Χαρακτηρισμός ψηλής γυναίκας, συνήθως με βορειο-ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά και επιπλέον κιλά, που τραβάει το βλέμμα λόγω της σωματοδομής της.

Σημ. τέτοιες γυναίκες τις περισσότερες φορές σχετίζονται με μεγάλο στήθος.

- Ρε συ, τί είναι αυτή ρε; Δε ξέρω αν πρέπει να ερωτευτώ ή να της ζητήσω να παλέψουμε!

- Ναι μάγκα μου, πρέπει να έχει δώσει πολύ χαρά η κρεβατογεμίστρα, όχι αστεία!

[λεζάντα εικόναςλεζάντα εικόνας]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορική έκφραση που χρησιμοποιείται για καταστάσεις όπου κανείς βρίσκεται σε δύσκολη περίοδο της ζωής του κάτω από αντίξοες συνθήκες συνήθως υπερβολικού στρες, απόγνωσης, αϋπνίας, μετά από χωρισμό και μακροχρόνια ανεργία

- Πού είσαι ρε Μηνά;

- Άσε ρε φίλε, τρέχω με όλα, δεν την παλεύω καθόλου τώρα τελευταία. Ήρθαν όλα μαζεμένα γαμώ τα βάσανα..

- Σηκώνεις τζιπάκι φίλε μου, το ξέρω.

- Τζιπάρα σηκώνω, δε μπορείς να φανταστείς.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ατημέλητος στρατιώτης.

Λοιπόν κοιτάξτε να καθαρίσετε τις αρβύλες σας, το λουκάνικο, και τα χιτώνια. Μην εμφανιστείτε μπουρδέλο στην αναφορά γιατί θα πέσουν καμπάνες πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published

Το σημείο όπου το δέρμα που εστιάζει και προφυλάσσει τους γενετήσιους αδένες ενώνεται.

- Τί τουρκόφατσα είναι αυτή ρε; Αν δε τρώει η κόρη σου το φαΐ δείξε της τον Μήτρογλου.

- θα δείξουμε τη δική σου, μιγάς δεν είσαι;

- Φίλα μου την αρχιδοραφή ρε πισωκώλη που θα με πεις μιγά!

λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published

Psychedelic trance/uplifting μουσική της δεκαετίας του 90, και μεταγενέστερα, όπου ο ρυθμός έχει τον ασταμάτητο. Συναντάται πλέον σε λίγα κλαμπάκια ανά την επικράτεια καθώς έχει χάσει από την αίγλη της, κατά πολλούς αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καγκουρογενιάς.

Τα μέρη που συναντούσε κανείς τέτοια μουσική, γνωστά και ως πριονάδικα, ήταν το Lobby, Battery και Amnizia. H δε μουσική παραμένει γνωστή και ως πριονίδι, ή πριονοκορδέλα.

Πολύ γαμάτο κομμάτι, σκέτο πριόνι!

Όντως, φοβερή πριονοκορδέλα. Αυτό το κομμάτι ήταν στο transistance 4. Άλλες εποχές!

Got a better definition? Add it!

Published