Μέχρι τις αρχές των '90, τα περισσότερα νοικοκυριά είχαν την ίδια γκρι τηλεφωνική συσκευή με τον μύλο – καβουρδιστήρι. Τις αναλογικές αυτές συσκευές προμηθευόταν ο Σ. Κόκκαλης μπυρ-μπαρά από την Ανατολική Γερμανία, τις αποσυναρμολογούσε και επανασυναρμολογούσε στην Ψωροκώσταινα (για να έχουν Ελληνική προστιθέμενη αξία) και τις μοσχοπουλούσε στον ΟΤΕ.

Όσοι μεταξύ μας πρόλαβαν ασπρόμαυρη τηλεόραση θα θυμούνται πως, κάθε φορά που η τηλεφωνική γραμμή ήταν κακή ή πέφταμε σε συνακροάσεις, λέγαμε το μαγικό: «για πάρε το μηδέν!» και, ως εκ θαύματος, η γραμμή γινόταν καμπάνα -ή έτσι επιλέγουμε να θυμόμαστε.

Στα μέσα των '90, ο ίδιος Σωκράτης και οι συν αυτώ ολοκλήρωσαν το εθνικό τους έργο με την πλήρη ψηφιοποίηση του δικτύου του ΟΤΕ, με παράπλευρο θύμα την περί ου ο λόγος έκφραση, η οποία οδηγήθηκε σε μαρασμό.

Η έκφραση ωστόσο παρέμεινε βαθιά ριζωμένη στο συλλογικό υποσυνείδητο και επανεμφανίστηκε θριαμβευτικά ως σλανγκ. Πλέον λέμε «για πάρε το μηδέν» όταν:

- βρισκόμαστε σε σύνδεση με Κάιρο με κάποιον, - ζητάμε από κάποιον που δεν τα λέει λιανά να τα σπάσει και να τα ξαναρίξει, - υπάρχει τεχνικό πρόβλημα σύνδεσης με πάσης μαραφέτι (διαδίκτυο, WiFi, GSM, κλπ).

  1. Αρνητικό επακόλουθο της δυτικής εκδοχής του έθνους-κράτους στη Νεωτερικότητα (πανθομολογούμενο σε διεθνή βιβλιογραφία) είναι το χάσμα (ρήξη, αντίθεση, αντιπαλότητα) ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και στους μηχανισμούς του κράτους. Αν και τους διαχειριστές των μηχανισμών τους λέμε «κοινωνικούς λειτουργούς», το φαινόμενο αυτονόμησης των στόχων και επιδιώξεων του κράτους από τις ανάγκες και προτεραιότητες του κοινωνικού σώματος είναι κανόνας στη σημερινή διεθνή πραγματικότητα. Οι εξαιρέσεις δεν αναιρούν τον κανόνα....
    - Για πάρε το μηδέν ρε Γιάννη....

  2. - Το φελέκι μου μέσα, ο πλοηγός μου πιάνει δορυφόρο!
    - Τι νασπώ, πάρε το μηδέν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόσταγμα ή προτροπή που προτρέπει τον πλησίον να αφήσει τα δύσκολα μονοπάτια, και να κάνει κάτι ευκολότερο από αυτό των δυνατοτήτων του. Εμπνευσμένο από το γνωστό παιχνίδι μπουλώ (bouleaux) ή αλλιώς γνωστό ως πιλλότα, όπου το να παίξεις τα κόζια ή αλλιώς ατού, δείχνει την σίγουρη και απλή κίνηση.

- Σήμερα άμα πάμε για μπάλα, θα παίξω στόπερ...
- Ρε παίξε κόζια, που θες να παίξεις στόπερ, μέχρι χτες δεν ήξερες τι σχήμα έχει η μπάλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση προέρχεται από το τουρκικό bırak lakırdıyı που σημαίνει κυριολεκτικά «άσε την κουβέντα», και στα καθ' ημάς πα να πει διάφορα πράματα, από «άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε» μέχρι «κόφτο, δε σε παίρνει».

Είναι πιστεύω μία από τις αργκοτικές εκφράσεις οι οποίες ενώ δεν επιβιώνουν στην καθημερινή ομιλία (τουλάστιχον στην Αθήνα), εν τούτοις εντοπίζονται ζωντανές στο νέτι ή στον γραπτό λόγο. Ίσως, λέγω, θα έπρεπε εδώ μέσα να γίνει μιά σχετική κατηγοριοποίηση, ταξινόμηση ή όπως διάολο το λένε τεσπα...αλλά άμα βαριέστε, δε γαμιέται...

Την έκφραση την χρησιμοποιούσε πολύ, αν ενθυμούμαι καλώς, ο Νίκος Τσιφόρος στα γραπτά του (εκεί στα '50-'60), αλλά δεν έχω κανένα βλιβλίο του πρόχειρο, τι θέτε τώρα, τσαμπουκά;

  1. Τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε: ούτε γάτα, ούτε ζημιά! μπρακ-λακριντι.

ΜΠΡΑΚ ΛΑΚΡΙΝΤΙ ΛΟΙΠΟΝ ΛΕΒΕΝΤΙΑ ΜΟΥ ΑΝΑΡΧΟ-ΑΠΛΥΤΗ...!!!

Και μη μας κανετε τον κορηο. [...] Σας ανθιστηκανε. Μπρακ λακριντί.

Αν πάλι τυχαίνει ο σχολιογράφος να μην είναι ασόβαρος άνθρωπος, τότε κάνει τουμπεκί ψιλοκομμένο και μπρακ λακιρντί, μέχρι να βρεθούν επαρκή στοιχεία [...]

[...]και αρχίσουν το μπρακ-λακιρντί και μας φλομώσουν με το άσχετο κουτσομπολιό τους.

(Όλα από το νέτι. Μη με βάζετε να λινκάρω τώρα, μπρακ λακιρντί...)

  1. Αναμνήσεις μυτιληνιού βετεράνου της Μικρασιατικής 1919-22. Ο αφηγητής προσπαθεί να διατηρήσει την συνοχή του στρατεύματος, προστατεύοντας αγαθιάρη φαντάρο από τις κοροϊδίες των συναδέλφων του (στις οποίες βεβαίως συμμετείχε μιά χαρά και ο ίδιος ο αφηγητής). Απο το βιβλίο του Τάκη Κόντου «Μικρασία τέλος», Αθήνα 1980.

- Όποιος μου το ξαναπεί, θα τον σκοτώσω! [...]
- Παιδιά, τους λέω, το πράμα σκούρηνε. Ο Παναωτάκης είνε που δεν είνε στα καλά...Η καζούρα μπράκ...

  1. [...]ο επαρχιώτης [...] συμβαίνει [...] να μην ξεχωρίζει αρκετά καλά τα λογιωτατίστικα από τα τούρκικα [...] Ετσι, «Συγχωρέσετέ με, λέει, αν δεν ηξέρω να κάνω κ' εγώ 'σαν την αφεντιά σας ώμορφο λακρεντί». Νομίζοντας το λακρεντί λογιωτατίστικο. Ανδρ. Λασκαράτος, από το «Ιδού ο Ανθρωπος».

  2. Το τουρκόφωνο νέτι βρίθει εκφράσεων όπως:
    bırak boş lakırdıyı = άσε τα κούφια λόγια.
    bırak lakırdıyı, icraata bak = άσε τα λόγια, κοίτα τα έργα.
    bırak lakırdıyı, işine bak = άσε τις κουβέντες και κοίτα τη δουλειά σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified