόδι να κρέμεται σαν σπασμένο - βλ. μήδια 3, 5). Θα μπορούσα να ενσωματώσω τα μήδια στον ορισμό αλλά νιώθω τον αντρικό πληθυσμό για τον οποίο όλα αυτά είναι ανεξήγητα - αν δεν αντέχετε στα σκληρά μην ανοίξετε το τελευταίο.

Από όσο γνωρίζει η συντάκτρια, δεν υπήρξε γυναίκα που να βρίσκει έστω και συμπαθές το μπουμ. Στο παράδειγμα υπάρχει μια καλή προσέγγιση για την αιτία, αν και δεν περικλείεται το σύνολο και η πολυπλοκότητα των συναισθημάτων που το μπουμ προκαλεί - γιατί κάθεσαι οικειοθελώς εκεί, φροντίζοντας εσένα ζητάς να γίνει η εξέταση, το κάνεις για πάρτη σου κι αυτό σημαίνει ότι αναγκάζεις τον εαυτό σου σε μια κατάσταση γάματαωχ παναζία μου. Ααα.

Η εξήγηση της παλιάς σε φόρουμ:
... Rinoula μου το μπουμ είναι το κρεβάτι που σε βάζει ο γυναικολόγος και είσαι με τα πόδια σε ειδικές θέσεις ψηλά και [...]

Το δράμα: Κάθε γυναίκα που σέβεται τον εαυτό της επιβάλλεται να κάνει μια γυναικολογική εξέταση ανά τακτά διαστήματα. Δεν είναι και τόσο απλό όσο ακούγεται. Όσο σύγχρονη με μοντέρνες αντιλήψεις και αν είναι δεν μπορεί να μην νοιώσει τρόμο όταν ανέβει στο γυναικολογικό μπουμ και το δώσει «φάτσα κάρτα» στο γιατρό. Ίσως ακούγομαι πουριτανή αλλά μαθημένη να κρύβεις κάποια σημεία του σώματος μόνο για 2μάτια νιώθεις κάπως όταν ξαφνικά τα βγάζεις σε κοινή θέα!! Πόσο μάλλον να τ'αφήνεις και σε ξένα χέρια...

...έλα, για γύρνα λίγο από δω που έχει φως... (από Galadriel, 20/09/10)Ουφ γιατρέ μου, ουφ! (από Galadriel, 20/09/10)παπάκι παλαιάς κοπής, το βράζω , το ξαναβάζω the real thing (από gaidouragathos, 10/11/10)μοντέρνο παπάκι μιας χρήσεως, το φοράω, το πετάω... (από gaidouragathos, 10/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια αστεία (για κάποιους) λέξη που προέρχεται από το στραγγίζω.

Στραγγίδι (πληθυντικός στραγγίδια) είναι το υγρό υπόλειμμα που δημιουργείται από: στράγγιγμα, στύψιμο, πάτημα, ζούληγμα ή πίεση με σκοπό την απαλλαγή μιας μάζας από υγρά. Στην παραγωγή του στραγγιδιού συνεισφέρουν διάφορα αντικείμενα και συνθήκες όπως στραγγιστήρι πιατικών, σουρωτήρι, τρυπητό, τρύπα απορροής - αποστράγγισης (νιπτήρα κ.λπ.), η βαρύτητα ή η αντλία με τον πεπιεσμένο αέρα που παρασέρνει τα πάντα όλα (όταν αφήνουμε να στραγγίσει κάποιος περιέκτης, π.χ. δοχείο ή σωλήνωση) κ.λπ.

Το στραγγίδι είναι πράμα συχνά αναπόφευκτο, αλλά συνήθως ανεπιθύμητο, φύρα, χασούρα, μπελάς και τσαντίλα. Για να θες να το στραγγίσεις το πράμα, παίζει:

  • να μην τα θες τα ζουμιά, επειδή σου λερώνουν τη λοιπή μάζα υλικού τ. πιάτα για στέγνωμα, σκουπίδια πριν τη διαχείρισή τους, το πιάτο από τα φασολάκια πριν το αδειάσεις στον κάδο και γεμίσει ο πάτος κάτω από τη σακούλα με ζουμιά (πώς περνάνε τα γαμημένα έχει δεν έχει τρύπα…),
  • να τα θες τρελά τα ζουμιά, πχ ένα ακριβό υλικό που περνάει μέσα από σωλήνες και συσκευάζεται και κολλάει στα τοιχώματα (ειδικά αν είναι παχύρευστο) και πρέπει να το μαζέψεις για να μην πάρει στράφι ή για να μη λερώσει το επόμενο πράμα που θα περάσει από το σωλήνα.

    Να πούμε εδώ ότι το λήμμα κάνει ρίμα μεταξύ άλλων με το αρτίδι, το απίδι και το αρχίδι (ναι, αυτό σας θύμιζε).

Εδώ για ζουμιά σε σκουπίδια που πρέπει να μπαλοποιηθούν: Κατά την διαδικασία της μπαλοποίησης θα υπάρχουν κάποια στραγγίδια τα οποία θα απομακρύνονται και θα πηγαίνουν σε βιολογικό καθαρισμό, οπότε δεν θα υπάρχει καμία επίπτωση στο περιβάλλον.

Ο παλιός δείχνει τα κατατόπια στον νέοπα : -...και εδώ γίνεται η αποστράγγιση του δικτύου. Κοίτα εδώ... το βλέπεις το βανάκι στο κάτω κάτω σημείο; Εκεί ρε φίλε, εκεί που είναι κρεμασμένο το ντενεκάκι το γκρι... Α να γεια σου! Είναι για να μαζεύει τα στραγγίδια αυτό. Κανόνισε θα έρχεσαι κάθε πρωί να ανοίγεις το βανάκι και μετά θα αδειάζεις το ντενεκάκι, μη ξεχειλίσει, θα φας κωλόχερο στάνταρ, εγώ μια φορά στο είπα...

Συγκάτοικοι:
-Ρε Αφροδίτη, μια βδομάδα έφυγα, μπουρδέλο η κουζίνα! Εμ δεν έπλυνες ούτε ποτήρι, εμ κοντεύουν να βγάλουν βατράχια τα στραγγίδια κάτω από τη πιατοθήκη από τότε που τα 'πλυνα εγώ. Βαρέθηκα!

Στραγγατο από γίδι----->στραγγίδι (από GATZMAN, 16/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για συμπληρωματικό ορισμό καθαρά επαγγελματικής αργκό - το λήμμα έχει εξαντληθεί στους λοιπούς ορισμούς παρακαλώ κοπιάστε.

Κλέφτης (αγγλικά thief / sampling thief): Συσκευή δειγματοληψίας από δεξαμενές αποθήκευσης ή μεταφοράς υγρών καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών.

Θες να ξέρεις τι έχεις μέσα στη δεξαμενή. Παίρνεις ένα δειγματάκι και το στέλνεις στο εργαστήριο να σου πούνε. Μάστα. Και που λέει ο λόγος θες να δεις τι έχει στον πάαατο της τεράστιας δεξαμενής αποθήκευσης που έχει μέσα εκατονεξακόσους τόνους. Έχει νερά; Έχει λασπουριά; Θα ζήσει ο λέβητας γιατρέ μου; Άρα; Πώς το κάνω; Βάζω τον κλέφτηηη:

[img]http://img.photobucket.com/albums/v59/Mesalina/Image492.gif?t=1284462682[/img]

Νάτος από πάνω ^^^: Ένα μπουκάλι με φελλό δεμένο σε σκοινί (ή αλυσιδάκι προτιμητέο γιατί τα σκοινιά ξεφτίζουν, βλ. παράδειγμα) και μέσα σε περίβλημα με μεγάλο βάρος για να το τραβάει στον πάτο.

Πας στην κορφή της δεξαμενής, ανοίγεις την θυρίδα, πετάς μέσα τον κλέφτη κενό και ταπωμένο, βαριά η θήκη, πιάνει πάτο (ακούς το ντουκ, σταματάει να ξετυλίγεται και το σκοινί). Πιάνεις το σκοινί, το τραβάς λίγο να τεντώσει ίσα ίσα (χωρίς να σηκωθεί όμως το μπουκάλι) και ρίχνεις ένα απότομο τράβηγμα (νταγκ!) οπότε φεύγει ο φελλός από το μπουκάλι. Χωρίς φελλό πια, γεμίζει με ό,τι υπάρχει γύρω γύρω (συγκοινωνούντα δοχεία που λέγαμε στο δημοτικό), το αφήνεις, το αφήνεις, το αφήνεις και μετά το τραβάς προς τα πάνω. Το μπουκάλι σου έχει ό,τι έχει ο πάτος. Το 'κλεψες το δειγματάκι, που πραγματικά αντιπροσωπεύει το προϊόν που είχε στο σημείο που έγινε η δειγματοληψία. Γαμάτο;

Disclaimer: Τα ανωτέρω δεν εξαντλούν τα χρησιμοποιούμενα είδη «κλεφτών» ή τους τρόπους δειγματοληψίας, υπάρχουν εκτενή διεθνή πρότυπα για τη δουλειά αυτή (γιατί τι να την κάνεις την ανάλυση άμα το δείγμα είναι τριμπούρδελο), άμα θέτε παραπάνω λεπτομέρειες ψάξτε να βρείτε την ASTM D4057. Πάλι πάθατε μόρφωση.

Το παρακάτω παράδειγμα βασίζεται σε μια πραγματική ιστορία αλλά μόνο βασίζεται. Μπορεί να γυριστεί και σε ταινία, στείλτε πιμί για δικαιώματα:

(Οδηγός βυτιοφόρου ανοίγει παράθυρο εργαστηρίου, χώνει κεφάλι, μιλάει στον χημικό - μαγκιά)
-Πώς ήτανε ρε παλουκάρι το δειγματάκι; Καλό; Να φορτωσουμέτε; Ή θα μας καθυστερήσεις κι άλλο και θα χάσουμε το δρομολόγιο; Α;
(
«είμαι ο γαμάουα επιστήμων βρε πτωχούλη»)
-Κύριε, δεν ήταν καθαρό, δεν μπορώ να το αποδεσμεύσω...
(πάει η μαγκιά... άγχος) -Ω γαμώτο! Νερά; (τσαντίλα) Και τους είπα τους μαλάκες ρε πούστη μου να κοιτάξουν την εξυδάτωση...
-Όχι κύριε, ήταν εντάξει γενικώς, αλλά είχε δύο τρίχες μέσα.
(απότομο σταμάτημα, γούρλωμα το μάτι, αγρίεμα)
-Τι είχε; Τρίχες; ΤΡΙΧΕΣ; (
έναρξη παραληρήματος) Και το κόβεις για τις τρίχες; Και δηλαδή ρε μάστορας πώς την έχεις δει; Ότι το ντίζελ είναι τριχωτό; Ότι όλη η δεξαμενή είναι τίγκα στην τρίχα σαν το δείγμα; Δεν παίζει δηλαδής ρε Αϊνστάιν να είναι από το σκοινί του κλέφτη που ήντουνε ξεφτισμένο; Φέρ' το μπουκάλι, να στις βγάλω εγώ τις τρίχες! (ελπίδα, γλείψιμο) Έλα, αφού είναι καλό το καύσιμο, πες 'ντάξει ρε φίλο τώρα να φύγουμε...
(
στ' αρχίδια του ο άλλος)
-Α κύριε δεν γνωρίζω, εγώ έχω ευθύνη από την παραλαβή του δείγματος, θα πρέπει να ληφθεί επαναληπτικό δείγμα και βεβαίως...
(*οδηγός γουρλώνει κι άλλο το μάτι, κοκκινίζει, θα πάθει εγκεφαλικό, το μετανιώνει, θα πνίξει αυτόν με την ποδιά, το μετανιώνει, απομακρύνεται βρίζοντας στον αέρα περπατώντας ταυτόχρονα)
-ΡΕ ΔΕ ΓΑΜΙΟΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΟΜΑΔΙΚΩΣ που με ανεβοκατεβάζετε για τις τρίχες γαμώ τις επιστήμες και τα μπουρδέλα σας α να σας γαμήσω όλους, ΦΕΡΤΟΝ ΚΛΕΦΤΗ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ ΝΑ ΞΑΝΑΠΑΡΩ ΔΕΙΓΜΑ, α να σας γαμήσω όλους πάει το καλό το δρομολόγιο για Άγιο Στέφανο, θα έπαιρνα άλλο για Πάτρα μετά, ΜΠΟΥΡΔΕΛΑ Ε ΜΠΟΥΡΔΕΛΑ, τι με κοιτάς κι εσύ ρε αγαμήσου, επαναληπτικό και δεύτερο και τρίτο και σκατά στο σπίτι του μαλάκα με τις τρίχες (***μπλα μπλα περίπου μισή ώρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρομπλόν - κυριολεξία: Όπλο άμυνας που έκανε στράκες τον 17ο αι. με πλατύ στόμιο σαν τρομπέτα που φορτώνεται από μπροστά, οπότε οι χρήστες την πάλευαν με ό,τι να 'ναι, σφαίρες, πέτρες, καρφιά, θραύσματα γυαλιού κλπ. Στόχος δεν ήταν η μεγάλη εμβέλεια βολής, αλλά το μπραφ από κοντά που να γαμάει τα πρέκια σε όποιον τολμούσε να πλησιάσει, επειδή σίγουρα θα τον έπαιρνε κάτι από όλα αυτά που σκάγανε.

Τρομπλόν - παπουδοσλανγκιά: στην φράση «γίνομαι τρομπλόν» έχει αντίστοιχη σημασία με τα ντίρλα, σκνίπα, λιάρδα, φέτες, λιώμα κ.λπ. με την καλή την έννοια όμως. Δηλαδή, είμαι φτιαγμένος από τα ξίδια και γουστάρω τρελά, είμαι ωραίος, έχω πιει, είμαι γκολ και είμαι γαμάτος, χικ, όλοι μαζί παιδιά, γιοχοχό κι ένα μπουκάλι ρούμι.

Τολμηρός συσχετισμός των δύο εννοιών: ήπια τα πάντα όλα κι έχω φουσκώσει από χαρά τόσο, που είμαι έτοιμος να σκάσω στα μούτρα όποιου βρεθεί σε απόσταση βολής, μπουμ. Λέμε τώρα.

Εδώ τα όπλα:
[...] σκοτώθηκαν 34 Γερμανοί και πιάστηκαν 2 αιχμάλωτοι, κυριεύτηκαν 25 μάουζερ, 2 βαριά πολυβόλα, 3 μυδράλια, 5 μαρσίπ, 3 τρομπλόν, 1 ομαδικός όλμος, 4 πιστόλια και πυρομαχικά, ο ΕΛΑΣ είχε ένα νεκρό και δύο τραυματίες.

Εδώ οι ντίρλες: Όσοι τώρα είναι πορωμένοι και θέλουν ντε και καλά να ψηφίσουν, προτείνω πριν πάνε να ψηφίσουν, να περάσουν από το πιο κοντινό ουζερί. ή μπαρ ή ρακάδικο ή τσιπουράδικο και το μεσημέρι να γίνουν τελείως τρομπλόν! Να γίνουν σκνίπα να μεθύσουν τα παιδία, να μεθύσουν τίγκα και μετά να πάνε να ψηφίσουν.

Κι εδώ επίσης: (τίτλος από νήμα) Όταν πίνω γίνομαι... anton: «Απάντηση #17» ΤΡΟΜΠΛΟΝ

Αγγλικό τρομπλόν (από Khan, 13/09/10)Ένα τρομπόνι (από poniroskylo, 13/09/10)Άλλο τρομπόνι (από poniroskylo, 13/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified