Further tags

Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια arcade της δεκαετίας του '80 - Pacman κλπ. Η λέξη προέρχεται από τους ήχους που έκαναν οι μηχανές. Κατά συνεκδοχή, τα στέκια με ηλεκτρονικά παιχνίδια. Πολλά από τα μαγαζιά αυτά είχαν απ' έξω μια φωτεινή επιγραφή με τη λέξη GAMES - που διάφοροι γονείς πρόφεραν "Γκάμες".

Πιο πρόσφατα, η λέξη μπιμπλίκια χρησιμοποιείται για διαφόρων ειδών gadgets.

- Πάλι δεν πήγες Αγγλικά, Κυριάκο; Πάλι στα μπιμπλίκια ήσανε;
- Όχι, ρε μάνα, ποια μπιμπλίκια;
- Αφού σε είδε η κυρά Ευπραξία να βγαίνεις από τις γκάμες, κακόχρονο νάχεις, λες και ψέματα ...

Εθιστικά και εξαγριωτικά. (από Galadriel, 26/10/11)(από gizaha, 02/10/14)

Βλ. και ουφάδικο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το hardcore (σκληροπηρυνικό). Έκφραση για δύσκολες καταστάσεις και σκληρούς προγραμματιστές με μεγάλα @@. Κυκλοφορεί ως έκφραση στην ελληνική demoscene community.

Πώπω ο τύπος έγραψε ολόκληρο τον κώδικα 100% σε assembly. Μιλάμε για πολύ κορίλα!!!

(από GATZMAN, 22/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναζητώ κάτι στο Google.

- Σοβαρά δεν ξέρεις τους Mary And The Boy; Γκούγκλαρέ τους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν η εταιρεία κινητής τηλεφωνίας δεν σου παρέχει στην περιοχή που βρίσκεσαι επαρκές σήμα ώστε να συνομιλήσεις. Κατά το vodafone, panafon κλπ.

- Τι έγινε έπιασες σήμα;
- Μπαααα, μούγκαφων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ανταλλάσω πολλά sms.

Συναντάται την Πρωτοχρονιά και σε όλες τις ονομαστικές εορτές, όπως και σε καταστάσεις βαρεμάρας.

  1. Όλη η Ελλάδα εσεμεσιάζεται την Πρωτοχρονιά.

  2. Χθες βράδυ έκατσα λίγο είδα tv... Μετά εσεμεσιάστηκα λίγο με τη Μαρία... και κοιμήθηκα.

Συνώνυμο: μηνυματίζομαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας σέρβερ του ίντερνετ καφέ που σέρνεται και δεν αποδίδει την κατάλληλη ταχύτητα ή απλά κολλάει το δίκτυό του.

- Τι μηχάνημα έχουν στο μαγαζί;
- Σέρνερ.
- Πάμε αλλού για μάχη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς καραλόλ, το πολύ lol, το πολύ αστείο-ειρωνικό.

(lol=Laugh Out Loud)

- Καρα-lol! Πολύ καλό το ανέκδοτο!

Βλ. και lol, λολ, lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποδηλώνει το μακρύ ξύλο (συνήθως σκουπόξυλο) το οποίο αντικαθιστά το remote control τηλεοράσεως ή διβιδί σε περίπτωση απουσίας αυτού (λόγω παλαιότητας της τεχνολογίας), εξάντλησης των μπαταριών αυτού ή καταστροφής του.

Ο χρήστης μπορεί με το τελεκοντάρ από την επιθυμητή θέση και απόσταση του καναπέ να αλλάξει κανάλι ή γενικά να χρησιμοποιήσει όλες τις δυνατότητες που τα κομβία των ηλεκτρονικών συσκευών παρέχουν.

Ρε Μάκη... Αρχινάει το Lost. Δεν πιάνεις το τελεκοντάρ να βάλουμε ΑΝΤ1;

(από jorje26, 08/02/08)

Βλ. και τηλεκουμάντο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται όταν όλοι βγάζουν τα κινητά τους κι αρχίζουν να συναγωνίζονται ποιανού είναι πιο μικρό, ποιο παίζει όχι μόνο τη Μικρή Νυχτερινή Μουσική αλλά και ολόκληρη τη δεύτερη πράξη από το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν και ποιο βγάζει φωτογραφίες έτοιμες για καδράρισμα...

Έξι μαντράχαλοι να πίνουμε καφέ... και τους πιάνει ένας συγκινητισμός!.. Σηκώθηκα κι έφυγα σε πέντε λεπτά λέμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψιλοπανικός που πιάνει πολλούς κατόχους κινητών τηλεφώνων όταν ακούνε κάποιο κινητό να κουδουνίζει και ψάχνονται να δουν αν είναι το δικό τους.

Και ακούω μες το σινεμά τον ήχο του κινητού μου και με πιάνει κινηπανικός. Ευτυχώς δεν ήταν το δικό μου.

Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified