Βρισιά με την οποία βρίζουμε κάποιον ότι γαμάει την αδερφή του.

Έτσι αδερφογαμιάδες! Όταν θα παίζουμε στην Ευρώπη, θα μας βλέπετε από τον καναπέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει πρόσωπο που θυμίζει βάτραχο, φουσκωμένο, με μεγάλα προγούλια.

Καλά τον βατραχομούρη γιατί τον βάλανε εκπρόσωπο Τύπου μπορείς να μου πεις;

(από Khan, 01/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς ο βρικόλακας. Λέγεται και για σκιαχτικούς ανθρώπους που τρομάζουν με την εμφάνισή τους. Και για όταν προβάλλονται καταστροφές που θα έρθουν, για να τρομάξει ο κόσμος, όπως όταν τρομάζουν τα μικρά παιδιά με τον βουρδούλακα για να φάνε το φαΐ τους.

  1. Κακογέρασε ο Θωμάς. Τον είδα τις προάλλες κι έχει γίνει σαν βουρδούλακας. Και δεν έχει περάσει καν τα εβδομήντα...

  2. Αυτήν την επιγραφή ότι όποιος καταστρέψει σήμα της τροχαίας θα πάει δυο χρόνια φυλακή τι μας την βάλανε σαν βουρδούλακα;

Ο βουρδούλακας του δημόσιου χρέους (από Khan, 15/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που γαμάει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ο φοβερός, ο καταπληκτικός.

Πολύ γαμησερός ο παικταράς που πήραμε από το ΝΒΑ!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γύρος του φουστανιού, ο ποδόγυρος, ο φραμπαλάς, και γενικότερα η γυναίκα. Αυτός που κυνηγάει το γυροπόδι είναι ο πολύ άντρας, ο Δον Ζουάν.

Στο Πρόχειρο από τον Tsimpatone.

Ο μεγαλύτερος γιος του βγήκε αδερφή και είχαμε ανησυχήσει και για τον μικρό, αλλά αυτός ευτυχώς κυνηγάει το γυροπόδι, μεγάλος μουνάκιας λέμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που είναι τελείως άσχετος με το άθλημα, που δεν το έχει καθόλου.

Ο καινούργιος παίκτης που έφερε ο γαύρος δεν ξέρει την τρύπα του μιλάμε, τελείως ανίκανος! Να δούμε πώς θα τον ξεφορτωθούμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φοβητσιάρης, ο δειλός, που κλάνει μέντες στα δύσκολα.

Από Πρόχειρο- Tsimpatone.

Τώρα με το Ίντερνετ μπορείς να το παίζεις σκληρός και άντρακλας από το πληκτρολόγιο, ενώ στην πραγματική ζωή σου είσαι κλασομέντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κοπέλα που κλείνει τα ραντεβού σε κάθε είδους γραφεία. Αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για κάποιον παράγοντα ή μεσάζοντα που «κλείνει» κάτι, μια συμφωνία, μία συνάντηση κ.τ.λ.

  1. - Βρήκε δουλειά η Άννα;
    - Της πρότεινε ένας ψυ να την πάρει για κλείστρα, αλλά με τόσα χρόνια σπουδές δεν της κάνει καρδιά.

  2. - Καλά οι καταδύσεις περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα που δίνει το ξενοδοχείο;
    - Όχι, αλλά μου δώσανε το τηλέφωνο της κλείστρας κι έχω κάνει τα κονέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φραγκόκοτα. Λέγεται για άνθρωπο βλάκα, που δεν του κόβει, μπούφο.

Έχει και άποψη για τα πολιτικά το κοκράνι!

Όποιοι δεν φοράνε κράνη, έχουνε μυαλό κοκράνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρικό, όταν μια ομάδα δεν είναι καλά ετοιμασμένη και προπονημένη μια βροχή την σώζει από την ξεφτίλα γιατί ακυρώνεται ο αγώνας. Ή αν δεν ακυρωθεί ο αγώνας μπορεί να γλιστράει το γήπεδο και ο αντίπαλος να μην είναι εξοικειωμένος με το γήπεδο.

Το λέμε όταν δεν είμαστε καλά προετοιμασμένοι και φοβόμαστε την ξεφτίλα και για αυτό ελπίζουμε να συμβεί κάποια μικροκαταστροφή που θα μας γλιτώσει.

- Καλά θα είναι κανείς στη διαδήλωση ή εμείς κι εμείς;
- Άσε, μια βροχή θα μας σώσει.

(από Spider, 18/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified