Further tags

Μποντιμπιλντεράδικη αργκό. Σημαίνει παίρνω όγκο, κερδίζω μυική μάζα ούτως ώστε να φαίνομαι πιο ''γεμάτος'', πιο ''μπαλαρισμένος''.

Ετυμολογείται προφανώς από τις μυικές ''μπάλες'' που ξεπροβάλλουν ως χαρούμενα εξογκώματα πάνω στο σώμα του ευτυχούς γυμναζόμενου. Κλασικό παράδειγμα τέτοιας μυικής ''μπάλας'' είναι βεβαίως το all time classic ''ποντίκι'', δηλ. ο δικέφαλος βραχιόνιος μυς.

Προσοχή: το μπαλάρισμα δεν ταυτίζεται με τη γράμμωση. Η γράμμωση θα έρθει (αν ποτέ δεήσει να έρθει) αργότερα, όταν θα μπει φερμουάρ στο στόμα. Το μπαλάρισμα προηγείται της γράμμωσης. Είναι συνέπεια της απόκτησης των λεγόμενων ''ποιοτικών κιλών'', δηλ. επιπρόσθετου σωματικού βάρους στο οποίο υπερτερούν (αναλογικά) οι μύες έναντι του λίπους.

- Ρε αγόρι ψήνεσαι να χτυπήσουμε καμιά πρωτεΐνη να μπαλαριστούμε και να γουστάρουμε;
- Καλές οι σκόνες φίλε, αλλά μόνο αν βαστάει η τσέπη σου. Έχουν πάει στο θεό οι τιμές, γάμα τα...

Δες και είμαι στον όγκο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γραμμή των ελευθέρωνε βολώνε στο μπάσκετ.

Ο Σισκάουσκας είχε 36 στα 36 σερί από την γραμμή της φιλανθρωπίας μέχρι να χάσει μια βολή προχτές.

Got a better definition? Add it!

Published

Η μπάλα (στρογγυλή, λόγω σχήματος) και θεά (και καλά), λόγω τού ότι, πολλές από τις δραστηριότητες που σχετίζονται μ' αυτήν, έλκουν μετά μανίας ευρείες μάζες του πληθυσμού που εκδηλώνουν για αυτές ακραία συναισθήματα, συναισθήματα που αρμόζουν σε μια οντότητα, με θεία υπόσταση (π.χ: υπερβολική λατρεία και εκτίμηση, πάθιασμα, ιερό φανατισμό για την ομάδα τους, κλπ).

Κάποιες από τις αναφερόμενες δραστηριότητες είναι:

- μανιώδης παρακολούθηση ματς (στην τηλεόραση, στο γήπεδο, κλπ).

- αθλητική ενημέρωση για σχετικά θέματα (διάβασμα εφημερίδων, παρακολούθηση ενημερωτικών εκπομπών στην τηλεόραση, στο ράδιο, κλπ). Να μη χαθεί οξεία.

- παθιασμένη συζήτηση μεταξύ οπαδών για θέματα που αφορούν αθλητικά ματς, σχολιασμός φάσεων, κλπ.

- ένθερμη συμμετοχή σε αθλητικά ματς (σε γειτονιές, σε γήπεδα, κλπ), με στόχο την ατομική και την ομαδική διάκριση.

  1. Μπορεί, βέβαια, να μην είναι ένθερμη οπαδός κάποιας ομάδας, ωστόσο δεν κρύβει ότι τη μαγεύει η στρογγυλή θεά.
    Δες

  2. Γέροι, νέοι, παιδιά, εσχάτως κι εκατομμύρια γυναίκες, κι όμως θα καταφέρουν να βυθιστούν για 30 ημέρες στη μαγεία της στρογγυλής θεάς, αίροντας συνειδητά κάθε χυδαία εμπορευματοποίηση, πιστοί στη φυσική ομαδικότητα και λαϊκότητα του ποδοσφαίρου.
    Δες

  3. - Αύριο είναι το ντέρμπι των αιωνίων.
    -Κατάλαβα. Την ώρα του ματς, θα νεκρώσουν τα πάντα. Η προσοχή του πλήθους θα στραφεί στις κινήσεις της στρογγυλής θεάς.

(από GATZMAN, 03/05/09)(από GATZMAN, 03/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαγορευμένο σβούρισμα της πεντάδας ή της τριάδας στο ποδοσφαιράκι, μπας και βγει η κόντρα. Δείγμα χαμηλής τεχνικής στο συγκεκριμένο άθλημα.

Εκ μεταφοράς και στο ποδόσφαιρο, όταν η μπάλα πάει όπου λάχει, με γιόμες και συνεχή λάθη στο κέντρο.

  1. Χάνει πλερώ, στα τρία. Χωρίς πούστηδες και φουρφουρίκια (πούστηδες: οι πλαϊνοί της επιθετικής τριπλέτας.)

  2. Πάμε να φύγουμε ρε! Δε βλέπεις; Άρχισαν τα φουρφουρίκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την ποδοσφαιρική ορολογία, καθιερώθηκε από τον Χάρρυ Κλυνν, που μετέφερε έτσι την εμπειρία του ως Πρόεδρος του Απόλλωνος Καλαμαριάς. Λέγεται από προπονητές / παράγοντες ομάδας σε στυλ Αγανακτήσεως ή Απελπισιακού, που κινδυνεύει άμεσα με υποβιβασμό στην Β΄ Εθνική κατηγορία και της χρειάζεται μία, μόλις μία ισοπαλία (ούτε καν νίκη!) για να παραμείνει στην Α' Εθνική. Κρέμεται δηλαδή η σωτηρία της από μια τρίχα, απ' το τσακ του τσακός. (Μπορεί να ειπωθεί και για μια οποιαδήποτε πρόκριση, αλλά πολύ δευτερευόντως).

Το χαρακτηριστικό της φράσης είναι ότι παραδοξολογικά λέγεται ταυτόχρονα με:

1) Σεμνότητα και ταπεινοφροσύνη, αφού αυτός που την εκφέρει δεν ζητάει πρωτάθλημα, αλλά μη υποβιβασμό, δεν ζητάει καν νίκη, αλλά ισοπαλία.
2) Αυταρχισμό, αφού νυν ο υπέρ πάντων αγών, η μάχη για την επιβίωση, οπότε εννοείται ότι πρέπει να κινηθούν νεκροί και ζωντανοί, λυτοί και δεμένοι, να μετέλθουμε κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, να αγοράσουμε διαιτησίες, να κάνουμε το γήπεδο κόλαση, για τη φουκαριάρα τη μάνα μας...

Τα δύο αυτά έχουν αμοιβαία αιτιότητα: ακριβώς επειδή απειλείται η ίδια μας η επιβίωση και δεν ζητάμε από την άλλη πολυτέλειες, ακριβώς γι' αυτό έχουμε δικαίωμα να κάνουμε το ο,τιδήποτε. Οπότε, η φράση λειτουργεί πλέον ως μέθοδος των κάτα Γκατσάνδρα βιοπαλαιστών: ξέρετε, αυτών των τύπων που, με ύφος σαράντα κλαψομούνηδων σου κόβουν τον μισθό σου και σου κάνουν και κήρυγμα ότι πρέπει να είσαι ευγνώμων που εν μέσω οικονομικής στύσης συμβάλλεις στην επιβίωση της εταιρείας κ.ο.κ.

Συνώνυμο: να ρεφάρω, να σώσω το καπέλο.

Υφιστάμενος: - Τι εννοείτε κύριε Αφεντικουλέσκου, ότι οι ώρες εργασίας μου θα αυξηθούν κατά μία, ενώ ο μισθός μου θα πέσει κατά 10%;
Αφεντικουλέσκου: - Έλα βρε Γιάννη μου, απορώ με το εγωιστικό μη ομαδικό σου πνεύμα! Εδώ κλείνουν τόσες και τόσες εταιρείες σαν εμάς με την κρίση! Μια ισοπαλία θέλουμε για να σωθούμε! Σκέψου με και μένα, που έχω τέσσερα παιδιά! Μια φιλική χάρη σου ζητάω για να επιβιώσουμε όλοι μας και συ το κάνεις θέμα! Έχω και ζάχαρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ντροπιαστική ήττα σε αγώνες, ή όταν συμβαίνει κάτι μη αναμενόμενο.

Συνήθως προηγούνται τα «έφαγα» ή «έριξα», αναλόγως ποιος το λέει.

  1. Ρε τι ταμπάνι φάγαμε χθες. Αυτή η ομάδα δεν πιανόταν στο γήπεδο.

  2. Φίλε μου κόλλαγε ένας πιτσιρικάς στο φανάρι. Του έριξα ένα ταμπάνι...

  3. Άσε κι έφαγα ένα ταμπάνι απ' τη ΔΕΗ (λογαριασμό)!

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιείται για να κοροϊδέψουμε κάποιον φίλαθλο μιας ομάδας η οποία έχει αποκλειστεί στην Ευρώπη κι επομένως το μόνο που του μένει είναι να παρακολουθεί τους αγώνες των άλλων ομάδων που αγωνίζονται ακόμα στην Ευρώπη, από έναν καναπέ.

- Είστε κωλόφαρδοι που προκριθήκατε στους 16!!
- Γαυράκι δεν πειράζει, πάλι καναπέ φέτος, να βλέπεις την Πανάθα.

Got a better definition? Add it!

Published

Αθλητικώς, η άνετη επικράτηση, η συντριβή του αντιπάλου. Εννοείται ότι το παιχνίδι δεν ήταν ματς, αλλά βόλτα χωρίς αντίπαλο.

Μεγεθυντικό: Υγιεινός περίπατος.

Με 25 πόντους διαφορά η ΤΣΣΚΑ έκανε περίπατο έναντι της Παρτιζάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλη αλήθεια! (στο ποδόσφαιρο).

Μτφ. χρησιμοποιείται κατά κόρον από αρσενικά. Επισημαίνει μια κατάσταση κατά την οποία το αρσενικό έχει συνευρεθεί με αμφιβόλου ηθικής θηλυκό, το οποίο τυγχάνει να είναι άτομο φιλικό με το περιβάλλον του. Στατιστικές μελέτες δείχνουν πως το αποτέλεσμα της συνουσίας αυτής κρίνεται άκρως αισθησιακό και ερεθιστικό και ακολουθείται από πλήρεις οργασμούς συνήθως κι από τις δύο πλευρές...

Έκφραση που δηλώνεται από αυθεντίες στο χώρο του ποδοσφαίρου και κατ' επέκταση και στον ερωτικό τομέα. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως προτροπή προς την συγκεκριμένη ενέργεια σε άτομα στα οποία ισχύει η ρήση «πολλά μουνιά τριγύρω σου, στον πούτσο σου κανένα» και αμφιταλαντεύονται για το αν είναι σωστό να ακολουθήσουν αυτό που τους λέει το «κεφάλι» τους.

- Πολλά μουνιά τριγύρω σου, στον πούτσο σου κανένα, ρέιιι!
- Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα. Εσύ γαμάς δηλαδή;;
- Άμα δεν «μπαζώσεις» δεν χτίζεις σπίτι, ρέιιι!!
- Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι... Θα πάω να ψωνίσω μία απ' τις φτηνές...
- Τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά , ρέιιι!!! Άσε τις πουτάνες και πιάσε τις φακλάνες που γυρνάς!

... Ρέιιιιιιι!!!

(από Don_Kilotis, 26/03/09)κ μια δικια μου. καλουλα ητανε. (από jesus, 26/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νικώ, κερδίζω.

Από την λέξη «ρόμβος».

Κάποια παιδικά παιχνίδια (όπως το κουτσό), είχαν έναν ρόμβο που σημείωνε το νικητήριο τέλος της διαδρομής και όποιος έφτανε εκεί πρώτος έκανε ρόμβο-ρόμπο-ρούμπο.

Ρούμπος = η επιτυχία, η νίκη.
Σε ρούμπωσα = σε νίκησα.

Ε, να έχουμε και μία σεμνή λέξη για την νίκη μας. Είπαμε σλανγκ, αλλά αν μας καλέσουν για γκολφ και νικήσουμε, μην πλακώσουμε τον άλλον στα «σου έσκισα τα βάρδουλα ρε πούστη», «σου γάμησα τα πρέκια ρε παπάρα», δεν σηκώνει, θα ξεφτιλιστούμε σε τέτοιο «κωλομεγλειφάτο» περιβάλλον. :-) Ενώ ένα «σας ρούμπωσα» αγαπητέ μου, αφήνει άλλες εντυπώσεις.

- Ποιος κέρδισε στο τάβλι ρε;
- Εγώ ρε, τον ρούμπωσα τον Κώστα.

(από vip, 23/03/09)(από Βασίλης-7, 28/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified