Selected tags

Further tags

Τρελαίνομαι, τα παίζω, ξεφεύγω, δεν ξέρω τι μου γίνεται, παλαβώνω, κόβω καπίστρι, χάνω τη μπάλα.

- Τον καημένο, τον παράτησε η γκόμενα, τον διώξανε από τη δουλειά, του κλέψανε το αυτοκίνητο και έμαθε ότι έχει και AIDS... Πώς να μη βαρέσει μπιέλα...

(από Khan, 21/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοκίνητο (συνήθως) που βγάζει συνεχώς προβλήματα και θέλει να του ρίχνεις συνεχώς λεφτά. Η έκφραση χρησιμοποιείται και για άλλα μηχανήματα (π.χ. βάρκες) και, σπανιότερα, για σπίτια.

- Αχ, ερωτεύθηκα ...
- Ποιαν, ρε; Την ξέρω; Όνομα;
- Τζούλια ... Αααχ ...
- Τζούλια; Δεν την ξέρω ... Ελληνίδα είναι;
- Όχι ... Ιταλίδα ... Αααχ ... άααχ ...
- Ιταλίδα, ε; Και πόσω χρονών είναι ...
- Του '72 ... - Μεγάλη, ρε ... Κοντεύει τα 40
- Ναι, αλλά είναι σε άριστη κατάσταση ... 160 τελική και 12.6 τα 100 επιτάχυνση ... - Επιτάχυνση; Καλά, ρε μαλάκα, για αυτοκίνητα μιλάμε τόση ώρα; - Εμ, γιατί μιλάμε ... Μια Αλφα Ρομέο Τζούλια GT 1300 Tζούνιορ ... σε τιμή ευκαιρίας ... Την έκλεισα και αύριο πάω να την πάρω ... - Όχι, ρε αγόρι μου ... μη το κάνεις αυτό ... κουμπαράς σκέτος είναι ... είχε ο Πάνος και την έδωσε προ διετίας ... συνέχεια τούβγαζε κάτι και δεν μπορούσε να βρει κι ανταλλακτικά ... άσ' το, μεγάλε ...

(από poniroskylo, 18/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μποξεράκι, κοινώς το περιπολικό.

- Μην πολυτρέχεις. Στα 300 μέτρα την έχει στήσει ένα μπατσικό και έτσι και μας πιάσουνε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κατάσταση αναμονής, αργά-αργά, χαλαρά.

- Δεν σε βλέπω και πολύ καλά...
- Είμαι λίγο στο ρελαντί, αλλά θα πάρω μπρος, πού θα πάει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαίνω γρήγορα σε στροφές. Η συνηθισμένη κατάληξη είναι να βγαίνω με τις ζάντες.

Ναι είναι τρελός οδηγός, μπαίνει με τις μπάντες και βγαίνει με τις ζάντες, λολ.

(από Khan, 12/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γρήγορα.

Με το που είδα τα μπατσόνια την έκανα με τις μπάντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα μοντέλα της BMW. Κλασικό όνομα για τους λάτρεις των χλιδάτων αμαξιών.

Πω ρε φίλε ο Καγκουρόπουλος χτύπησε μια μπέμπα άλλο πράμα. 220 άλογα τελική πιάνει.

Βρε πώς έχεις στρογγυλέψει, μπέμπα, μπέμπα! (από Hank, 03/02/09)Μμμ! Ωραία μπέμπα (από GATZMAN, 30/11/10)

Σχετικά: μπεμπόνι, εργαλείο, μπεμβεδοσουσού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οδηγός που επιδίδεται σε επικίνδυνη οδήγηση για εντυπωσιασμό.

Συνήθως συμμετέχει σε αυτοσχέδιους αγώνες σε δημόσιους δρόμους (κόντρες).

-Ο Μάκης; Τρελαμμένος κοντράκιας, αλλά πολύ απρόσεκτος, δεν έχει αφήσει κολώνα για κολώνα όρθια!

Got a better definition? Add it!

Published

Η αποσταθεροποίηση του πίσω μέρους του αυτοκινήτου πάνω σε στροφή ή σε κυκλική πλατεία με αποτέλεσμα την προσωρινή πλαγιολίσθηση.

Επιτυγχάνεται συνήθως με την χρήση χειροφρένου ή με συνδυασμό απότομης τιμονιάς και παιξίματος με το γκάζι.

Στόχος είναι ο εντυπωσιασμός των θηλυκών παρευρισκομένων στο χώρο.

Που λες ήμουν εγώ μπροστά με το Κορόλλα και πίσω μου ο Τάκης με την 316. Μπαίνω με τις πάντες στη στροφή την κλασσική δίπλα στην καντίνα και μετά βλέπω στο καθρέφτη τον Τάκη να το βάζει στη στροφή με ένα τρελό κωλίδι και μετά φουλ ανάποδο, του 'πιε το αίμα!

Κωλίδι μπροστά από το Κέντρο Υγείας Ανωγείων (από allivegp, 15/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πηγαίνω κάπου με τα πόδια.

- Θα πάρουμε το αμάξι να πάμε στην Άννα.
- Εγώ λέω να πάμε με το νύχι, κοντά είναι.

Βλ. και πεζό δύο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified